ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Οι αρχιτέκτονες του πολιτεύματος: Από τις όχθες του Τάμεση στην Πλατεία Συντάγματος  του Νίκου Αλιβιζάτου, Εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2024, σελίδες 485

Έτσι όπως προέκυψε αυτό το βιβλίο του Νίκου Αλιβιζάτου να συμπέσει χρονικά με δύο – ή μάλλον τρία, αν το καλοσκεφθεί κανείς – ορόσημα της διαδρομής της Ελλάδας, φέρνει μια διαφορετική ηχώ στην δημόσια συζήτηση για τις βάσεις του πολιτικού συστήματος.

Το πρώτο, που μπορεί να «έφυγε» πλέον χρονικά αλλά είναι ακόμη νωπή η επίδρασή του, είναι τα 200 χρόνια από την τυπική απαρχή της (υπό κάποιαν έννοια) ελεύθερης/ελεύθερα θεσμιζόμενης Ελλάδας – αν και πριν το Πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830 η αναφορά αυτή είναι κάπως στον αέρα, ενώ τα τρία διαδοχικά Συντάγματα/Πολιτεύματα της Επιδαύρου, του Άστρους και της Τροιζήνας περισσότερο ως διεκδίκηση/προσευχή λειτούργησαν στον καιρό τους.

Το δεύτερο είναι τα 50χρονα της Μεταπολίτευσης, που έθεσαν με διαφορετικό τρόπο την ψυχογραφική αναζήτηση του πολιτικού από μέρους του σημερινού ελληνικού λαού των τριών γενιών που συνωθούμαστε.

Το τρίτο ορόσημο, ας μας επιτραπεί, είναι εκείνο  της επερχόμενης (πέμπτης κατά σειράν) αναθεώρησης του ισχύοντος Συντάγματος του 1974: Όσο κι αν η πολιτική συναστρία μάλλον αποκλείει να ζήσουμε μια αληθινά άξια συζήτησης συνταγματική αναθεώρηση όπως εκείνη του 1986 ή έστω η άλλη του 2001, θα ανέβει και πάλι στην επιφάνεια η συζήτηση περί της θέσμισης της πολιτείας.

Εδώ ακριβώς επιδιώκει να ενώσει τα νήματα με αυτό του το βιβλίο ο Νίκος Αλιβιζάτος, συνταγματολόγος μεν αλλά με μια πάγια επιλογή «μεγάλης ματιάς»: από το «Οι πολιτικοί θεσμοί σε κρίση» (Θεμέλιο, 1983) μέχρι και το «Το Σύνταγμα και οι εχθροί του στην νεοελληνική ιστορία» (Πόλις, 2011).

Έχοντας μια αντίληψη υπηρέτησης του μακρόχρονου δημοσίου συμφέροντος, όπως όταν εισήγαγε στην ελληνική δημόσια συζήτηση την λογική των «θεσμικών αντίβαρων», ή πάλι την αναδοχή της ευθύνης από τους πανεπιστημιακούς δασκάλους («εμείς φταίμε» για τα αντανακλαστικά που παρατηρούνται στο δικαστικό σώμα και έχουν καταστήσει «μεγάλο ασθενή» την Δικαιοσύνη), ο Νίκος Αλιβιζάτος ιχνηλατεί την διαδρομή δημιουργίας του πολιτεύματος της Ελλάδας με βάση τέσσερεις μεγάλες προσωπικότητες του ελληνικού δημοσίου βίου: Τον Γ. Μαυροκορδάτο, τον Χαρ. Τρικούπη, τον Ελ. Βενιζέλο και τον Κ. Καραμανλή. «Και οι τέσσερεις έβλεπαν πιο μακριά από τους περισσότερους συγχρόνους τους. Προέβλεπαν τις επερχόμενες εξελίξεις και νομοθετούσαν για το παρόν και το μέλλον – όχι για το παρελθόν». (Επίσης χαρακτηριστικό τους: ενώ και οι τέσσερεις βρέθηκαν σε κάποια φάση της διαδρομής τους κατηγορούμενοι, κανένας τους δεν επέλεξε να παραπέμψει πολιτικά τον αντίπαλο στο υπουργοδικείο…).

