ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΑΡΘΡΑ
ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΤΣΙΜΑ

Το τεστ του Βρανδεμβούργου

Όταν, αύριο βράδυ, θα αρχίσουν να μεταδίδονται από το Πότσδαμ τα αποτελέσματα των τοπικών εκλογών στο Βρανδεμβούργο, δεν θα είναι μόνον ο καγκελάριος Σολτς, στην Νέα Υόρκη όπου θα βρίσκεται, που θα κρατά την ανάσα του. Πολλοί στην Ευρώπη θα μοιράζονται την αγωνία του.

Το Βρανδεμβούργο είναι το μοναδικό από τα πέντε ανατολικογερμανικά κράτη-μέλη της Γερμανικής Ομοσπονδίας, όπου σταθερά, από την επανένωση κι ύστερα, οι σοσιαλδημοκράτες διατηρούν την πολιτική ηγεμονία. Τώρα, για πρώτη φορά, κινδυνεύουν να την χάσουν. Οι δημοσκοπήσεις βλέπουν την ακροδεξιά (και μάλιστα στην πιο ακραία, με αποχρώσεις «ναζί-οσταλγίας» εκδοχή της)  AfD, να προηγείται. Τυχόν νίκη της αύριο θα είναι, για τον καγκελάριο προσωπικά, μια δεινή ήττα. Για τον κυβερνητικό συνασπισμό θα είναι μια δοκιμασία που ίσως κρίνει την επιβίωσή του, ένα χρόνο πριν τις ομοσπονδιακές εκλογές. Για την Ευρώπη θα είναι ένα πολύ δυνατό καμπανάκι κινδύνου.

Πολιτικά, οι αυριανές εκλογές είναι ένα διπλό τεστ. Λειτουργούν ακόμη τα περίφημα δημοκρατικά ανακλαστικά απέναντι στην ακροδεξιά; Θα συσπειρωθούν οι ψηφοφόροι εναντίον της, μετά το σοκ των εκλογών, πριν είκοσι μέρες, σε δύο άλλα ανατολικογερμανικά κρατίδια, την Θουριγγία και την Σαξονία, όπου οι ακροδεξιοί σάρωσαν; Ή έχουν πάψει πιά να κινητοποιούν τέτοιες δημοκρατικές ευαισθησίες; Κι ένα δεύτερο τεστ. Είναι αποτελεσματική μέθοδος αντιμετώπισης της ανερχόμενης ακροδεξιάς η αφομοίωση των θέσεων της από τα mainstream, τα κεντροαριστερά πολύ περισσότερο, κόμματα; Ή φέρνει τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα;

Ως προς αυτήν, την δεύτερη όψη της δοκιμασίας: Λίγες μέρες μετά τον θρίαμβο της ακροδεξιάς στην Θουριγγία και την Σαξονία και λίγες μέρες πριν τις εκλογές στο Βρανδεμβούργο, η κυβέρνηση Σολτς προχώρησε σε μια κίνηση πανικού. Για να αφαιρέσει- όπως πίστευε- το έδαφος κάτω από τα πόδια της ακροδεξιάς, προχώρησε στην επιβολή ελέγχων στα χερσαία σύνορα της χώρας που, σημειωτέο, έχει γύρω της μόνον χώρες που μετέχουν στην ζώνη Σένγκεν.

Ήταν μια κίνηση που, όπως πολλοί έχουν σημειώσει, δίνει ένα τριπλό χτύπημα στην ευρωπαϊκή ιδέα και την λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πετά στα σκουπίδια την ευρωπαϊκή συμφωνία για την μετανάστευση, που υιοθετήθηκε λίγο πριν τις ευρωεκλογές, μετά από χρόνια δύσκολων διαπραγματεύσεων. Ανοίγει τον δρόμο για την αυθαίρετη και μονομερή κατάργηση της ελευθερίας μετακίνησης εντός της Ένωσης, από όποια κυβέρνηση, όποιας χώρας, πιέζεται πολιτικά. Και υπονομεύει την στοιχειώδη αλληλεγγύη που είναι προϋπόθεση για κάθε βήμα εμπρός προς την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ενοποίησης- ή τουλάχιστον την διατήρηση του Ενωσιακού κεκτημένου.

Μα, πέρα από όλα αυτά, η επαναφορά των συνοριακών ελέγχων, μπορεί να αποδειχθεί και μια κίνηση ιδανικής πολιτικής αυτοχειρίας για το SPD το ίδιο, το οποίο το 2021 είχε κατακτήσει, μάλλον απροσδόκητα, και για πρώτη φορά μετά από 20 χρόνια, την πρώτη θέση στις εκλογές.

