«Μία ριζική αλλαγή. Αυτό χρειαζόμαστε», δήλωσε επιτακτικά ο Μάριο Ντράγκι στις 16 Απριλίου, κοινοποιώντας για πρώτη φορά την επιτομή της έκθεσής του για το μέλλον της Κοινής Αγοράς. «Τα θεμέλια στα οποία χτίσαμε, σείονται» συνέχισε στο κείμενο των σχεδόν 400 σελίδων που έδωσε στη δημοσιότητα την προηγούμενη εβδομάδα. «Τα προηγούμενα πρότυπά μας ξεθωριάζουν».
Αν η ενήλικη Ευρώπη υπέφερε για χρόνια από ανεκπλήρωτες προσδοκίες, ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας διατύπωσε, ίσως πιο συγκροτημένα από ποτέ, ένα λόγο κάθαρσης από τις πληγές της νεανικής της αυτοπεποίθησης. Μίλησε για όρια στο ελεύθερο εμπόριο, του οποίου η ΕΕ υπήρξε ζωντανό σύμβολο. Μίλησε για την ανάγκη μιας βιομηχανικής πολιτικής κλίμακας, εξαγνίζοντας εξαρτήσεις που η Ευρώπη επέτρεπε ανοιχτά μόνο στους αγρότες της. Μίλησε για μέτρο στον ρυθμιστικό της ζήλο, εκεί όπου η Ευρώπη καινοτόμησε όσο κανένας.
Ο λόγος του Μάριο Ντράγκι δεν διχάζει. Στη βάση τεκμηριωμένων παρατηρήσεων, προσφέρει αναγνώσεις που καθησυχάζουν κάθε πεποίθηση και ορθοδοξία. Αυστηρότερος ανταγωνισμός, αλλά όχι παντού. Ξένες επενδύσεις, αλλά με όρους. Και όλα αυτά με τις εγγυήσεις υγιών προθέσεων που παρέχει η προσωπική του πορεία και πειστήρια αποτελεσματικότητας που ακολούθησαν την υπόσχεση να πράξει «ό,τι χρειαστεί» για τη διάσωση του κοινού νομίσματος.
Τα δυσκολότερα σημεία της έκθεσης Ντράγκι δεν αφορούν τους εμβληματικούς επενδυτικούς στόχους των 800 δισ., αλλά το πώς θα επιτευχθούν. Ενώ η ένωση κεφαλαιαγορών ή το κοινό χρέος δίνουν συνέχεια στις θεμέλιες κατευθύνσεις της Ένωσης, η αλλαγή των μέσων που εισηγείται ο επιφανής Ιταλός περιλαμβάνει και αξιακές εκπτώσεις με σαφές παρόν, αλλά και βαθύ παρελθόν στην οικονομική ιστορία. Στον αντίποδα μιας πιο χοντροκομμένης εμπειρίας παρεμβατισμού, προστατευτισμού και συμμετοχικού ελλείμματος, γεννήθηκε η ίδια η ευρωπαϊκή ιδέα. Υπήρξε κάποιο θεμελιώδες σφάλμα στις υποθέσεις, στη θεωρία, στα δεδομένα που μας καθοδήγησαν όλα αυτά τα χρόνια; Όχι. Ο Μάριο Ντράγκι αποδίδει την αλλαγή στο «παγκόσμιο περιβάλλον», προσπερνώντας ίσως κάποιες παγίδες της ριζικής επιστροφής που επαγγέλλεται. Της προσδίδει τον αδιάβλητο χαρακτήρα του αναγκαίου.
