Η νίκη της ακροδεξιάς στις χθεσινές κοινοβουλευτικές εκλογές στην Αυστρία ήταν αναμενόμενη. Όλες οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι το Κόμμα Ελευθερίας (FPÖ) θα ερχόταν πρώτο και ότι το κυβερνών κεντροδεξιό-δεξιό Λαϊκό Κόμμα (ÖVP) θα ήταν δεύτερο με μεγάλη διαφορά από τους τρίτους Σοσιαλδημοκράτες. Το μόνο θέμα συζήτησης ήταν (και είναι ακόμα) αν η θεσμική δεξιά του καγκελάριου Νεχάμερ θα συμμαχήσει με το FPÖ ή θα επιλέξει να αποκλείσει την ακροδεξιά από την εξουσία και να συγκυβερνήσει με τους Σοσιαλδημοκράτες και -αν χρειαστεί- με ένα ακόμα από τα μικρότερα κόμματα.
Προς το παρόν η δεύτερη επιλογή φαίνεται η πιο πιθανή.
Ο Χέρμπερτ Κικλ, ηγέτης του υπερεθνικιστικού, ευρωσκεπτικιστικού και αντιμεταναστευτικού FPÖ, εκ των πραγμάτων συμβάλλει σε αυτό με τις θέσεις και τα λόγια του. Ζητά τον τερματισμό της στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία, υπόσχεται να μεταμορφώσει την Αυστρία σε «φρούριο» και δηλώνει ότι θέλει να γίνει ο «Καγκελάριος του λαού», χρησιμοποιώντας την έκφραση Volkskanzler, με την οποία η Αυστρία αποκαλούσε ατύπως τον Χίτλερ. Επίσης επιβαρυντικό είναι ότι, πριν λίγες μέρες, οι Σοσιαλδημοκράτες αποκάλυψαν τεκμηριωμένα ότι σε κηδεία μέλους του FPÖ ακούστηκε ναζιστικό εμβατήριο. Ανησυχητική είναι, τέλος, η συμμετοχή του Κόμματος Ελευθερίας στην ομάδα Πατριώτες για την Ευρώπη του Ευρωκοινοβουλίου, μαζί με τα κόμματα των Ορμπάν, Λεπέν, Βίλντερς, Σαλβίνι και τους ακροδεξιούς της Ισπανίας και της Πορτογαλίας.
Η αυστριακή θεσμική δεξιά έχει παρελθόν στη συνεργασία με το ακροδεξιό κόμμα που ίδρυσαν το 1956 πρώην αξιωματικοί των SS και άλλοι πρώην Ναζί.
Μετά τις εκλογές το 1999, όταν το FPÖ ήρθε δεύτερο μετά τους Σοσιαλδημοκράτες, με διαφορά μικρότερη από 1.000 ψήφους από το τρίτο, το Λαϊκό Κόμμα, η συστημική δεξιά επέλεξε να μη συνεχίσει την κυβερνητική συνεργασία με τους Σοσιαλδημοκράτες και να συμπράξει με την ακροδεξιά και τον τότε ηγέτη της, Γιεργκ Χάιντερ. Σύμφωνα με τη συνταγματική τάξη, έπρεπε να οριστεί καγκελάριος ο Χάιντερ. Επειδή, όμως, ήταν εξαιρετικά εκτεθειμένος ως αντιευρωπαϊστής και αντιδημοκράτης, ο Χάιντερ δέχτηκε να αναλάβει καγκελάριος ο Βόλφγκανγκ Σούσελ, του Λαϊκού Κόμματος και λίγες μέρες αργότερα παραιτήθηκε από την ηγεσία του FPÖ. Πολλές ευρωπαϊκές και άλλες κυβερνήσεις επέβαλαν άτυπο διπλωματικό εμπάργκο στην κυβέρνηση Σούσελ, εξαιτίας της συμμαχίας του Λαϊκού Κόμματος με το FPÖ.
Προεκλογικά ο Νεχάμερ άφησε να εννοηθεί ότι θα εξέταζε το ενδεχόμενο συνεργασίας με το FPÖ «που έχει στις τάξεις του πολλούς λογικούς ανθρώπους», αλλά όχι με τον Κικλ. Μέχρι στιγμής ο Κικλ δεν δείχνει διατεθειμένος να παραμερίσει αλλά το κρίσιμο ερώτημα είναι τι θα επιλέξουν το Λαϊκό Κόμμα και ο Νεχάμερ. Θα επιδιώξουν επανάληψη της συγκυβέρνησης τύπου Σούσελ, διακινδυνεύοντας να έρθουν σε ρήξη με τη δημοκρατική δεξιά που συστεγάζεται μαζί τους στο ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα ή θα ηγηθούν κυβερνητικού συνασπισμού με τους Σοσιαλδημοκράτες;
Από αυτή την επιλογή θα φανεί και η συνοχή του δημοκρατικού τόξου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την οποία προσπαθεί να προστατεύσει η φον ντερ Λάιεν, αφήνοντας ανοιχτή την πόρτα στη συνεργάσιμη Μελόνι, αλλά όχι σε αντιευρωπαϊστές όπως ο Κικλ, ο Ορμπάν, ο Βίλντερς και η Λεπέν.