ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΘΕΜΑ
ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΚREPORT

Ο Τραμπ θα μπορούσε να κάνει την Κίνα μεγάλη ξανά

Τα γεράκια που πιέζουν να έχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες σκληρή στάση απέναντι στην Κίνα, συνήψαν με τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ κάτι σαν φαουστιανή συμφωνία. Ανησυχούν ότι η ισχύς του Πεκίνου ξεπερνά εκείνη της Ουάσιγκτον και επικρίνοντας τους Δημοκρατικούς, πίστεψαν ότι ο Τραμπ είναι η καλύτερη επιλογή για μια πιο σθεναρή προσέγγιση απέναντι στην Κίνα. Όμως, μετά τη θυελλώδη έναρξη της νέας θητείας του, αυτή η συμφωνία φαίνεται ασταθής.

Η προσέγγιση του Τραμπ αποτελεί αίνιγμα. Από τη μία πλευρά, έχει διορίσει σοβαρούς επικριτές της Κίνας σε σημαντικές θέσεις, μεταξύ άλλων στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και στο Υπουργείο Άμυνας. Αυτή η ομάδα συνθέτει τα στοιχεία μιας πιο ανταγωνιστικής προσέγγισης.

Από την άλλη πλευρά, το δεύτερο ξεκίνημα του Τραμπ στον Λευκό Οίκο παρουσιάζει ήδη μυριάδες απροσδόκητες ευκαιρίες που μπορεί να εκμεταλλευτεί η Κίνα.

Όσοι υποστηρίζουν μια πιο ανταγωνιστική προσέγγιση μπορούν να επικαλεστούν κάποιες πρώτες νίκες. Ο Τραμπ επέκρινε τους Ευρωπαίους συμμάχους, αλλά ήταν πολύ πιο ευγενικός με την Ασία. Ο Ιάπωνας πρωθυπουργός Σιγκέρου Ισίμπα έκανε ένα επιτυχημένο ταξίδι στην Ουάσιγκτον στις αρχές Φεβρουαρίου και η επίσκεψη του Ινδού πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι την περασμένη εβδομάδα έδειξε μια Ινδο-Αμερικανική σχέση σε φαινομενικά άριστη υγεία. Η ομάδα του Τραμπ επιβεβαίωσε εκ νέου την υποστήριξή της στο σύμφωνο Αυστραλίας-Ηνωμένου Βασιλείου-ΗΠΑ (γνωστό ως AUKUS), ενώ τα πολεμικά αεροσκάφη των ΗΠΑ πραγματοποιούσαν κοινές περιπολίες πάνω από τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας για να υποστηρίξουν τις Φιλιππίνες.

Πιο ξεκάθαρα, η προσέγγιση του Τραμπ στην Ουκρανία, η απαίτησή του να παράσχουν τα ευρωπαϊκά έθνη εγγυήσεις ασφάλειας για ενδεχόμενη ειρηνευτική συμφωνία, καθώς και η δήλωση του υπουργού Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ ότι η Ουάσιγκτον δεν είναι πλέον «πρωταρχικά επικεντρωμένη» στην ασφάλεια της Ευρώπης, δείχνει μια κυβέρνηση που είναι αποφασισμένη να δώσει προτεραιότητα στον Ινδο-Ειρηνικό έναντι άλλων περιοχών. «Η Αμερική, ως ηγέτης του ελεύθερου κόσμου, που υπερασπίζεται τα αμερικανικά συμφέροντα, θα πρέπει να επικεντρωθεί στους κομμουνιστές Κινέζους», είπε ο Χέγκσεθ.

Ωστόσο, αυτή η φαινομενική προσπάθεια να δοθεί προτεραιότητα στον ανταγωνισμό με την Κίνα έρχεται σε έντονη αντίθεση με την ευρύτερη γεωπολιτική προσέγγιση του Τραμπ, ένα μεγάλο μέρος της οποίας πιθανότατα θα αποτελέσει αιτία ικανοποίησης στο Πεκίνο. Κάποια από τα στοιχεία της συνδέονται με την σκληρή μεταχείριση του Τραμπ προς τους συμμάχους και με τη μακροπρόθεσμη ελπίδα της Κίνας ότι μπορεί να καταρρεύσει το παγκόσμιο σύστημα συμμαχιών των Ηνωμένων Πολιτειών.

Η ομιλία της ορκωμοσίας του Τραμπ, περιλάμβανε ελάχιστη κριτική για την Κίνα, με εξαίρεση δύο αναφορές στο Πεκίνο ως δικαιολογία για το σχέδιο του Τραμπ να «πάρει πίσω» τη Διώρυγα του Παναμά. Τα άλλα θέματα του, όπως οι νεο-αυτοκρατορικές του φιλοδοξίες για τη Γροιλανδία, έγιναν ευπρόσδεκτα από την Κίνα, δεδομένου ότι ευθυγραμμίζονται με τις φιλοδοξίες της να ελέγξει την Ταϊβάν και σηματοδοτούν τη λήξη της υποστήριξης των ΗΠΑ για μια τάξη βασισμένη σε κανόνες, που η Κίνα επιδιώκει εδώ και καιρό να ανατρέψει.

