«Οι Πατρίδες» του πανεπιστημιακού μεν (Οξφόρδη και Στάνφορντ αλλά και με φόντο σpουδών στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου και στο Χούμπολντ του Ανατολικού…), πλην με αφηγηματικότητα και ματιά σχεδόν δημοσιογραφική, Τίμοθι Γκάρτον Ας δεν αποτελούν, όσο κι αν ο υπότιτλος τους αφήνει να φανεί, «προσωπική ιστορία». Ιστορία μιας Ευρώπης στην οποία πάντως ο συγγραφέας προδήλως πιστεύει βαθύτερα. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι και στο ξεκίνημα και στο κλείσιμο των «Πατρίδων» το στοιχείο της προσωπικής σχεδόν συγκινησιακά φορτισμένης κατάθεσης υπάρχει: στις εντελώς πρώτες σελίδες του, αναθυμάται τον πατέρα του που είχε ζήσει ως καθοριστική εμπειρία την απόβαση στην Νορμανδία «με το πρώτο κύμα των Βρετανών (την ημέρα που έγινε γνωστή ως D-Day) μέχρι που, εξουθενωμένος καλωσόρισε ήσυχα την Ημέρα της Νίκης σε ένα τανκ, κάπου σε μια πεδιάδα της βόρειας Γερμανίας» – μολαταύτα ποτέ του δεν είχε αυτοκαθοριστεί ως Ευρωπαίος «Αν ζούσε ακόμη το 2016, θα ψήφιζε δίχως αμφιβολία υπέρ του Brexit», το ακριβώς αντίθετο του ίδιου του Τίμοθι Γκάρτον Ας…
Ο οποίος, στο κλείσιμο του βιβλίου του ως βαθιά πεπεισμένου Ευρωπαϊκού, αφηγείται πώς σε κωμόπολη της Νορμανδίας και με αφορμή της Γαλλικές Προεδρικές εκλογές του 2017, συνομιλεί με ηλικιωμένο Γάλλο ο οποίος έχει ψηφίσει Λεπέν. Τον ρωτά: «Γιατί; Πώς:» Εκείνος δηλώνει ότι η ψήφος του έχει «αιτία την μετανάστευση». Προσθέτει όμως ότι στηρίζει το Brexit, «και για την Γαλλία λέω έξω από το ευρώ, έξω από την ΕΕ». Αλλά… γιατί; «Οι Βρυξέλλες επιμένουν να μας υποδεικνύουν τι να κάνουμε, ακόμη και πώς θα παράγουμε τα νορμανδικά τυριά. Που είναι η δημοκρατίας».
Οπότε βρίσκεται ο συγγραφέας, «Άγγλος Ευρωπαίος που έχασε την Ευρωπαϊκή του ιθαγένεια εξαιτίας της ψήφου των συμπατριωτών του», στην άβολη θέση να προσπαθεί να μεταπείσει το Γάλλο συνομιλητή του; «Δεν μπορεί να μην θυμάται μιαν Ευρώπη που ήταν πολύ χειρότερη!». Καθώς το εγχείρημα πειθούς δεν προχωράει καλά, ο Βρετανός καλεί τον Γάλλο να κάνουν, τουλάχιστον οι δυο τους μια πρόποση για την Ευρώπη. Ούτε αυτό πετυχαίνει: μετά το τρίτο ποτήρι κρασί, ο Γάλλος συνομιλητής αντιπροτείνει μια κοινή πρόποση για την αμπελουργία! Όταν πλέον βρίσκονται στο επιδόρπιο, ο Γάλλος προτείνει να πιούν στην υγειά τους, των δυο! Μόνο στο τέλος-τέλος, στο τελευταίο ποτήρι, ο συνομιλητής του «υποχωρεί και […] με ένα μισοαπρόθυμο, μισοανέμελο ανασήκωμα των ώμων, λέει: «Στην Ευρώπη!»