Ήταν μια ειδική, ευτυχής συγκυρία. Η φοβερή εμπειρία του covid είχε αλλάξει την ιεράρχηση των αξιών και των ιδεών στις συνειδήσεις των πολιτών της Ευρώπης. Η αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης, η κοινή διαχείριση της εμβολιαστικής εκστρατείας και η κοινή αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της κρίσης, έσπασε παλιά ταμπού και ανάστησε την σημασία ενός αποτελεσματικού κράτους πρόνοιας και της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Ο υπαρξιακός φόβος για τον μετανάστη «που θα μας κάνει ξένους στην ίδια μας την χώρα» είχε υποχωρήσει. Η άνοδος της ακροδεξιάς ανακόπηκε όχι μόνον στην Γερμανία, όπου η AfD έχασε δυνάμεις, αλλά και στις Ολλανδικές εκλογές, όπου ο Βίλντερς συνετρίβη και, φυσικά, στις ΗΠΑ όπου ο Μπάιντεν απέκρουσε τον τυφώνα Τραμπ.

Ήταν μια ακόμη επιβεβαίωση ενός απλού, αδιάψευστου πολιτικού δόγματος. Πως όταν στην συνείδηση των πολιτών κυριαρχούν οι κοινωνικό-οικονομικές αγωνίες, η κεντροαριστερά έχει μια ευκαιρία να μιλήσει σε μεγάλα ακροατήρια και οι ιδέες της να επικρατήσουν. Όταν κυριαρχούν οι κοινωνικό-πολιτιστικές αγωνίες, τα ταυτοτικά ζητήματα, όπως η μετανάστευση, και οι συναφείς φόβοι, οι πιο συντηρητικές και εθνικιστικές δυνάμεις κάνουν πάρτι.

Από τότε, όμως, το κλίμα έχει αλλάξει. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει αναστήσει φόβους και ανασφάλειες που ευκολότερα παροχετεύονται στον αταβιστικό φόβο του «άλλου», του ξένου. Όπως κάποτε η πίεση του μεγάλου κραχ παροχετευόταν στην δαιμονοποίηση του «άλλου», του Εβραίου. Επιπλέον, στο περιβάλλον της νέας αυτής κρίσης, οι προσδοκίες που συνόδευαν την νίκη της κεντροαριστεράς, ειδικά στην Γερμανία, έχουν διαψευστεί. Κι έτσι, η μετανάστευση έχει γίνει, ξανά, και όχι μόνο στην Γερμανία, το τοτέμ που ενσωματώνει και «παρηγορεί» τον φόβο της πτώσης μεγάλων κοινωνικών ομάδων. Και η ακροδεξιά, και πάλι όχι μόνον στην Γερμανία, κερδίζει και πάλι έδαφος.

Και τί θέλετε να κάνει ο Σολτς;- λένε κάποιοι. Να αφήσει τους ναζί να κερδίσουν τις εκλογές, εκμεταλλευόμενοι τον φόβο για τους μετανάστες; Όχι, βέβαια. Θα σηκώσει εκείνος, ακόμη ψηλότερα, την σημαία της δυσανεξίας απέναντι στους ξένους! Σωστό; Αμφιβάλω.

Γιατί έτσι συνομολογεί την ατζέντα των αντιπάλων του και της δίνει ακόμη μεγαλύτερη ορατότητα και νομιμοποίηση. Αναγνωρίζει ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα σε μια ήπειρο που για χίλιους σοβαρούς λόγους, που η πρόσφατη έκθεση Ντράγκι απαριθμεί, παρακμάζει οικονομικά και περιθωριοποιείται, το μεγάλο πρόβλημα είναι τάχα η μετανάστευση. Το ότι ανάμεσα στα 490 εκατ. των Ευρωπαίων, ένα 1,5% του πληθυσμού (2,8% στην Γερμανία) είναι πρόσφυγες που έχουν πάρει άσυλο. Δέχεται, δηλαδή, να παίξει στο γήπεδό του εχθρού.

Πόσο πιθανό είναι να του βγει σε καλό; Ελάχιστα, πιστεύω. Αλλά ας περιμένουμε μέχρι να ψηφίσει αύριο το Βρανδεμβούργο.

Εάν θέλετε κάθε πρωί το ενημερωτικό δελτίο του KReport στο email σας και πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενό μας, κάντε μια δοκιμαστική συνδρομή!