ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Η της πολιτείας δόξα: Στέμμα και πολιτική στην Ελλάδα (1830-1974) του Σπυρίδωνος Γ. Πλουμίδη, Εκδ. ΜΙΝΩΑΣ, Αθήνα 2025, σελίδες 376

Τουλάχιστον ο Συμεών Β’ της Βουλγαρίας, που παρέμεινε στον θρόνο της χώρας του λίγα μόνο χρόνια – στην ηλικία των 6 ετών και μέχρι τα 10 του, όταν η εκεί μοναρχία καταργήθηκε με δημοψήφισμα το 1946 – όχι μόνο ποτέ δεν απαρνήθηκε την βουλγαρική ιθαγένεια, αλλά και επέστρεψε από την εξορία το 1996. Και διεκδίκησε την εξουσία ως Συμεών Μπορίσοφ Σαξκομπουργκόφσκι, εκ βουλγαρικής μεταφοράς του τίτλου «Σαξ-Κομπούργκ-Γκότα») επικεφαλής κόμματος – του Εθνικού Κινήματος για Σταθερότητα και Πρόοδο/NDSV –, κέρδισε εκλογές το 2001 και συγκυβέρνησε ως Πρωθυπουργός μέχρι το 2005 μαζί με το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Βουλγαρίας. Το 2009 το NDSV απέτυχε στις κάλπες, οπότε και ο Συμεών αποσύρθηκε οριστικώς από τα δημόσια πράγματα.

Αναφέρουμε την Βουλγαρική αναλογία – γιατί και η χώρα αυτή και η Ελλάδα στην Βαλκανική ανήκουν, όσο κι αν η Γιάλτα τις έφερε στις δυο αντίθετες πλευρές του Παραπετάσματος – επειδή η τωρινή εποποιΐα της Ελληνικής δυναστείας με την απόκτηση της Ελληνικής ιθαγένειας από την εναπομένουσα οικογένεια Γλύξμπουργκ ως Ντε Γκρες έχει ενδιαφέρον. Επώνυμο με δυο λέξεις («νοηματικώς το κενό υποδηλώνει ότι ανάμεσα στις δυο [λέξεις] ελλείπει τουλάχιστον μια [εκείνη] η οποία παράπεμπε στην βασιλική ιδιότητα την οποία είχαν απωλέσει»), πράγμα που κατά τον Καθηγητή Διοικητικού Δικαίου Πάνο Λαζαράτο, καταλήγει να καθιστά την απονομή αυτού του επωνύμου παράνομη, όπως και την συνακόλουθη απόδοση της Ελληνικής ιθαγένειας (άρα θα δούμε την υπόθεση να κρίνεται στο Συμβούλιο της Επικράτειας).

Έτσι λοιπόν που τώρα-τώρα η εκπεσούσα ελληνική δυναστεία (α) ζήτησε και απέκτησε την ιθαγένεια, (β) επεδίωξε και πραγματώνει την εγκατάσταση των μελών της στην Ελλάδα, (γ) ενσωματώνεται στα ελλαδικά ήθη και τον τρόπο ζωής (παράδειγμα το «βαρύ ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας», από τον Παύλο Ντε Γκρες, με Αντώνη Ρέμο να χτυπάει παλαμάκια – τι πιο προχωρημένο ως κοινωνική  ένταξη;) (δ) συμπαρατάσσεται με την εγχώρια επιχειρηματική τάξη με το γάμο του Νικολάου Ντε Γκρες με την Χρυσή Βαρδινογιάννη (φέρει το όνομα της Χρυσής Θεοδωρουλάκη, ισχυρής φιγούρας μητέρας των 7 εκπροσώπων της προηγούμενης γενιάς Βαρδινογιανναίων), οι αναλογίες της πορείας έχουν το ενδιαφέρον τους. Και μάλιστα σε μια ελληνική πολιτική συγκυρία όπου το δεξιό τμήμα του φάσματος όχι μόνον ενισχύεται, αλλά και «ψάχνεται».

