Η νέα αρχιτεκτονική εφοδιασμού της Ευρώπης σε εποχή γεωπολιτικής αβεβαιότητας συζητήθηκε στο πρόσφατο 8ο Ελληνοβρετανικό Συμπόσιο, με πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα.
Η πανδημία και ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας εξάρθρωσαν τις περισσότερες αλυσίδες εφοδιασμού σε όλο τον κόσμο. Τα καύσιμα, τα τρόφιμα, τα εμπορεύματα, τα εξαρτήματα, τα μικροτσίπ και τα υποσυστήματα δέχθηκαν μεγάλη πίεση, περιορίζοντας την παραγωγή τελικών αγαθών και ωθώντας τις τιμές προς τα πάνω. Η πιο πρόσφατη εμπλοκή στη Γάζα οδήγησε σε περισσότερες διαταραχές των εμπορικών ροών, με τον αποκλεισμό της διώρυγας του Σουέζ. Είναι ενδιαφέρον ότι οι όγκοι δεν μειώθηκαν και το εμπόριο δεν απο-παγκοσμιοποιήθηκε, αλλά αντίθετα, παρά την πολιτική εργαλειοποίησή του, αυξήθηκε.
Η ευρωπαϊκή βιομηχανία εξαρτάται από τις εισαγωγές ενέργειας, πρώτων υλών, κατασκευαστικών στοιχείων και υποσυστημάτων. Το on-shoring και η καθετοποίηση μπορούν να αντιμετωπίσουν, με σημαντικά υψηλότερο κόστος, μέρος των προβλημάτων εφοδιασμού, αλλά η ασφαλής προμήθεια όλων όσων χρειάζονται παραμένει υψίστης σημασίας για τη συνολική ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης.
Η ενεργειακή ασφάλεια στην μετάβαση προς μηδενικές καθαρές εκπομπές πρέπει να αποτελεί πρωταρχικό μέλημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Νέες πηγές παλαιάς ενέργειας, περισσότερη ανανεώσιμη ενέργεια, εξηλεκτρισμός της τελικής ζήτησης, ενισχυμένες υποδομές μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, πυκνή διασυνδεσιμότητα και διαχείριση του CO2 είναι τα βασικά ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπισθούν. Οι επενδύσεις που απαιτούνται για νέα δυναμικότητα παραγωγής ενέργειας και αναβάθμιση των υποδομών είναι τεράστιες και το κόστος της τελικής ενέργειας θα αυξηθεί, θέτοντας το πρόβλημα της οικονομικής προσιτότητας.
Η αναδιάταξη των αλυσίδων εφοδιασμού οδήγησε ήδη σε σημαντικές αλλαγές στα δίκτυα θαλάσσιων και χερσαίων μεταφορών. Η επέκταση και αναβάθμιση των λιμένων και των σιδηροδρομικών τερματικών σημείων καθώς και η μετάβαση σε μια νέα γενιά καυσίμων κίνησης αναδεικνύονται ως μεγάλες προκλήσεις. Η αποδοτική και αποτελεσματική διασύνδεση των εμπορικών ροών, των σημείων εισόδου στην Ευρώπη, της παραγωγής και της κατανάλωσης θα αποτελέσει τεχνικό αλλά ταυτόχρονα και πολιτικό επίτευγμα.
Οι γεωπολιτικές αβεβαιότητες και η σημαντική αλλαγή των αλυσίδων μεταβάλλουν ήδη τον χάρτη εφοδιασμού της Ευρώπης. Η αδιάλειπτη τροφοδότηση της βιομηχανίας με ό,τι χρειάζεται και ολόκληρης της οικονομίας με ενέργεια αποτελούν προϋποθέσεις για τη διατήρηση και τη βελτίωση της ανταγωνιστικής της θέσης. Είναι πολύ ισχυρά τα πολιτικά και οικονομικά επιχειρήματα για την αναδιοργάνωση, την ανα-βελτιστοποίηση και την προστασία των αλυσίδων εφοδιασμού, ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος ελλείψεων, ενώ το κόστος συγκρατείται.
Η απανθρακοποίηση της παραγωγής ενέργειας απαιτεί νέο εξοπλισμό (π.χ. φωτοβολταϊκά πάνελ, μπαταρίες, αντλίες θερμότητας), κρίσιμα ορυκτά και σπάνιες γαίες (π.χ. λίθιο), τις αγορές των οποίων σήμερα ελέγχει η Κίνα. Η τωρινή εξάρτηση της Ευρώπης από παραγωγούς πετρελαίου και φυσικού αερίου, όπως ο ΟΠΕΚ+, η Ρωσία, οι ΗΠΑ και η Δ. Αφρική, θα αντικατασταθεί από την εξάρτηση από την Κίνα, αν δεν βρεθούν νέοι συνεργάσιμοι προμηθευτές κρίσιμων υποσυστημάτων και πρώτων υλών.
Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι οι συνθήκες επιβάλλουν σημαντικές αλλαγές πολιτικής, ώστε η αρχιτεκτονική εφοδιασμού της Ευρώπης να προσαρμοστεί σ΄ αυτές και οι γεωπολιτικές γραμμές θα επαναπροσδιορισθούν.
Η Ευρώπη θα πρέπει να αξιοποιήσει τις νέες ευκαιρίες και να διαχειριστεί τους κινδύνους με κεντρικά συντονισμένο τρόπο και διακρατικές συμφωνίες και ευρείες συμμαχίες. Θα πρέπει να αναπτύξει νέες γραμμές εφοδιασμού από νότο προς βορρά ενισχύοντας την ζεύξη της με την Αφρική και τη Λατινική Αμερική. Η εξωτερική της πολιτική απέναντι σε χώρες στρατηγικού ενδιαφέροντος θα πρέπει να είναι ισχυρή, σταθερή και καλά χρηματοδοτούμενη. Η δημιουργία μιας μεγάλης και οικονομικά πειθαρχημένης ευρωπαϊκής αγοράς ηλεκτρισμού είναι καίριας σημασίας για την ασφάλεια και την οικονομική προσιτότητα της ενέργειας.
Επίσης θεμελιώδους σημασίας είναι η Ευρώπη να συγκεντρώσει τις επενδύσεις σε τεχνολογίες που υπερέχουν όσων είναι κινεζικής προέλευσης και σε επενδυτικά σχέδια που θα γεφυρώσουν γρήγορα το χάσμα με την Κίνα, αντί να τις σπαταλήσει σε πολλές μικρές, σχεδόν τυχαίες, προσπάθειες. Η ευρωπαϊκή βιομηχανία πρέπει να εμπλουτιστεί με υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις παραγωγής και giga-factories, για να βελτιώσει την παραγωγικότητα για να αντισταθμίσει την αύξηση του κόστους. Και τέλος, τα ρυθμιστικά καθεστώτα της στην βιομηχανία και την ενέργεια πρέπει να γίνουν πολύ πιο φιλικά προς τις επενδύσεις και σταθερά στον χρόνο.
Λείπει ο χρόνος και όχι τα κεφάλαιο . Αν η Ευρώπη δεν κινηθεί γρήγορα για να ανακτήσει την απόσταση που έχασε τόσο από την Κίνα όσο και από τις ΗΠΑ, γρήγορα θα καταστεί ουραγός, ανίκανη να ικανοποιήσει τους πολίτες της και να διατηρήσει τις ευρωπαϊκές αξίες.