Πυκνώνουν οι προβλέψεις ότι η θέση της παγκόσμιας οικονομίας θα επιδεινωθεί. Κοινή βάση όλων είναι, βασικά, δύο παράγοντες: Η πρωτοφανής αύξηση του δημοσίου χρέους παγκοσμίως σε συνδυασμό με την υστέρηση της οικονομικής μεγέθυνσης και οι ιστορικά υψηλές τιμές των μετοχών στα αμερικανικά, κυρίως, χρηματιστήρια. Καθένας από τους δύο, από μόνος θα ήταν επαρκής λόγος ανησυχίας. Κι οι δυο μαζί, είναι ισχυρό σήμα προειδοποίησης προς όλους να κάνουν ό,τι πρέπει, να προετοιμάζονται για τις δύσκολες ώρες που ‘ρχονται.
Η Κρ. Γκεοργκίεβα, του ΔΝΤ, εδώ, δεν άφησε περιθώρια αμφιβολίας: Η αβεβαιότητα είναι η νέα κανονικότητα και η παγκόσμια οικονομία θα υποστεί νέα δοκιμασία –είπε προχτές. Διότι οι επιδόσεις της, αν και καλύτερες απ΄ όσο φοβόμασταν ότι θα ‘ναι λόγω δασμών Τραμπ, είναι χειρότερες απ’ όσο απαιτεί η εξυπηρέτηση του χρέους. Το παγκόσμιο ΑΕΠ αυξάνεται μόνο 3% (από 3,7% προ covid) και το δημόσιο χρέος θα ξεπεράσει το 100% του ΑΕΠ έως το 2029. Η διόγκωση του χρέους χωρίς επαρκή οικονομική μεγέθυνση και εμπιστοσύνη στους θεσμούς, ιστορικά έχει μία κατάληξη: Την κρίση –δηλαδή, την καταστροφή κεφαλαίου.
Για τα χρηματιστήρια, ο J. Dimon, της JP Morgan, δηλώνει εξαιρετικά ανήσυχος και βλέπει μια διόρθωσή τους σε διάστημα από 6 μήνες έως 2 χρόνια, εδώ. Η φούσκα των μετοχών των εταιρειών τεχνολογίας παραλληλίζεται με τη φούσκα του dot.com, που έσπασε το 2000. Αν, όμως, η τωρινή σπάσει, η καταστροφή θα είναι πολλαπλάσια: Το 2000 καταστράφηκε πλούτος ίσος με το 10% του παγκόσμιου ΑΕΠ –περίπου 2 τρισ. δολ. Η εξάρτηση όλου του κόσμου από τα αμερικάνικα χρηματιστήρια έχει αυξηθεί τόσο, ώστε το σπάσιμο της τωρινής φούσκας θα κατέστρεφε πλούτο 20 τρισ. δολ. στις ΗΠΑ (περί το 70% του ΑΕΠ των ΗΠΑ) και άλλα 15 τρισ. των ξένων επενδυτών, που αντιστοιχούν στο 20% του ΑΕΠ των άλλων χωρών -εκτιμά η Γ. Γκοπινάτ, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, εδώ.
Σε αυτά τα δύο εν αναμονή προβλήματα, προσθέστε ένα τρίτο, απτό: Την άνοδο του κόστους δανεισμού. Η απόδοση του 30ετούς αμερικανικού ομολόγου είναι 30 μονάδες βάσης πάνω από πέρσι και τείνει προς το 5%, η απόδοση του ιαπωνικού 10ετούς είναι 65-70 μονάδες πάνω και οι αποδόσεις των 10ετών της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Βρετανίας 35 - 45 μονάδες βάσης πάνω από πέρυσι. Καθώς διογκώνονται τα δημοσιονομικά ελλείμματα κι ο πληθωρισμός δείχνει να επιμένει, οι δανειστές των κρατών τους ζητούν υψηλότερη αποζημίωση για να τα δανείζουν. Το βάρος της εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους γίνεται δυσβάστακτο για πολλά κράτη, ενώ ακόμα πιο δυσβάστακτο για πολλές κοινωνίες γίνεται το βάρος από τη μείωση των κοινωνικών υπέρ των στρατιωτικών δαπανών –με ό,τι αυτό προοιωνίζεται.
Σε αυτές τις συνθήκες, το συνετό θα ήταν να ανασκουμπωθούμε, ειδικά εμείς, στην Ελλάδα. Οι λόγοι, γνωστοί: Έχουμε ένα πολύ υψηλό χρέος και μια οικονομία με παραγωγικότητα ίση με το 54% της μέσης ευρωπαϊκής, που αργόσυρτα μετατρέπει την ανεργία σε υποαπασχόληση και φτηνές θέσεις εργασίας, ενώ σε λίγους μήνες -πρακτικά στα μέσα 2026- τελειώνουν οι καρποί του ευρωπαϊκού λεφτόδεντρου, του ΤΑΑ, και τα ποσοστά οικονομικής μεγέθυνσης, που μέχρι τώρα συγκρατούνται μερικά δέκατα πάνω από το μέσο ευρωπαϊκό όρο χάρη στη διανομή μερικών δεκάδων δισ. ευρώ από το παράθυρο, θα αρχίζουν να γράφουν «1» μπροστά.
Επειδή, όμως, η κυβέρνηση έχει μάτια μόνο για τις δημοσκοπήσεις και μόνη έγνοια να διατηρήσει τη νομή της εξουσίας, δεν θα γίνει τίποτα. Η χώρα πλέει ανέμελα προς τη νέα τρικυμία.