Απολύτως επίκαιρο, συνεπώς, το «Η της πολιτείας δόξα» του Σπ. Πλουμίδη – σημειωτέον ότι ο ίδιος ο Συμεών Β’ έχει αυτοβιογραφηθεί σε βιβλίο με το «Ένα πεπρωμένον μοναδικό» στις Εκδόσεις Στέμμα (sic), 2019. για τον Κωνσταντίνο Β’  υπάρχει το τρίτομο «Βασιλεύς Κωνσταντίνος-Χωρίς τίτλο», από τον Γιώργο Μαλούχο, εκδόθηκε από «Το Βήμα», 2010 – που παρακολουθεί την διαδρομή του μοναρχικού/βασιλικού θεσμού στην ελληνική πολιτική ιστορία κατά τα 144 χρόνια που διήρκεσε. (Ο υπότιτλος χαρακτηριστικός, δανεισμένος από το Συνταγματικό Δίκαιο του Ν.Ι. Σαριπόλου: «… η της πολιτείας δόξα έσται του στέμματος το κλέος». Βέβαια η συνέχεια, δεν πήγε και τόσο καλά: «και ο του Κράτους πλούτος, το σθένος του σκήπτρου»).

Αν ο αναγνώστης κατευθυνθεί απευθείας στην κατακλείδα της ανάλυσης του Σπ. Πλουμίδη σχετικά με το τι εξηγεί την (οριστική κατά τα φαινόμενα μετά και το δημοψήφισμα του 1974, με καίρια την στάση Κωνσταντίνου Καραμανλή…) πτώση/απομάκρυνση της βασιλείας, συναντά τα ακόλουθα τέσσερα στοιχεία:

(Α) Το Στέμμα ταυτίστηκε με τη Χούντα («εντός και εκτός εισαγωγικών»). Ο Πλουμίδης παραπέμπει στον Γάλλο δημοσιογράφο Μαρκ Μαρσώ – «Η Ελλάδα των συνταγματαρχών» - αλλά και στον κοντινό του Καραμανλή πολιτικό αναλυτή Γεώργιο Δρόσο για το πώς η κοινή γνώμη «ευρήκε πρόχειρο θύμα τον Κωνσταντίνο, τον συνέδεσε με την δικτατορία και τον έκανε «εξιλαστήριον θύμα» [της Δικτατορίας]».

(Β) Ταύτιση υπήρξε του Στέμματος και με την ξενοκρατία και την Αμερικανική ηγεμονία. Παραπέμπει ο Πλουμίδης στους London Times για την εκτίμηση ότι «95% του ελληνικού λαού πίστευε ότι υπεύθυνοι για το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου ήταν οι Αμερικανοί», και για την επεξήγηση του αντιδυτικού/αντιαμερικανικού «και ουδετερόφιλου» ρεύματος στην Ελλάδα. Αυτή η ταύτιση λειτούργησε καταδικαστικά για το στέμμα.

(Γ) Ο λάθος τρόπος των Αμερικανών να παρεμβαίνουν στα ελληνικά πράγματα: «Οι Αμερικανοί εξέθεσαν ανεπανόρθωτα τον βασιλιά των Ελλήνων στα μάτια των υπηκόων του» -όπως με την δημοσιοποίηση εμπιστευτικών συνομιλίων τους με τον Κωνσταντίνο (1966), όταν εκείνος αντιμετώπιζε … αναστολή «προσωρινώς μέρους του Συντάγματος».

(Δ) Η άνοδος ριζοσπαστικών δυνάμεων στην Ελλάδα, την δεκαετία του΄60,παράλληλα και με την αναβάθμιση του ρόλου της νεολαίας. Ακόμη και στις τάξεις των κεντρώων ή και των συντηρητικών, σαφέστατα δε στην Αριστερά, ήδη από την δεκαετία τού ΄60 η βασιλεία θεωρήθηκε «αναχρονισμός» – πάντως στα (ανερχόμενα) αστικά κέντρα της χώρας.

