Γνωστότερος από «Το Μήλον της Έριδος» (1948) με αντικείμενο την πάλη για την εξουσία στην Ελλάδα ανάμεσα στην αστική τάξη – αργότερα την μάθαμε ως κατεστημένο – και τις δυνάμεις που είχαν την υποστήριξη του ΚΚΕ, η πάλι από το αυτοβιογραφικό του «Μια ζωή γεμάτη τόλμη» (1982), ο C.M. Woodhouse ή Κρις ή Μόντι, απόφοιτος κλασσικών σπουδών της Οξφόρδης – και 5ο Βαρόνος Τέρινγκτον, άλλωστε – βρέθηκε στην σπαρασσόμενη Ελλάδα της Κατοχής. Μετέσχε στην (κατ’ εξαίρεσιν πράξη σύμπνοιας των αντιστασιακών ομάδων) εμβληματική καταστροφή της Γέφυρας του Γοργοποτάμου, ύστερα υπήρξε επικεφαλής της Βρετανικής Αποστολής στη μεταπολεμική Ελλάδα, πάλεψε να φέρει κοντά Ζέρβα και Άρη Βελουχιώτη…
«Μια ζωή μυθιστόρημα» η ζωή του, συνολικά, αλλά μυθιστορηματική και η από μέρους του σταδιακή ανακάλυψη της Ελλάδας και των Ελλήνων της ταραγμένης εκείνης εποχής. Μολονότι βρέθηκε στην συνέχεια στο στόχαστρο της Αριστεράς-και-όχι-μόνο ως εκφραστής της βρετανικής επιρροής στην Ελλάδα (την ώρα που «άλλαξε η βάρδια» και η χώρα περνούσε στον αστερισμό των ΗΠΑ), ο Κρις Γουντχάουζ κουβάλησε στη συνέχεια της ζωής του ως ένα είδος αποστολής το να εξηγήσει και να καταστήσει προσιτή σ’ ένα διεθνές κοινό την Ελλάδα – μια χώρα κατεστραμμένη αλλά και σπαρασσόμενη. Και τους Έλληνες – που ζουν σε άκρα εξαθλίωση και συνεχή ανασφάλεια, διεκδικώντας όμως τον σεβασμό των προσερχόμενων στην πολιτική και κοινωνική ζωή «ξένων».
Δεν είναι τυχαίο που προλογικά ως προμετωπίδα ο ίδιος ο Γουντχάουζ επιλέγει το «Εις οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρης», παρατηρώντας μάλιστα ότι «αυτός ο εξάμετρος, που σχεδόν κάθε μαθητής γνωρίζει στην Ελλάδα (sic) είναι η 243η γραμμή της δωδέκατης ραψωδίας της Ιλιάδας». Και ο μεν κλασικιστής της Οξφόρδης ασφαλώς την είχε αυτήν τη γνώση – κυρίως όμως έχει μια ιδιαίτερη τρυφερότητα η εκ μέρους του υπόθεση ότι και οι Έλληνες μαθητές τον γνώριζαν τον Όμηρό τους – και την είχαν μέσα τους αυτή την ανάγνωση του χρέους υπεράσπισης της πατρίδας. Πράγμα που, με νωπή τη μνήμη της Αντίστασης αλλά και με τη δομή της Παιδείας στα σχολεία της δεκαετίας του ΄40 και του ΄50, είχε ίσως μια εγγύτητα προς την πραγματικότητα: διαβαζόμενο βέβαια στην συνέχεια, μάλλον δείγμα ρομαντισμού για την Ελλάδα και τους Έλληνες αποτελεί. (Ας σημειωθεί ότι, ως άνθρωπος που είχε φροντίσει να εξοικειωθεί μέχρι και με το ιδιόλεκτο των βουνών της Ρούμελης, τα οποία γνώρισε με ατελείωτες πεζοπορίες, ο Γουντχάουζ έφθασε να μεταφράζει στα αγγλικά την «Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος», έργο-ποταμό του Παναγιώτη Κανελλόπουλου. Ως προσπάθεια επεξήγησης της ιδιαίτερης ελληνικής ματιάς στα ευρωπαϊκά πράγματα).