Αν ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος συνδέθηκε καθοριστικά με τα Συντάγματα του Αγώνα, για να φθάσει εν συνεχεία να παρακολουθήσει μάλλον εξ αποστάσεως την καθοριστική κατάθεση του συντάγματος του 1864, συμβολίζοντας την ενοποιητική λειτουργία του Συντάγματος ο Χαρίλαος Τρικούπης «μετέφερε» από τις όχθες του Τάμεση στην Ελλάδα του 19ου αι. τις βασικές αρχές του κοινοβουλευτισμού με την καθοριστική αρχή της δεδηλωμένης. Εάν δε ο Ελευθέριος Βενιζέλος βρέθηκε να ισορροπεί στο τεντωμένο σκοινί του κράτους δικαίου/του εγγυητικού ρόλου του δικαστή σε επίπεδο δικαιωμάτων με (στον αντίποδα) την ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής  πάντως της δεύτερης/μεταπολιτευτικής πρωθυπουργίας δεν έφερε μόνον τη μετάβαση στην σταθερότητα μετά την δικτατορία των συνταγματαρχών, αλλά και τη δημιουργία νοοτροπίας «διάψευσης του μύθου του Σισύφου» για το ελληνικό πολίτευμα/πολιτικό σύστημα.

Ο ίδιος ο Ν. Αλιβιζάτος παραδέχεται ότι επιλέγοντας αυτές τις τέσσερεις πολιτικές φιγούρες ως «αρχιτέκτονες του πολιτεύματος», δεν δίνει την έκταση που θα ήθελε π.χ. στην προσωπικότητα του Αλεξάνδρου Παπαναστασίου (ως «αριστερή συνείδηση» του Βενιζέλου) ή πάλι σ’ εκείνη του Ηλία Ηλιού (ως φορέα αντιλόγου ενός «αδογμάτιστου μαρξιστή») . Ενώ σίγουρα δεν έδωσε την έμφαση που η ίδια η ιστορία επιφύλαξε στην μετάβαση του πολιτεύματος σε πρωθυπουργοκεντρικό  με την αναθεώρηση του 1986, με πρωτοβουλία Ανδρέα Παπανδρέου – μια μετάβαση που de facto αναγνώρισε και ο ίδιος ο Καραμανλής, αποδεχόμενος να επανεκλεγεί (το 1990) στην Προεδρία της Δημοκρατίας με αποψιλωμένες αρμοδιότητες…

Για τον Αλιβιζάτο, το σύνολο κανόνων και αρχών των Συνταγμάτων αποβλέπουν στον περιορισμό της εξουσίας – δεν εξωραΐζουν απλώς τις σχέσεις εξουσίας. Δύσκολα θα τον ακολουθήσει στην διατύπωση ότι το  Σύνταγμα (τηρούμενο, βέβαια!) «μετατρέπει την εξουσία σε αυθεντία». Υπό Ελληνικές συνθήκες, αυτά είναι δύσκολα πράγματα!… Τουλάχιστον όμως, «οριοθετώντας την νομιμότητα, μέσω αυτής νομιμοποιεί την εξουσία».

Κυκλοφορώντας στη σημερινή Ελλάδα όπου η εξουσία/οι εξουσίες μάλλον θεωρούν ότι η νομιμοποίηση (των εξουσιών) αντλείται από τον εαυτό τους, μια προσέγγιση όπως του Αλιβιζάτου έχει τον χαρακτήρα ευχής και προειδοποίησης συνάμα.

Εάν θέλετε κάθε πρωί το ενημερωτικό δελτίο του KReport στο email σας και πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενό μας, κάντε μια δοκιμαστική συνδρομή!