Αφού βγήκαν από τον εφιάλτη του COVID-19 και μετά από πέντε αλλεπάλληλες εκλογές, οι Ισραηλινοί πίστευαν ότι το 2023 θα ήταν έτος εθνικής ανάκαμψης. Αυτές οι ελπίδες σκοτείνιασαν τον Ιανουάριο, όταν ο υπουργός Δικαιοσύνης Yariv Levin αποκάλυψε τα σχέδιά του για αναμόρφωση του δικαστικού συστήματος του Ισραήλ, που πυροδότησαν μαζικές διαμαρτυρίες και βύθισαν τη χώρα σε βαθιά πολιτική κρίση. Στη συνέχεια, η ελπίδα έσβησε τελείως στις 7 Οκτωβρίου, την ημέρα που περισσότεροι από 1.100 άνθρωποι δολοφονήθηκαν -και άλλοι 252 απήχθησαν στη Γάζα- από μια αγέλη της Χαμάς κατά την εισβολή της στο νότιο Ισραήλ.
Η ολική καταστροφή που προκλήθηκε από την επιδρομή του Οκτωβρίου κλόνισε την εμπιστοσύνη των Ισραηλινών στους μέχρι τότε πιο σεβαστούς δημόσιους θεσμούς -την κυβέρνηση, τον στρατό και τις υπηρεσίες πληροφοριών- καθώς το μέγεθος της κολοσσιαίας δυσλειτουργίας τους γινόταν όλο και πιο εμφανές. Στην πιο σκοτεινή του ώρα, το Ισραήλ παρέπαιε ακυβέρνητο, εγκαταλειμμένο από την ηγεσία του.
Ένα χρόνο αργότερα, αυτά τα συναισθήματα παραμένουν. Οι υποσχέσεις του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου για «απόλυτη νίκη» επί της Χαμάς είναι κούφιες. Οι Ισραηλινοί είτε είναι απογοητευμένοι που η υπόσχεσή του παραμένει ανεκπλήρωτη είτε, εναλλακτικά, δεν πιστεύουν ότι ένα τέτοιο κατόρθωμα είναι καν εύλογο. Τα θύματα αυξάνονται και οι διαπραγματεύσεις για τον επαναπατρισμό των ομήρων βρίσκονται σε αδιέξοδο. Εν τω μεταξύ, η Χαμάς ανασυντάσσεται σε περιοχές από τις οποίες έχει αποσυρθεί ο ισραηλινός στρατός (IDF). Και αυξάνεται η διεθνής πίεση προς το Ισραήλ να αποδεχθεί μια κατάπαυση του πυρός που θα το εμποδίσει να διαλύσει τελείως την τρομοκρατική υποδομή της Γάζας.
Το βυθισμένο ισραηλινό ηθικό αναπτερώθηκε αισθητά στις 17 Σεπτεμβρίου, όταν η διεθνής προσοχή στράφηκε ξαφνικά προς τον Λίβανο, όπου χιλιάδες μέλη της Χεζμπολάχ - ορκισμένοι εχθροί του Ισραήλ - ήταν τα απροσδόκητα θύματα των ευρωπαϊκής κατασκευής τηλεειδοποιητών AR-924 που πυροδοτήθηκαν σχεδόν ταυτόχρονα. Ένας εκπρόσωπος της Χεζμπολάχ χαρακτήρισε το περιστατικό, στο οποίο τραυματίστηκε και ο πρεσβευτής του Ιράν στη Βηρυτό, ως τη «μεγαλύτερη παραβίαση ασφαλείας» της οργάνωσης από την αρχή της σύγκρουσης. Αυτές τις εκρήξεις ακολούθησε, την επόμενη μέρα, ένας δεύτερος γύρος εκρήξεων σε εκατοντάδες πομποδέκτες IC-V82 που επίσης χρησιμοποιούσαν στελέχη της Χεζμπολάχ.