*** *** ***
Ο Τίμοθι Γκάρτον Ας πλέκει το χρονικό της πορείας της Ευρώπης σε πέντε διαδοχικές περιόδους. Τις οποίες εικονογραφεί με αφηγηματική μαεστρία, αλλά και με την ματιά του ιστορικού (έχει στο ενεργητικό του μια ντουζίνα βιβλίων για την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη, αλλά και έχει αρθρογραφήσει από τον Spectator μέχρι τον Guardian, κερδίζοντας το Βραβείο Καρλομάγνου για την Ευρωπαϊκή ματιά του), μέσα από μικρές ιστορίες προσώπων: άλλοτε συντελεστών της κεντρικής πολιτικής σκηνής, άλλοτε ανθρώπων που υφίστανται την Ιστορία.
Η πρώτη του περίοδος περιγράφει την Ευρώπη της καταστροφής, του εφιάλτη. την κατάσταση στο τέλος του Πολέμου «το τραύμα». Η δεύτερη ξεναγεί σε μια Ευρώπη Διαιρεμένη – με την ανασυγκρότηση να προχωρά αλλά και την πραγματικότητα του Τείχους (εκεί κάπου, χρονικά, ο Τίμοθι Γκάρτον Ας ανακαλύπτει ως 18χρονος την Ελλάδα/την Κρήτη, στα χρόνια της Χούντας) - , με την ψυχροπολεμική Δύση απέναντι σε μιαν Ανατολή κλεισμένη στον εαυτό της. Εδώ, προσοχή! Ενώ το διάστημα 1961-1979 που καλύπτει αυτή η περίοδος όπως την χρονικογραφεί ο Τίμοθι Γκάρτον Ας είναι εκείνη που παραδοσιακά καταγράφεται ως η φάση ακμής, ως φάση των Trente Glorieuses, ο ίδιος θα χρωματίσει ως Ανερχόμενη την αμέσως επόμενη, την δεκαετία του ΄80 (1980-1989), ενώ ως Θριαμβεύουσα (1990-2007) καταγράφει την μεθεπόμενη: είναι φανερό στην περιοδολόγηση, αλλά και στο πάζλ των αφηγήσεων που συνθέτουν την δουλειά του, ότι ως κομβικό γεγονός σ’ όλην του την πρόσληψη της «Ευρώπης» λειτουργεί η Πτώση του Τείχους. Με ό,τι ως δυναμισμό και ως αμφισβήτηση εκδηλωνόταν π.χ. στην απεργία των ναυπηγείων του Γκντανσκ, με πατριωτικά τραγούδια να αναμειγνύονται με το Yellow Submarine των Μπήτλς και με διακοπές για απεργιακές ανακοινώσεις, αλλά και στην Δύση με τα απόνερα του Μάη του ΄68.
Βέβαια, ήδη η αφήγησή του ενσωματώνει το πώς «η Ελευθερία φέρνει και απογοητεύσεις, τις οποίες όξυναν ακόμη περισσότερο οι κλυδωνισμοί της μετακομμουνιστικής μεταμόρφωσης». Και ακόμη βαρύτερα: «η εστία της ανελευθερίας δεν ήταν πλέον το κράτος αλλά ο χώρος εργασίας». Ξαναδιαβάστε το, αυτό! Ο ανακτηθείς παράδεισος δεν ήταν εξαρχής ανέφελος: το αντίθετο, και ο Τίμοθι Γκάρντον Ας το βλέπει, αυτό, να ξετυλίγεται.
Στην πορεία της αφήγησης, η περιπέτεια της νομισματικής ενοποίησης/της δημιουργίας του ευρώ καταγράφεται με την διπλή παρατήρηση: ότι η αρχή βρισκόταν ήδη το καλοκαίρι του 1957, όταν ο Ζαν Μονέ λέει «πρέπει να βάλουμε μπρος την Νομισματική Ένωση» (αυτή η καταγραφή ανήκει στον άλλο χρονικογράφο της Ευρώπης, τον Ολλανδό δημοσιογράφο/στοχαστή Χέερτ Μάκ), ενώ η κατάληξη στο ευφυολόγημα «μισό μάρκο για τον Μιττεράν, ολόκληρη η Γερμανία για τον Κολ!» που ήθελε το ευρώ να είναι το αντάλλαγμα για την επανένωση της Γερμανίας. Η συνέχεια είναι γνωστή – δεν είναι; Η Ύβρις, που ως εικόνα την συναντά ο ίδιος στο κλίμα «φιλελευθεροκρατίας» του Νταβός, αναλαμβάνει να σπείρει τόσο της Βρετανίας την ολίσθηση προς το Brexit, όσο και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης την συνάντηση με την παρολίγον διάλυσή της, μέσω του εναγκαλισμού με την ΤΙΝΑ της Θάτσερ (There is No Alternative) και με την «απουσία εναλλακτικών» της Μέρκελ.
