ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Αγώνας για επιβίωση: Πτυχές της Κυπριακής πολιτικής ιστορίας μετά το 1974, συλλογικό, επιμέλεια: Αχ. Αιμιλιανίδη – Χρ. Ιωάννου – Δημ. Σωτηρόπουλου, Εκδόσεις Νέα Εστία, Hippasus, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, Λευκωσία 2021, σελίδες 258.

Ένα μακρόσυρτο παιχνίδι σκακιού: Οι απόρρητες διαπραγματεύσεις για τις Βρετανικές βάσεις (1959-1960), του Αχιλλέα Κ. Αιμλιανίδη, Λευκωσία 2022, σελίδες 100.

Όσο πλησιάζει το ενδεχόμενο για  επανεκκίνηση της συζήτησης για το Κυπριακό, με βάση νέα (;) πρωτοβουλία του Γ.Γ. του ΟΗΕ στηριζόμενη στην προετοιμασία επαφών της προσωπικής απεσταλμένης του Μαρία Άνχελ Ολγκίν Κουέγιαρ (προετοιμασία που – μας το γνώρισε η ίδια, «ανοιχτά» – επιδιώκει να διερευνηθεί η δυνατότητα εκκίνησης των δι-κοινοτικών με παραμερισμό του παρελθόντος, χωρίς πάντως να αποτολμάται η διατύπωση «από μηδενική βάση»), τόσο είναι χρήσιμο να έχει φρεσκάρει κανείς την διαδρομή του Κυπριακού τις τελευταίες δεκαετίες.

Σίγουρα στην Ελλάδα, όπου γιορτάσαμε τα 50 χρόνια Μεταπολίτευσης αιδημόνως αφήνοντας – λίγη ειλικρίνεια δεν βλάπτει! -παράμερα ότι οι ημερομηνίες συμπίπτουν οδυνηρά με τα 50χρονα της Κυπριακής τραγωδίας· πιθανόν όμως και στην ίδια την Κύπρο/την Κυπριακή Δημοκρατία, όπου αν υπάρξει κάποια κινητικότητα – μεγάλο ΑΝ… – θα χρειαστούν σημαντικές, πιθανότητα πικρές προσαρμογές. Για την μεν ελληνική κοινή γνώμη «η Κύπρος κείται μακρά» (όσο κι αν οι πολιτικοί μας δεν το χρησιμοποιούν ως έκφραση, αλλά το υλοποιούν ως στάση· για την δε κυπριακή επειδή και η μνήμη του δημοψηφίσματος επί του Σχεδίου Ανάν (2004) αλλά και η τελική αστοχία της διαδικασίας του Κραν Μοντανά (2017) έχουν μεν εγγραφεί στην μνήμη – πλην όμως ως κρίκοι μιας μακρότερης πορείας, η οποία πάντως ξεκινά τις ημέρες φρίκης του 1974.

Τα δυο βιβλία που προτείνουμε στον αναγνώστη σήμερα είναι από Κυπρίους και Ελλαδίτες συντελεστές συνάμα (το πρώτο), με την ιδιαίτερη ματιά νομικού μεν αλλά με πολιτική διεισδυτικότητα (το δεύτερο).

*** *** ***

 Ξεκινούμε από το δεύτερο – εκείνο που αφορά τις βρετανικές Βάσεις στην Μεγαλόνησο και τις διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στην αποκρυστάλλωση του ιδιαίτερου καθεστώτος τους πριν 65 χρόνια – και τούτο επειδή η θεματική αυτή αποτελεί μια συνήθως παραμελημένη πτυχή του Κυπριακού. Την ίδια στιγμή και ασκούν επιρροή (όχι πάντα εμφανή/ομολογημένη, πλην όμως ουσιώδη) σε κάθε συζήτηση, σε κάθε στροφή του Κυπριακού, αλλά και έχουν αποκτήσει τώρα-τώρα επικαιρότητα. Μάλιστα δυσάρεστη, δυσοίωνη επικαιρότητα καθώς η χρήση των Βάσεων από τις δυνάμεις που επιχειρούν προς υποστήριξη του Ισραήλ στη νέα, εκρηκτική φάση του Μεσανατολικού απειλεί με «ξεχείλισμα»/spillover. Κυρίως με την «προειδοποίηση» της Χεζμπολλά (απειλητικές δηλώσεις Χασάν Νασράλα) περί εμπλοκής της Κύπρου στην σύρραξη εφόσον επιτρέψει την χρήση αεροδρομίων και βάσεων σε ισραηλινές δυνάμεις για πλήγματα στον Λίβανο…