Αν και το Ισραήλ δεν ανέλαβε την ευθύνη για τις δίδυμες εκρήξεις, ο ισραηλινός στρατός δεν δίστασε να διεκδικήσει τα εύσημα για τις επακόλουθες στοχευμένες δολοφονίες διοικητών της Χεζμπολάχ, συμπεριλαμβανομένου του Ibrahim Aqil, του επικεφαλής της επίλεκτης μονάδας Radwan, και του Ibrahim Qabisi, επικεφαλής του τμήματος ρουκετών και πυραύλων της.
Η χώρα βρέθηκε σε πραγματική έκσταση στις 28 Σεπτεμβρίου, όταν επιβεβαιώθηκε ότι ένα χτύπημα ακριβείας από τα F-15I της ισραηλινής αεροπορίας είχε σκοτώσει τον Χασάν Νασράλα, τον γενικό γραμματέα της Χεζμπολάχ. Η επιχείρηση Northern Arrows -κωδικός του IDF για την εκστρατεία του στον Λίβανο- έχει αυξήσει τα ποσοστά αποδοχής του Νετανιάχου μεταξύ των Ισραηλινών, που βλέπουν την κυβέρνησή τους να αναλαμβάνει επιτέλους την πρωτοβουλία και να ξαναχτίζει αμυντικό τείχος απέναντι στον τρομερό αντίπαλό τους στον Βορρά και, ελπίζουν, την ευρύτερη περιοχή. Τώρα η Χεζμπολάχ φαίνεται να είναι ακυβέρνητη.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, το Ισραήλ ήταν πολύ καλύτερα προετοιμασμένο να αντιμετωπίσει τη Χεζμπολάχ παρά να ανταποκριθεί στην πρόκληση της Χαμάς. Η 7η Οκτωβρίου κατάφερε να αιφνιδιάσει τους Ισραηλινούς στρατηγούς λόγω, τουλάχιστον εν μέρει, της συστημικής υποτίμησης των δυνατοτήτων της Χαμάς και του συνακόλουθου εφησυχασμού απέναντι στις πραγματικές απειλές από τη Γάζα. Αντίθετα, η βαθιά διείσδυση κατασκόπων στη Χεζμπολάχ επέτρεψε στον IDF να εξαλείψει γρήγορα τη συντριπτική πλειονότητα του ανώτερου κλιμακίου αυτής της οργάνωσης και, σύμφωνα με τον υπουργό Άμυνας Yoav Gallant, ένα σημαντικό μέρος του οπλοστασίου της. Η ιεραρχία έχει αποδεκατιστεί, η Χεζμπολάχ «μάλλον πήγε 20 χρόνια πίσω», δήλωσε στο CNN αξιωματούχος των ΗΠΑ.
Αλλά αυτή η άνοδος του ηθικού του Ισραήλ και οι προοπτικές του στο μέτωπο θα μπορούσαν να αποδειχθούν προσωρινές. Δεκάδες χιλιάδες Ισραηλινοί παραμένουν εκτοπισμένοι από τα σπίτια τους, τα οποία βρίσκονται στη γραμμή άμεσου πυρός της Χεζμπολάχ. Αυτοί οι αριθμοί θα μπορούσαν να αυξηθούν καθώς η Χεζμπολάχ διευρύνει τη γεωγραφική εμβέλεια των επιθέσεων της. Στις 25 Σεπτεμβρίου η Χεζμπολάχ εκτόξευσε για πρώτη φορά έναν πύραυλο εναντίον του Τελ Αβίβ. Είναι προφανές ότι οι μαχητές της συνεχίζουν να διαθέτουν άφθονα πυρομαχικά, τα οποία θα μπορούσαν να εξαπολυθούν καθώς προχωρά η χερσαία εισβολή του IDF. Ακόμη χειρότερα, το Ιράν, ο χορηγός της Χεζμπολάχ, βγήκε από το περιθώριο την 1η Οκτωβρίου όταν έστειλε ένα κύμα, σχεδόν 200, βαλλιστικών πυραύλων στο Ισραήλ.