Ήδη όμως βρισκόμαστε στην τελευταία περίοδο, εκείνη της Κλονισμένης Ευρώπης. Όπου δεν λείπουν – πώς θα μπορούσε άλλωστε! – τόσο τα αδιέξοδα του. Μεταναστευτικού/της προσφυγικής κρίσης (πικρή η τιτλοφόρηση: «Εισβολείς») με την εμφάνιση του «εθνικιστικού λαϊκισμού», με την «Γαλλία να ανταγωνίζεται έντονα την Γερμανία στον πολιτισμικό πεσιμισμό», όσο και η διάσταση βίας και επιβολής που περιέλαβε η Ελληνική περιπέτεια των Μνημονίων, όπου «το βάρος της διόρθωσης της κατάστασης έπεσε πάνω στους ανεύθυνους δανειζόμενους του Νότου και σχεδόν καθόλου στους ανεύθυνους δανειζόμενους του Βορρά».
Δεν διστάζει ο Τίμοθι Γκάρτον Ας να μιλήσει για «Κατεδάφιση» αναφερόμενος στις περιπέτειες της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου σε Ουγγαρία και σε Πολωνία, αλλά και στην οικοδόμηση Fortress Europe/ «Οχυρού Ευρώπης» με υλικά από την συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας για το μεταναστευτικό και τις οικειότερες σ’ αυτόν εικόνες από την Μάγχη. Πρόλαβε να ενσωματώσει, κλείνοντας τις σελίδες των «Πατρίδων», το τι σήμανε για την Ευρώπη η Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με αναφορές σε εικόνες Α’ Παγκοσμίου Πολέμου αλλά και με «την λέξη «Ευρώπη» να ακούγεται κάθε τόσο και λιγάκι στην Ουκρανία» - ενώ δεν λείπουν και οι αναφορές, ήδη, στην Κίνα στο βάθος των πραγμάτων…
*** *** ***
Στις τελευταίες σελίδες των «Πατρίδων» υπάρχει μια ακόμη Ελληνική διάσταση: μια αναφορά στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, «ένα είδος Ελληνικού Νταβός σε μικρότερη κλίμακα». Όπου , με διάφανη την αναγωγή στην Πυθία, τους χρησμούς και την λογική της πρόγνωσης, καταλήγει ως εξής: «Η βαθιά επιθυμία να γνωρίζουμε το μέλλον είναι ταυτόχρονα ανόητη και σοφή», καθώς η πολυπλοκότητα «του παγκοσμιοποιημένου και διασυνδεδεμένου πλανήτη σημαίνει ότι μια πρωτόγνωρη γκάμα από παράγοντες και γεγονότα […] μπορούν αστραπιαία να έχουν μεγάλο αντίκτυπο». Ασφαλώς η πανδημία της Covid-19 το δείχνει, αυτό. Ασφαλώς το βαρύ βήμα της κλιματικής αλλαγής επικαθορίζει πολλά.
Πάντως, στο μέτρο που η Ευρώπη καλείται να λειτουργήσει ως μέρος της λύσης, ο κυρίως τίτλος του Τίμοθι Γκάρτον Ας – «Πατρίδες», σε σαφέστατο πληθυντικό! – και οι επιμέρους ιστορίες που αφηγείται γύρω από συγκεκριμένους ανθρώπους, από την Μάργκαρετ Θάτσερ ή τον Χέλμουτ Κολ που «χρειάζονται» ιστορικούς προκειμένου να κατανοήσουν την κίνηση των τεκτονικών πλακών κάτω από τις χώρες και τους λαούς τους μέχρι και τους καθημερινούς ανθρώπους που συνάντησε στις Ευρωπαϊκές του διαδρομές, το δείχνουν ξεκάθαρα. Το μωσαϊκό της Ευρώπης δεν μπορεί παρά να είναι αυτό: μωσαϊκό.