Όταν προστέθηκε και ο ενισχυόμενος κοινωνικός ρόλος της νεολαίας, η υπόθεση είχε πλέον κριθεί. Game over -όπως το μάθαμε αργότερα.

Κάναμε αυτήν την πρωθύστερη επιλογή, να αναδείξουμε τα συμπεράσματα του Σπ. Πλουμίδη – ο οποίος, σημειωτέον δεν δείχνει εκ των πολεμίων του βασιλικού θεσμού. Για παράδειγμα: «Η δεκαετία του 1950 μπορεί να χαρακτηρισθεί η Belle Epoque του ελληνικού Στέμματος στον 20ο αιώνα. Το Στέμμα του Βασιλιά Παύλου δεν ήταν βεβαίως ανέφελο, ούτε όμως ακάνθινο» – επειδή ακριβώς η διαδρομή που ακολουθεί για να φωτίσει την κατάληξη των πραγμάτων δεν παραμερίζει τις ευνοϊκότερες απόψεις. Όμως ακόμη και ο Χρ. Σγουρίτσας (για τον Πλουμίδη «μύστης του Συνταγματικού Δικαίου»…), ο οποίος π.χ. κατά την εκτροπή της Αποστασίας έκρινε «την ενέργεια του Βασιλέως άμεμπτον», επεσήμαινε ότι «η περαιτέρω τύχη του θεσμού [της βασιλείας]» θα κρινόταν από «την ικανότητα των φορέων του να υποτάσσουν τα συμφέροντα του θρόνου εις τα συμφέροντα του λαού». Κάτι τέτοιο δεν έγινε. Σε καμιά φάση.

Μαζί και με τα όσα αναδεικνύει η βουτιά του Σπ. Πλουμίδη στα βρετανικά και γαλλικά αρχεία, στα αντίστοιχα των ΗΠΑ αλλά και το Ιστορικό/Διπλωματικό Αρχείο του ΥΠΕΞ, στα ΓΑΚ/Γενικά Αρχεία του Κράτους, συν στο αρχειακό υλικό Ελευθερίου Βενιζέλου και Κωνσταντίνου Καραμανλή και σε αληθινά διεξοδική βιβλιογραφία καθώς και στα σώματα 21 εφημερίδων, εκείνο που θα συναντήσει ο αναγνώστης είναι τα ίχνη – διόλου συγκαλυμμένα, άλλωστε – της σταθερά επανερχόμενης επιρροής (αν μη επιβολής) του ξένου παράγοντα στις ελληνικές πολιτειακές εξελίξεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, από τον πικρό Μεσοπόλεμο/ κατάληξη του Διχασμού, ο «αντικοινοβουλευτικός τρόπος με τον οποίο έγινε η παλινόρθωση του Γεωργίου Β΄», που κατέληξε να καταστήσει «τον βασιλιά ανασφαλή και δέσμιο όσων τον επανέφεραν στην Ελλάδα». Αυτήν τη βαθύτερη ανασφάλεια, μετά και την εκ νέου επιστροφή του Γεωργίου στην Ελλάδα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έφεραν ως βαρίδι οι διάδοχοί του –και ο Παύλος, και ο Κωνσταντίνος Β΄ όταν βρέθηκαν μπροστά στην άνοδο των αντιμοναρχικών αισθημάτων, τον Ανένδοτο κοκ.

«Η της πολιτείας δόξα»  είχε προ πολλού πάψει να αποτελεί «του στέμματος το κλέος»

 

Εάν θέλετε κάθε πρωί το ενημερωτικό δελτίο του KReport στο email σας και πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενό μας, κάντε μια δοκιμαστική συνδρομή!