Το ίδιο ισχύει και για τον τρόπο με τον οποίο ο Τραμπ επιδιώκει μια συμφωνία μεγάλων δυνάμεων για την Ουκρανία, προσφέροντας παραχωρήσεις στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν και παραμερίζοντας την Ευρώπη. Όλα αυτά προσφέρουν γεωπολιτικό πλεονέκτημα στο Πεκίνο, δεδομένης της οιονεί συμμαχίας του με τη Μόσχα καθώς και των μακροπρόθεσμων στόχων του να προκαλέσει ρήξη μεταξύ Ευρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών και να υπονομεύσει το ΝΑΤΟ ώστε να μην μπορεί να εμπλακεί στην Ασία.

Κατά τα άλλα, οι πολιτικές του Τραμπ δημιουργούν ανοίγματα για πιθανή αύξηση της κινεζικής επιρροής. Το αμφιλεγόμενο σχέδιό του να πάρει τον έλεγχο της Γάζας έχει σπείρει διχόνοια, όχι μόνο μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, αλλά και μεταξύ των εθνών με μουσουλμανική πλειοψηφία στην Ασία, όπως η Ινδονησία και η Μαλαισία. Η προσπάθειά του να κλείσει τον Οργανισμό των Ηνωμένων Πολιτειών για τη Διεθνή Ανάπτυξη, αν και δεν αποτελεί κρίσιμο πλήγμα στην ικανότητα της Ουάσιγκτον να αντιμετωπίζει τον ανταγωνισμό μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, ενισχύει τους ισχυρισμούς του Πεκίνου για αναξιοπιστία των ΗΠΑ.

Είναι πιθανό να προκαλέσει περισσότερες θεσμικές διαταραχές με τρόπους που θα ωφελήσουν περαιτέρω το Πεκίνο, όπως η αποψίλωση των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ και οι πιθανές εκκαθαρίσεις στη στρατιωτική της ηγεσία. Η Κίνα μπορεί να μην είναι σε θέση να εκμεταλλευτεί αυτές τις ευκαιρίες. Αλλά σίγουρα θα προσπαθήσει να το κάνει. Όπως σημείωσε ο Jin Yinan, καθηγητής στρατιωτικής στρατηγικής στο Πανεπιστήμιο Εθνικής Άμυνας της Κίνας, σε μια συνέντευξη του 2018 στο New Yorker, «καθώς οι ΗΠΑ αποχωρούν από τον κόσμο, εμφανίζεται η Κίνα».

Οι τάσεις του Τραμπ για τη σύναψη συμφωνιών είναι ξεκάθαρες, από την πρόσκλησή του προς τον Σι να παραστεί στην ορκωμοσία του, μέχρι τη μεταστροφή του για να παραμείνει το TikTok υπό κινεζικό έλεγχο.

Η κύρια ελπίδα του Πεκίνου θα είναι να παρασύρει τον Τραμπ σε μια μεγάλη συμφωνία που να αφορά το καθεστώς της Ταϊβάν. Ο Τραμπ έχει δείξει ελάχιστο ενδιαφέρον για την υποστήριξη του νησιού. Είναι γνωστό ότι είναι απαισιόδοξος για την ικανότητα των Ηνωμένων Πολιτειών να αποτρέψουν τον μακροπρόθεσμο στόχο της Κίνας να την ενσωματώσει. Το στυλ χάραξης πολιτικής του Τραμπ είναι εμφανώς απρόβλεπτο και έχει λίγες σταθερές ιδεολογικές πεποιθήσεις, αλλά παραμένει κορυφαίος στις συναλλαγές. Θα τον γοήτευαν οι επισκέψεις υψηλού προφίλ στο Πεκίνο, μελλοντικές σύνοδοι κορυφής με τον Σι και η ιδέα της επίτευξης μιας σημαντικής συμφωνίας. Δεν είναι αδιανόητη μια νέα οικονομική συμφωνία, στην οποία η Κίνα θα υποσχεθεί να επενδύσει στις Ηνωμένες Πολιτείες με αντάλλαγμα μειώσεις στους περιορισμούς των εξαγωγών τεχνολογίας.

Η πολύ απρόβλεπτη προσέγγιση του Τραμπ στην Κίνα, που μπορεί να μετατοπιστεί γρήγορα από τις επιθετικές απειλές για τους δασμούς στη θερμή προσωπική διπλωματία, καθιστά εξαιρετικά δύσκολο για τα γεράκια που διόρισε, ή ακόμα και τους συμμάχους των ΗΠΑ, να προβλέψουν τι θα μπορούσε να κάνει τελικά.

Φυσικά, η ηγεσία της Κίνας δεν πρόκειται να εκφράσει δημόσια ότι διακρίνει μια γεωπολιτική ευκαιρία. Πιθανότατα, θα συνεχίσει να δηλώνει ότι οι δύο υπερδυνάμεις «σέβονται η μία τα βασικά συμφέροντα και τις μεγάλες ανησυχίες της άλλης», όπως είπε ο Σι σε συνομιλία με τον Τραμπ τον Ιανουάριο. Αλλά ενώ οι σύμμαχοι της Ουάσιγκτον ανησυχούν κατ' ιδίαν για την προθυμία του Τραμπ να ανατρέψει τις βασικές αρχές της υπάρχουσας διεθνούς τάξης, το Πεκίνο υπολογίζει ότι η δεύτερη προεδρία του θα επιταχύνει τις αλλαγές που η Κίνα επιδιώκει εδώ και καιρό να επιτύχει.

 

Εάν θέλετε κάθε πρωί το ενημερωτικό δελτίο του KReport στο email σας και πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενό μας, κάντε μια δοκιμαστική συνδρομή!