Το Ισραήλ βρίσκεται ξανά σε σταυροδρόμι. Αύξησε την ένταση των βομβαρδισμών στον Λίβανο, ως μέρος μιας δήθεν προσπάθειας «αποκλιμάκωσης μέσω κλιμάκωσης», η οποία θεωρητικά θα μπορούσε να εξαπλωθεί και σε άλλες επικίνδυνες περιοχές. Οι ισορροπίες είναι εξαιρετικά ευαίσθητες, ειδικά από τη στιγμή που το Ιράν δεν βρίσκεται πλέον στο περιθώριο. Τυχόν λανθασμένοι υπολογισμοί - είτε από το Ισραήλ είτε από τη Χεζμπολάχ - θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν έναν πόλεμο πλήρους κλίμακας στα πολλαπλά μέτωπα που ο Νετανιάχου έχει επανειλημμένα απαριθμήσει. Αυτό θα σήμαινε μια πιθανή καταστροφή όχι μόνο για τους πολίτες και τις υποδομές του Ισραήλ, αλλά και για την ήδη ταλαιπωρημένη οικονομία και το παγκόσμιο κύρος του. Στις 27 Σεπτεμβρίου, ο Moody’s υποβάθμισε τις αξιολογήσεις του Ισραήλ για δεύτερη φορά φέτος και δήλωσε ότι οι «προοπτικές του παραμένουν αρνητικές». Η Standard and Poor's έκανε το ίδιο την 1η Οκτωβρίου.
Μια διαφορετική πορεία προς τα εμπρός πρότεινε στις 25 Σεπτεμβρίου, μια κοινοπραξία χωρών που υποστηρίζεται από τις ΗΠΑ. Πρότεινε 20ήμερη εκεχειρία στα σύνορα Λιβάνου-Ισραήλ, κατά την οποία θα ξεκινούσαν διαπραγματεύσεις για τερματισμό των εχθροπραξιών. Οι Ισραηλινοί ήταν εύλογα διστακτικοί και προς αυτή την οδό. Μια παρατεταμένη διακοπή θα έδινε πολύτιμο χρόνο στη Χεζμπολάχ για να ανακάμψει και να αναπληρώσει τα εξαντλημένα αποθέματά της. Επιπλέον, οι Ισραηλινοί δεν πιστεύουν ότι συμφωνίες που βασίζονται σε διεθνείς εγγυήσεις, (όπως το ψήφισμα 1701 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το οποίο όρισε «τη δημιουργία μιας περιοχής απαλλαγμένης από κάθε ένοπλο προσωπικό, εγκαταστάσεις και όπλα, μεταξύ της Γαλάζιας Γραμμής και του ποταμού Λιτάνι, εκτός από αυτά της κυβέρνησης του Λιβάνου και της UNIFIL», αλλά έχει παραβιαστεί κατάφωρα από τη Χεζμπολάχ), μπορούν να υποκαταστήσουν την ανεξάρτητη δράση των ισραηλινών δυνάμεων.
Χωρίς την τέλεια εναλλακτική επιλογή, η κυβέρνηση Νετανιάχου, ακόμα εξαιρετικά αντιδημοφιλής στο εκλογικό σώμα, απέχει μόνο μερικές κρίσιμες αποφάσεις είτε από το να βγάλει τους Ισραηλινούς από τον παρατεταμένο εφιάλτη τους, είτε να μετατρέψει μια κακή κατάσταση σε πολύ χειρότερη. «Η επιστροφή των κατοίκων του βορρά με ασφάλεια στα σπίτια τους», ο στόχος που το υπουργικό συμβούλιο ασφαλείας του Ισραήλ πρόσθεσε στους πολεμικούς του στόχους στις 17 Σεπτεμβρίου, θα μπορούσε εύκολα να γίνει.
Ο χειρισμός του πρωθυπουργού στις πρόσφατες συζητήσεις σχετικά με την πιθανή παύση των τριών εβδομάδων υποδηλώνει ότι ίσως κινείται προς τη λάθος κατεύθυνση. Ο Νετανιάχου προφανώς είπε «ναι» στην προσπάθεια, αλλά υπέκυψε στις θορυβώδεις αντιρρήσεις των κυβερνητικών εταίρων του, που απείλησαν να τον ανατρέψουν εάν συναινούσε και ανακάλεσε τη δέσμευσή του. Οι προφανείς προστριβές με τις Ηνωμένες Πολιτείες για τα αντίποινα στην τελευταία ιρανική επίθεση εκθέτουν σε κίνδυνο το Ισραήλ, το οποίο δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνο του την απειλή του Ιράν.