Λοιπόν: Το «Μακρόσυρτο παιχνίδι σκακιού», χρονικογραφεί ο Αχ. Αιμιλιανίδης με εκτενή πρόσβαση του στα ντοκουμέντα των διαπραγματεύσεων του 1959-1960 – διαπραγματεύσεων που, μην το παραβλέπουμε, εντάσσονταν στην φάση της αποαποικιοποίησης/ανακήρυξης της ανεξαρτησίας – με σειρά χειρισμών οι οποίοι ενέπλεκαν ευθέως τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και (ως κύριο διαπραγματευτή) τον Ζήνωνα Ρωσσίδη, εκπρόσωπο της Εθναρχίας και μετέπειτα Μόνιμο Αντιπρόσωπο στα Ηνωμένα Έθνη, νομικό αλλά και λόγιο. Η βήμα-βήμα παρακολούθηση των διαπραγματεύσεων έχει – σήμερα – τουλάχιστον δυο σημεία αιχμής/ενδιαφέροντος.

Πρώτον, το πώς η Κυπριακή πλευρά, με σταθερή έως και θεωρούμενη παράτολμη διαπραγματευτική πρακτική, κατόρθωσε να απωθήσει την βρετανική μαξιμαλιστική θέση ως προς την έκταση των Βάσεων (τελικώς: Από 170 τετρ. μίλια σε 99 τετρ. μίλια τον αριθμό τους), καθώς «η διατήρηση ισχυρών στρατιωτικών βάσεων ήταν αναγκαία για τα βρετανικά στρατιωτικά συμφέροντα» κυριότατα δε τους σχεδιασμούς που περιλάμβαναν χωριά/κατοικημένες περιοχές στο περίγραμμα των Βάσεων.

Δεύτερον, γίνεται φανερό το πώς η στάση της Ελλάδας, δια του ΥΠΕΞ Ευ. Αβέρωφ, ήταν τουλάχιστον αρχικά πώς «το ζήτημα της έκτασης των Βάσεων αφορούσε κατά κύριο λόγο το Ηνωμένο Βασίλειο και δεν ενδιέφερε ιδιαίτερα την Ελλάδα, η οποία θα παραχωρούσε όποιες περιοχές και διευκολύνσεις το Η.Β. έκρινε ότι χρειαζόταν». Κάπου εκεί κοντά βρισκόταν και η αρχική θέση της Τουρκίας (ΥΠΕΞ Ρουστού Ζορλού), η οποία πάντως συνιστούσε στους Βρετανούς διαπραγματευτές αυτοσυγκράτηση,… αλλά και εξηγούσε στον Αβέρωφ ότι «σε περίπτωση αποχώρησης των Βρετανών, η Τουρκία ενδεχομένως να ενδιαφερόταν η ίδια για τις Βάσεις». Η καχυποψία των Βρετανών απέναντι στον Μακάριο, που χαρακτηριζόταν «βυζαντινός» αν μη «πονηρός», χρειάστηκε όχι μόνο χρόνο αλλά και πίεση επί του πεδίου ώστε να υποχωρήσει (και για να γίνει αντιληπτό ότι «η άκαμπτη στάση του οφειλόταν εν μέρει και στην αντιπολίτευση που του είχε ασκηθεί από τους Δημάρχους, το ΑΚΕΛ αλλά κυρίως τον Γρίβα»).

Πάντως, ίσως ακόμη πιο σημαντική είναι – εκ των υστέρων, με τωρινή ματιά – η παρατήρηση ότι σε μια φάση των διαπραγματεύσεων υπήρξε στήριξη του Τουρκοκύπριου ηγέτη Κιουτσούκ προς τον Μακάριο, με «άρνηση [του] Κιουτσούκ να συμμορφωθεί προς τις υποδείξεις της Άγκυρας». Ξαναδιαβάστε, με τις τελευταίες δεκαετίες στον νου σας!