Σε ένα πρόσφατο παρελθόν, η συλλογική μας εμπιστοσύνη στηρίχτηκε στο άνοιγμα της Ένωσης σε έναν εξίσου εχθρικό κόσμο, σε κανόνες εμπορίου, συμμετοχής και συνεργασίας, και πλαισίωση του κρατικού παρεμβατισμού. Κανείς δεν αναλαμβάνει στην παρούσα συγκυρία να αφηγηθεί αυτό το υπόδειγμα σαν ένα επίτευγμα και – κυρίως – το επίτευγμα σαν υπόδειγμα, αποδεχόμενος τις δομικές αλλαγές που χρειάζεται για να αποφέρει καρπούς. Πρότυπα και μαθήματα μπορούν, έτσι, να εναλλάσσονται ακατάπαυστα γύρω από μία ανομολόγητη ανεπάρκεια.
Σε μία έκθεση που συζητήθηκε εξίσου, του Ενρίκο Λέτα, η λεπτή και πολύτιμη αυτή διαφορά διέφυγε της δημοσιότητας. Ο έτερος πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας προτίμησε να σταθεί σταθερός στις «αξίες που έχουν καθοδηγήσει τις αλληλεπιδράσεις της ΕΕ στη διεθνή σκηνή», στο «θεμελιώδες ήθος και το λειτουργικό της πλαίσιο», προειδοποιώντας ίσως προφητικά ότι «η διακινδύνευση αυτών των ιδανικών απειλεί τα ίδια τα θεμέλια πάνω στα οποία είναι χτισμένη η ΕΕ». Ο Ενρίκο Λέτα αναζήτησε όχι μόνο το εφικτό και το άρτι επιτρεπτό, αλλά κυρίως αυτό που επιτρέπει η Ευρώπη στον εαυτό της.
Αν υποθέσουμε ότι η Ένωση καταφέρει να λειτουργήσει συλλογικά – με όλα τα πλεονεκτήματα συμμετοχικής έκπτωσης που προϋποθέτει η φιλοδοξία Ντράγκι – δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα μπορέσει να διανείμει βιώσιμα τα βάρη και μερίσματα της επιτυχίας της σε βάθος χρόνου. Ποιος θα υλοποιήσει την κοινή βιομηχανική στρατηγική, σε ποια υπάρχουσα παραγωγική βάση, με εγγυήσεις και προς όφελος ποιου; Για ποιο λόγο η Ελλάδα που, όπως ωμά διαπιστώνει η έκθεση, δεν έχει ίχνος αυτοκινητοβιομηχανίας, να συμφωνήσει σε δασμούς και διπλάσιο κόστος στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα; Για ποιο λόγο να αποποιηθεί ακόμη και το δικαίωμα να διαφωνήσει; Ο Μάριο Ντράγκι δεν αναφέρει ούτε μία από τις 27 χώρες της ΕΕ κατ’ όνομα στις συστάσεις του opus magnum του. Όσο επώδυνη κι αν ήταν η παραδοχή ανεκπλήρωτων προσδοκιών μας, τόσο καταστροφικά θα μπορούσαν να επιστρέψουν οι γενεσιουργές τους αιτίες.
Στη χώρα μας, επιφανείς εκπρόσωποι του πολιτικού και τραπεζικού συστήματος έσπευσαν να χαιρετίσουν τη δεύτερη αυτή έκθεση για το μέλλον της Ένωσης. Το επενδυτικό μας κενό, η τραπεζική ανεπάρκεια, οι ακριβοί εξοπλισμοί και το ενεργειακό κόστος αρκούν για να εξοστρακίσουν εναλλακτικές σκέψεις στη σφαίρα της πολυτέλειας. Πλήθος από τις επιμέρους 170 προτάσεις που περιλαμβάνει η έκθεση θα ωφελήσουν την οικονομία και θα στηρίξουν την ανάπτυξή μας. Για μία χώρα που πλήρωσε, όμως, τα τελευταία χρόνια το ακριβότερο τίμημα προσήλωσης στις θεμελιώδεις αξίες της Ευρώπης, μια συνολική θεώρηση είναι ίσως εξίσου αναγκαία.
(*) Ο Αλέξανδρος Ραγκούσης είναι στέλεχος της Παγκόσμιας Τράπεζας και διδάσκει οικονομικά στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης. Οι απόψεις που εκφράζει είναι προσωπικές.