Η ύβρις δεν είναι σύμμαχος. Και οι μάχες κάποτε θα τελειώσουν. Μια πιο αποτελεσματική επιλογή για τον Νετανιάχου θα ήταν να τείνει το χέρι στην κυβέρνηση Μπάιντεν. Να αρχίσει να συνεργάζεται εποικοδομητικά για ένα εφικτό τελικό αποτέλεσμα που (εξαργυρώνοντας τους θριάμβους της χώρας του στο πεδίο μάχης) θα τερματίζει τους πολέμους φθοράς στη Γάζα και τον Λίβανο, θα διευκολύνει πραγματικά την επιστροφή των ομήρων και των εκτοπισμένων πολιτών της από τον βορρά. Η συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι εξίσου θεμελιώδης απέναντι στο Ιράν, αφού το Ισραήλ θα μπορούσε να ανταλλάξει θανάσιμα πλήγματα με την Ισλαμική Δημοκρατία.
Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν (ο οποίος χαιρέτισε τον θάνατο του Νασράλα ως «πράξη δικαιοσύνης για τα πολλά θύματά του, συμπεριλαμβανομένων χιλιάδων Αμερικανών, Ισραηλινών και Λιβανέζων αμάχων) έχει επανειλημμένα αποδείξει ότι δεν τρέφει αυταπάτες για τους κινδύνους που αντιμετωπίζει το Ισραήλ. Ο υπουργός Άμυνας του, Λόιντ Όστιν, έχει αναγνωρίσει την επιτακτική ανάγκη για «διάλυση των υποδομών επίθεσης κατά μήκος των συνόρων για να διασφαλιστεί ότι η λιβανέζικη Χεζμπολάχ δεν μπορεί να πραγματοποιήσει στις βόρειες κοινότητες του Ισραήλ επιθέσεις όπως της 7ης Οκτωβρίου». Στις 4 Οκτωβρίου, ο ίδιος ο Μπάιντεν επανέλαβε ότι «οι Ισραηλινοί έχουν κάθε δικαίωμα να απαντήσουν στις άγριες επιθέσεις εναντίον τους όχι μόνο από τους Ιρανούς αλλά από... όλους από τη Χεζμπολάχ μέχρι τους Χούθι». Ο Νετανιάχου πρέπει να εκμεταλλευτεί τους τελευταίους μήνες της προεδρίας Μπάιντεν για να διασφαλίσει την «επόμενη μέρα» του Ισραήλ, συνάπτοντας εκεχειρίες με τους γείτονές του με ευνοϊκούς όρους για το Ισραήλ, να αξιοποιήσει την καλή θέληση από τις συμφωνίες για να ενσωματώσει το Ισραήλ στην ευρύτερη περιοχή του και με αυτές τις θετικές ενέργειες να ακυρώσει την κακή επιρροή του Ιράν.
Η Ουάσιγκτον και το Παρίσι, ανάμεσα σε άλλες πρωτεύουσες, έσπευσαν να στείλουν βοήθεια όταν το Ιράν εκτόξευσε περισσότερους από 300 πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη στο Ισραήλ στις 13 Απριλίου. Τέτοια στήριξη (μαζί με την υλική και διπλωματική βοήθεια που προσφέρει στο Ισραήλ ο ευεργέτης του από τον Λευκό Οίκο) θα είναι εξ ίσου πολύτιμη εάν οι συνθήκες χειροτερέψουν και το Ισραήλ εμπλακεί σε ευρύτερες και ακόμη πιο βάναυσες μάχες. Εάν ο Νετανιάχου οδηγήσει το Ισραήλ σε αυτό το σκοτεινό σενάριο, έχοντας κάψει όλες τις γέφυρες του με τους φίλους της χώρας του, οι Ισραηλινοί θα τραγουδούν θλιμμένα για πολύ καιρό ακόμη.