Αλλ’ ας μην αγνοηθεί και η παρατήρηση ότι η αναφορά στο στοιχείο της Βρετανικής κυριαρχίας επί των Βάσεων δεν επέτρεπε να διαφανεί – τότε, όταν η αποικιοποίηση/ αυτοδιάθεση/ ανεξαρτησία ήταν το βασικό επίδικο – η ακριβής έκταση των χρήσεων και διευκολύνσεων που χορηγούνταν στην μέχρι τότε αποικιακή δύναμη. Ακριβώς, δηλαδή, εκείνο που υπό τις σημερινές συνθήκες ακραίας αναταραχής στη Μέση Ανατολή, αποκτά καίρια σημασία και φέρνει απειλές στην Μεγαλόνησο.

*** *** ***

 Περνώντας, τώρα, στο συλλογικό έργο «Αγώνας για την επιβίωση» από 19 συγγραφείς – ας προστεθεί και η παρέμβαση/ομιλία του βετεράνου Βαν Κουφουδάκη, ο οποίος προσεγγίζει το Κυπριακό με μια λογική καθήκοντος (κάθε) ενεργού/δημοκράτη πολίτη στην τωρινή παγκόσμια συγκυρία… – έχουμε στην διάθεσή μας μιαν ευρύτατη νωπογραφία του Κυπριακού. Που, ήδη στον τίτλο του βιβλίου, προσλαμβάνει ακριβώς μια διάσταση αγώνα για την επιβίωση. Επιβίωση τίνος; Κλείνοντας την ανάγνωση των συνιστωσών αυτού του βιβλίου, καταλήγει κανείς ότι πρόκειται βασικά για την επιβίωση της Κυπριακής Δημοκρατίας, εκείνου δηλαδή που ακριβώς οι πιο πρόσφατες στροφές συζήτησης περί του Κυπριακού απειλούν να αποδυναμωθεί με την αναφορά στην «ίση κυριαρχία» των δυο Κοινοτήτων (περισσότερο ακόμη κι από την προώθηση της λύσης δυο Κρατών).

 Ήδη η κυρίως ανατομία της 50ετίας, από τον Π. Παπαπολυβίου ως «επίσκεψη» της μάχης των λέξεων των ιδεολογικών αντιπαραθέσεων, ακόμη και των συλλογικών ταυτοτήτων πέρα από την πιο παραδοσιακή ιστορική προσέγγιση, καθώς και από τον Ανδρέα Θεοφάνους που παρουσιάζει τις διαδοχικές φάσεις των Διακοινοτικών Συνομιλιών, παρέχει στον, Ελλαδίτη πάντως, αναγνώστη μια πυξίδα. Εν συνεχεία, οι Σωτήρης Ριζάς και Ανδρέας Στεργίου – η σκυτάλη, εδώ, στους Ελλαδίτες – αφενός εξηγούν τι σημαίνει/πού οδηγεί η ίδια η έννοια της Διζωνικής-Δικοινοτικής όπως ξεκίνησε με τον Γλαύκο Κληρίδη (αλλά προσήλθε σ’ αυτήν και ο Μακάριος, για να ενδυθεί έκτοτε την νομιμοποίηση Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ) αλλά και πώς προσέρχεται η Ομοσπονδία ως μοντέλο επίλυσης του Κυπριακού – σε αντίθεση με την λύση δυο Κρατών. (Προ μηνών, στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, ο Κύπριος ΥΠΕΞ Κ. Κόμπος το είχε θέσει ως εξής: «Όποια μετακίνηση από το πλαίσιο αυτό [Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα] θα συνιστά αυτοχειρία»).