Οι 14 συνολικά ιστορίες του «Εις οιωνός», μείγμα ιστορικής αφήγησης και ηθογραφικής προσέγγισης με ιδιαίτερη προσοχή στη λεπτομέρεια και στο έντονο περιεχόμενο που διατηρούσε η ανθρώπινη επαφή στα χρόνια της συνεχούς κρίσης και της ζωής στο όριο της φτώχειας-επιβίωσης, δείχνουν πώς ο Κρις Γουντχάουζ έζησε τις στιγμές της αντίστασης μαζί με τους Έλληνες. Με ιστορικές φιγούρες όπως του Ζέρβα ή του Βελουχιώτη, που όμως τους κρατά πίσω από ένα πέπλο διακριτικής ομίχλης, αλλά με τους καθημερινούς ανθρώπους όπως τον παπά του χωριού, το δάσκαλο ή τον αντάρτη που υπολογίζει την επόμενη κίνηση μαντεύοντας την αναμέτρηση με το θάνατο.
Μοναδική και η περιγραφή της ατμόσφαιρας της εποχής. Αξίζει κανείς να δώσει ένα στιγμιότυπο, ή μάλλον μια γεύση του αδιεξόδου των ημερών. «Ο Άγγλος, κυριευμένος από το άγχος πως είχε έλθει η ώρα για να παρθούν αποφάσεις χωρίς πρώτα να υπάρχει σχέδιο, μελέτησε σιωπηλός τον συνομιλητή του, σκεπτόμενος τι θα πει και αναγνωρίζοντας ότι δεν είχε ξαναδεί πρόσωπο σαν κι αυτό, συνάμα τόσο σκληρό αλλά και τόσο εκλεπτυσμένο». [Το στιγμιότυπο είναι από την συνάντησή του με τον υπασπιστή του Ζέρβα].
Ή πάλι, η περιγραφή μιας οργανωτικής συζήτησης: «Ο προϊστάμενος αξιωματικός του τον είχε συμβουλέψει να αφήσει τον καθένα να μιλήσει χωρίς διακοπή: Έτσι μετά δεν θα μπορούσε να υπάρξει κανένα παράπονο για μεροληψία, όποιο κι αν ήταν το αποτέλεσμα, ακόμη κι αν η διαδικασία διαρκούσε ένα δεκαπενθήμερο. Όμως ο υπασπιστής του, του οποίου η εμπειρία στην χώρα ήταν μεγαλύτερη […] αλλά και παραπάνω από πικρή, τον συμβούλεψε να τους κόψει τα πολλά λόγια και να μην τους αφήσει να βγουν εκτός θέματος. Αυτός ήταν ο μόνος τρόπος να πετύχεις κάτι σ’ αυτήν τη χώρα. «Και το θέμα» είπε καταληκτικά με μια δικαιολογημένη απορία, «είναι ακριβώς εκείνο που θέτεις εσύ. Αν το αφήσεις σ’ αυτούς, δεν θα υπάρξει ποτέ κανένα θέμα».»
Ο Γουντχάουζ έχει γράψει πολύ περισσότερα για την Ελλάδα και για το ελληνικό ζήτημα: Για τους Φιλέλληνες, για τον Ρήγα και για τον Καποδίστρια. για την Ελλάδα των συνταγματαρχών αλλά και για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Όμως η ψύχραιμη και συνάμα στραμμένη στους κοινούς ανθρώπους της Ελλάδας τους οποίους γνώρισε σε στιγμές ακραίας κρίσης – αυτό είναι εν τέλει το «Εις οιωνός» – αποτελεί μια ιδιαίτερη παρακαταθήκη. Τώρα που οι μνήμες αδυνατίζουν και χάνονται.
Προσγειωμένης στοργής, θα λέγαμε.