Ο Jean Baptist Colbert, υπουργός οικονομικών του Βασιλιά Λουδοβίκου XIV στα μέσα του 17ου αιώνα, ήταν ο πρώτος που διατύπωσε μια οικονομική πολιτική βασισμένη στον έλεγχο του εμπορίου, γνωστή ως μερκαντιλισμός. Αύξησε τους δασμούς για να μειώσει τις εισαγωγές και να δώσει χώρο στην τοπική παραγωγή. Τα έσοδα από τους δασμούς χρηματοδότησαν τη βιομηχανία, τη δημιουργία βασιλικών μονοπωλίων, επιδοτήσεις και φορολογικές ελαφρύνσεις για την επέκταση των εξαγωγών και κρατήσαν τους ευγενείς ευχαριστημένους με μηδενικούς φόρους. Χρησιμοποιήθηκαν επίσης για την ισχυροποίηση του γαλλικού ναυτικού και την ανάπτυξη λιμένων και υποδομών μεταφορών.
Με την αντίληψη της υπερδύναμης η Γαλλία, ανταγωνιζόμενη τα μεγάλα έθνη της εποχής, τη Μεγάλη Βρετανία, την Ισπανία και τις Κάτω Χώρες, ξεκίνησε και χρηματοδότησε με νέο χρήμα και δανεισμό πέντε πολέμους ως το τέλος του 17ου αιώνα. Σταδιακά, τα δημόσια οικονομικά επιδεινώθηκαν, καθώς τα έσοδα από δασμούς και φόρους μειωνόταν, ο πληθωρισμός αυξήθηκε και ο δανεισμός συνεχώς μεγάλωνε και ακρίβαινε. Ως αποτέλεσμα, η γαλλική οικονομία δυσκολευόταν να βρει κεφάλαια, παρασύροντας προς τα κάτω το βιοτικό επίπεδο των μεσαίων και κατώτερων τάξεων, δημιουργώντας έτσι το οικονομικό και κοινωνικό υπόβαθρο για τη Γαλλική Επανάσταση το 1789.
Με το νέο δασμολόγιο, ο Πρόεδρος Τραμπ προσπαθεί να επαναπαραμετροποιήσει την παγκόσμια οικονομία, με δυνητικά τεράστιο μακροπρόθεσμο οικονομικό αντίκτυπο. Ως συνολική πολιτική στερείται της συνοχής και της λεπτομέρειας που απαιτούνται για τη στοχευμένη ενίσχυση της αμερικανικής βιομηχανίας, την αύξηση των εξαγωγών και τη μείωση των φόρων, ενώ ως διμερές διαπραγματευτικό εργαλεία στο πολυμερές παγκόσμιο παιχνίδι θα επιδεινώσει παρά θα λύσει προβλήματα.
Χωρίς να κατανοούν τις λεπτομέρειες, οι κεφαλαιαγορές έχουν ήδη ενσωματώσει την αρνητική επίπτωση των υψηλότερων δασμών στα εταιρικά κέρδη, ενώ οι τιμές των εμπορευμάτων και του πετρελαίου έπεσαν εν αναμονή της συνεπακόλουθης υστέρησης της παγκόσμιας ανάπτυξης. Οι πολυάριθμες αλλαγές θέσεων της κυβέρνησης Τραμπ σχετικά με τους δασμούς, αύξησαν σημαντικά το επίπεδο αβεβαιότητας σε όλο τον κόσμο, και το δολάριο υποτιμήθηκε έναντι των περισσότερων νομισμάτων.
Για να μπορέσουμε να εκτιμήσουμε τις πιθανές συνέπειες των δασμών χρειάζονται απαντήσεις σε δύο ερωτήματα. Πρώτον, θα εφαρμοστούν οι δασμοί που ανακοινώθηκαν με συνέπεια, ή θα μεταβάλλονται συνεχώς, ή θα ανακληθούν δικαστικά ή από το Κογκρέσο, ή θα αποτελέσουν αντικείμενο πολλών διμερών διαπραγματεύσεων; Δεύτερον, στην περίπτωση της συνεπούς εφαρμογής των υψηλών δασμών, τα αντίποινα από την Κίνα, την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλους σημαντικούς εμπορικούς εταίρους θα αποδειχθούν περιορισμένα η βαριά, οδηγώντας σε παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο;
Οι νέοι δασμοί, θα τροφοδοτήσουν αρχικά τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ, ενώ ταυτόχρονα θα περιορίσουν τις εξαγωγές, μειώνοντας την ανάπτυξη. Ο πιθανός στασιμοπληθωρισμός θα καταστήσει τα επιτόκια αναποτελεσματικό εργαλείο πολιτικής, όπως έχει ήδη επισημάνει ο πρόεδρος της Fed, J. Powell. Μεσοπρόθεσμα, οι δασμοί θα επηρεάσουν το επίπεδο επενδύσεων και την κατανομή κεφαλαίων μεταξύ κλάδων. Τέλος, θα παραμείνουν σε ισχύ για μακρά περίοδο, γιατί παράγουν τακτικά έσοδα για το κράτος και η μείωσή η κατάργηση τους θα απαιτούσε πολιτικά δύσκολες αυξήσεις φόρων αλλά και τη θετική ανταπόκριση των εμπορικών εταίρων .
Οι εμπορικοί πόλεμοι μεγάλης κλίμακας είναι δαπανηροί και έχουν μόνον χαμένους και πολλά παρεπόμενα. Περικόπτουν τις αλυσίδες εφοδιασμού, αυξάνουν το συνολικό κόστος παραγωγής, μειώνουν τον ανταγωνισμό και την καινοτομία, μεταφέρουν κεφάλαια σε χώρες με λιγότερους εμπορικούς περιορισμούς και τελικά υπονομεύουν τη συνολική οικονομική ανάπτυξη. Μεσοπρόθεσμα, οδηγούν σε απομονωτισμό, περιορίζοντας τη συνεργασία και αυξάνοντας τις εντάσεις μεταξύ χωρών. Μια τέτοια δυναμική θα αποτελούσε σημαντική οπισθοδρόμηση για την διασυνδεδεμένη παγκόσμια οικονομία του σήμερα.
Από την ιστορία του μερκαντιλισμού διαμορφώνεται μια εικόνα του τι μπορεί να προκύψει από την επιθετική δασμολογική πολιτική του Προέδρου Τράμπ.
Αν η πρόθεση εφαρμογής των δασμών ξεθωριάσει για οποιοδήποτε λόγο σύντομα, τότε η περίοδος αυτή θα είναι ένα πικρό διάλειμμα. Αν από την άλλη μεριά, οι δασμοί εφαρμοστούν αυστηρά, ένα νέο κεφάλαιο στην οικονομική η ιστορία του πλανήτη θα ανοίξει. Μέχρι να απαντηθεί το πρώτο ερώτημα, η Ευρώπη, και η Ελλάδα μέσα σε αυτή, πρέπει να καλλιεργήσουν στάση συνεργασίας έναντι όλων των εθνών που επιδιώκουν να αναπροσανατολίσουν το εμπόριό τους, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας. Και δεδομένης της προδιάθεσης του να επαναπροσδιορίσει συνολικά τις σχέσεις των ΗΠΑ με πολλά σημαντικά κράτη, η Ευρώπη θα πρέπει να ετοιμαστεί να υπερασπιστεί σκληρά τα συμφέροντά της.
(*) Ο Κώστας Σ. Μητρόπουλος είναι Σύμβουλος Επιχειρήσεων