Λίγοι, υποθέτω. Αλλά ακόμη κι εκείνοι που ασχολούνται, επισταμένως, με τα τεκταινόμενα στο δημόσιο βίο της χώρας, θα τον θυμούνται για την έκθεση σχετικά με το μέλλον του ασφαλιστικού συστήματος. Κι αν εκείνη η έκθεση έγινε γνωστή, επειδή συνάντησε την ομόθυμη άρνηση των πολιτικών κομμάτων και των κοινωνικών εταίρων, μια άλλη πρωτοβουλία του, η μεταφορά τεχνογνωσίας για τη δημιουργία περιγραμμάτων θέσεων στο Δημόσιο πρέπει να είναι γνωστή σε όχι περισσότερους ανθρώπους από τα δάχτυλα του ενός χεριού.
Ανατρέχοντας τρεις δεκαετίες πίσω και χωρίς διάθεση νοσταλγίας, μπορεί ο ψύχραιμος ερευνητής να δει προτάσεις και, κυρίως, δράσεις για την αναμόρφωση της δημόσιας διοίκησης, που όμοιές της δεν έχουν διατυπωθεί ξανά από τότε.
Τα περιγράμματα θέσεων ήταν μια από τις κρίσιμες ψηφίδες σ’ ενα σχέδιο διοικητικών μεταρρυθμίσεων με τον τίτλο «Ποιότητα για τον Πολίτη», κεντρική ιδέα του οποίου ήταν η ενσωμάτωση στοιχείων από το κίνημα της Διοίκησης Ολικής Ποιότητας στο ελληνικό διοικητικό σύστημα. Ο Γιάννης Σπράος, μάλιστα, έφερε μαζί του μια σειρά μαγνητοταινίες στις οποίες αναλύονταν περιγράμματα θέσεων από τη βρεττανική δημόσια διοίκηση- ένα webinar, με σημερινούς όρους, ιδαίτερα διαφωτιστικό και χρήσιμο για την παραδομένη στο νομικισμό και την τυπολατρεία ελληνική δημόσια διοίκηση.
Τι ήταν διαφορετικό σ’ εκείνο το πρόγραμμα και, κυρίως, τι απέγιναν εκείνες οι μεταρρυθμίσεις;
Δυό ήταν οι σημαντικές καινοτομίες του.
Η πρώτη ήταν ότι, για πρώτη φορά, η δημόσια διοίκηση γινόταν κατανοητή και αναλυόταν ως ένα διοικητικό σύστημα κι όχι ως μεμονωμένες οντότητες, κάθε μια εκ των οποίων διεκδικεί τα πρωτεία από τις υπόλοιπες. Τα μέρη του διοικητικού συστήματος αποτελούν οι λειτουργίες του (δηλαδή, οι νομοθετικές και κανονιστικές ρυθμίσεις που μαζί με τις διοικητικές διαδικασίες οριοθετούν τον τρόπο εφαρμογής των δημόσιων πολτικών), οι δομές και οι υποδομές εφαρμογής των πολιτικών (κεντρική διοίκηση - υπουργεία και δημόσια νομικά πρόσωπα - περιφερειακή και τοπική αυτοδιοίκηση), η διαχείριση των χρηματοοικονομικών ροών (προϋπολογισμός, κοινοτικά προγράμματα), οι παρεχόμενες υπηρεσίες προς τους πολίτες και οι υπάλληλοι που εργάζονται σ’ αυτό με ποικίλες σχέσεις εργασίας.
Η δεύτερη καινοτομία του ήταν ότι κάθε μεταρρυθμιστική πρόταση που διατυπωνόταν εκεί συνδεόταν με τις υπόλοιπες στη βάση ενός κοινού νοήματος, του αντι-πελατειασμού.
Από εκείνες τις μεταρρυθμίσεις, πέραν των περιγραμμάτων θέσεων που θα αντικαθιστούσαν τα «τυπικά προσόντα», δηλαδή τα πτυχία των διαφορετικών βαθμίδων εκπαίδευσης, με μια επαγγελματική κατάρτιση των διοικητικών στελεχών, περιλαμβάνονταν η καλή νομοθέτηση και η απλούστευση των διαδικασιών, η κατάργηση των διοικητικών σιλό με την δημιουργία μιας πολυεπίπεδης οργάνωσης και επικοινωνίας, και, βεβαίως, η αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών στους πολίτες μέσω «υπηρεσιών μιας στάσης».
Ορισμένες απ’ αυτές, όπως τα ΚΕΠ, δρομολογήθηκαν και εφαρμόστηκαν εκείνη την περίοδο, ενώ άλλες, όπως η καλή νομοθέτηση και η απλούστευση των διαδικασιών, χρειάστηκαν πολύ περισσότερο χρόνο. Άλλες πάλι, όπως τα περιγράμματα εφαρμόστηκαν αλλά μ’ ένα βαλκανικό twist που πολύ λίγο θυμίζουν τις αντίστοιχες της Δύσης.
Η πορεία, όμως, των διοικητικών μεταρρυθμίσεων δεν ήταν ευθύγραμμη. Τις προτάσεις και τα προγράμματα εκείνης της περιόδου ακολούθησε η διοικητική αποτελμάτωση που συνδέθηκε με την «επανίδρυση του κράτους», μια πρωτοβουλία που δεν άφησε τίποτα πίσω της, πέραν των αστεϊσμών με τον τίτλο του δημοφιλούς, τότε, συγγράμματος των Osborne/Gaembler «Reinventing Government» που υιοθετούσε πολλές από τις προτάσεις του Νέου Δημόσιου Μάνατζμεντ για την βελτίωση της παραγωγικότητας των δημοσίων υπηρεσιών.
Εξαιρουμένης της «Διαύγειας», μιας ακόμη οριζόντιας μεταρρύθμισης κατά την περίοδο διακυβέρνησης του Γ.Α. Παπανδρέου, η ελληνική δημόσια διοίκηση παρέμεινε, για τρεις περίπου δεκαετίες, στα εντός και επί τα αυτά. Η περίοδος των μνημονίων δεν συνδέθηκε με καμία μεγάλη μεταρρύθμιση και η «λειτουργική αξιολόγηση» που αποτέλεσε το μοναδικό συμπαγές σχέδιο για την εφαρμογή τους, υπονομεύθηκε και ακυρώθηκε από τις κυβερνήσεις της περιόδου εκείνης.
Σήμερα βρισκόμαστε ενώπιον αιτιολογημένων και αναιτιολόγητων αιτιάσεων κατά της δημόσιας διοίκησης, με προμετωπίδα την αξιολόγηση, χωρίς, όμως, να έχει παρουσιαστεί ένα σχέδιο δράσης που θα οδηγούσε στην απαλλαγή της ελληνικής δημόσιας διοίκησης όχι μόνον από τα γραφειοκρατικά της χαρακτηριστικά αλλά από το κεντρικό πρόβλημά της, τον πελατειασμό.
Ο αναστοχασμός προσώπων και ενεργειών που συνδέθηκαν με τις μεταρρυθμίσεις, μπορεί να εισφέρει, αν όχι στη δημιουργία μιας συμπαγούς δημόσιας πολιτικής, στη βελτίωση της αυτογνωσίας μας.