Από κει και πέρα, προσεγγίσεις θεματικών όπως της (σχεδόν λησμονημένης, πλέον) κρίσης των S-300 και της λειτουργίας μιας τέτοιας κρίσης «υπό συνθήκες ανισοζυγίου ισχύος» (όθεν και η άδοξη κατάληξη των S-300 … στην Κρήτη, μετά την άσκηση «εξαναγκαστικής διπλωματίας»/coercive diplomacy από μέρους της Άγκυρας) ή πάλιν της παράστασης της Κυπριακής διπλωματίας σε υποθέσεις ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου όπως του Κοσσόβου (ανακήρυξη ανεξαρτησίας του) ή των νήσων Chagos (διαχωρισμός τους από τον Μαυρίκιο, στον Ινδικό), ώστε να καταδειχθεί η ιδιαιτερότητα της κατάστασης της Κύπρου, φωτίζουν ειδικότερες πτυχές. Πτυχές οι οποίες – με τον ένα ή τον άλλο τρόπο – απειλούν να αποκτήσουν επικαιρότητα σε επόμενη στροφή των πραγμάτων.

Τη μιντιακή διαχείριση αφενός του Σχεδίου Ανάν και αφετέρου της Κυπριακής οικονομικής κρίσης/του εκεί Μνημονίου, στην πρώτη μεν περίπτωση στα Τουρκικά Μέσα ενώ στην δεύτερη στα Κυπριακά, προσέγγισαν ο Γ. Αγγελετόπουλος του Παν/μίου Κύπρου και οι Σ. Ιορδανίδου, Εμμ. Τάκας και Κ. Κολοβός του Advanced Media Institute. Η έννοια ακριβώς της διαχείρισης της κοινής γνώμης υπόσχεται/απειλεί να αποκτήσει κομβικό ρόλο, αν δρομολογηθούν εξελίξεις…

Τέλος, μια σάρωση της πνευματικής/λογοτεχνικής προσέγγισης πτυχών του Κυπριακού Αγώνα την δεκαετία του ΄50 αναδεικνύει οι Δημ. Σωτηρόπουλος παρακολουθώντας φιγούρες όπως οι Ν. Κρανιδιώτης, Ρ. Ρούφος και Γ. Σεφέρης (που είχαν και την διπλωματική ιδιότητα σε καίριες στιγμές), ή πάλιν ο Αχ. Αιμιλιανίδης που «ανακαλύπτει» το πώς ο Δημήτρης Ψαθάς προσπάθησε να αποτυπώσει στον  Αθηναϊκό Τύπο την εισβολή του 1974, με μια μέριμνα και στοργή αναντίστοιχη προς την όχι-πάντα-ειλικρινή στάση των Μέσων.

Έτσι όπως κλείνει αυτό το συλλογικό έργο με αντιφώνηση του Βαν Κουφουδάκη, Αιγαιοπελαγίτη/Μικρασιάτη την καταγωγή, με αίσθηση Έλληνα της διασποράς και με μακρά ακαδημαϊκή καριέρα στις ΗΠΑ πλην πάντα με ενδιαφέρον για τις περιπέτειες του Ελληνισμού (εξ ου και η βράβευσή του από το Πανεπιστήμιο Λευκωσίας), τον βλέπει κανείς να απευθύνεται στους παρευρισκόμενους με την αποστροφή: «Το ερώτημα είναι τι θα πράξετε εσείς για να προστατεύσετε την διεθνώς αναγνωρισμένη Κυπριακή Δημοκρατία, την ανεξαρτησία της, την εδαφική της ακεραιότητα, τα δικαιώματά σας ως πολιτών μιας Ευρωπαϊκής δημοκρατίας […] . Σεβαστείτε την ιστορία σας και την πίστη σας στις δημοκρατικές διαδικασίες». Την ίδια στιγμή, όμως, κατέληγε και με το :«Δεν μπορούμε να γίνουμε ξανά θύματα λαϊκιστών δημαγωγών».

Πώς ο Κυπριακός Ελληνισμός θα αντιληφθεί αυτές τις έννοιες, αυτούς τους ρόλους θα είναι το καίριο ερώτημα αν – ΑΝ – κινηθούν τα πράγματα.

Εάν θέλετε κάθε πρωί το ενημερωτικό δελτίο του KReport στο email σας και πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενό μας, κάντε μια δοκιμαστική συνδρομή!