Το μεγαλύτερο στοίχημα που κέρδισε προχθές το Παρίσι ήταν με τον φόβο. Που πήγαζε και πηγάζει εδώ και μία 20ετία στο υπογάστριο όλων των σύγχρονων μητροπόλεων: Η ασφάλεια. Ένας ούριος άνεμος σαν να φύσηξε από τον Σηκουάνα και να σάρωσε όλα τα φληναφήματα περί νησίδων ασφαλείας στις πόλεις ή περί πανάκειας ενός επ’ άπειρον διευρυνόμενου δικτύου καμερών και αισθητήρων που τελικά αφαιρούν από τις μητροπόλεις ό, τι τις δημιούργησε: Την ανάγκη της ανωνυμίας και του καταφυγίου.
Το Παρίσι τόλμησε: Η ανοιχτή γιορτή με εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες σε απόσταση αναπνοής από «ιδανικούς» στόχους και με δεκάδες οδούς διαφυγής ανοιχτούς κατέγραψε την βάσιμη πιθανότητα η ασφάλεια στις πόλεις να είναι εφικτή αρκεί, κάτω από τις κάμερες ασφαλείας, να συμπεριλαμβάνονται, στη γιορτή, όλοι.
Ήταν επίσης ένα 4ωρο πάρτι τόσο τέλεια οργανωμένο ώστε να αφήνει χώρο στο ανοργάνωτο, στηριζόμενο στη δημιουργική δύναμη της συμπερίληψης, σε μια εποχή όπου όλο και περισσότερες νέες ταυτότητες δεν περιλαμβάνονται στις κλασσικές νόρμες. Από τη διεθνή των προσφύγων μέχρι τους κάθε είδους πειραματισμούς στο συναίσθημα και στον ερωτικό εαυτό.
Πόνταρε πολύ το Παρίσι στον μαγικό του 19ο αιώνα, όπου εκεί ο τοκετός έγινε χάρη στη ζωογόνα γαλλική επανάσταση. Υπό τον πύργο του Άιφελ που χτίστηκε στα 100 χρόνια της επανάστασης για τη δεύτερη διεθνή εμπορική έκθεση(1889) όπου μεταξύ άλλων καινοτομιών εκείνη που προσέλκυσε ποικίλα σχόλια, τότε, ήταν το ηλεκτρικό κουδούνι της εξώπορτας. Τα καταφέρνουν σ’ αυτό οι Γάλλοι. Όταν βάζουν το κερασάκι υπάρχει, συνήθως τούρτα να το υποστηρίξει.
Αυτό έκαναν προχθές: Πάνω στις γερές βάσεις, κατά κυριολεξία και μεταφορικά, της αστικής καρδιάς της πόλης πάτησε γερά, και μάγεψε, ένα σημερινό και αυριανό Παρίσι. Όπου η Προεδρική Φρουρά υποκλίνεται στην Άγια Νακαμούρα η οποία ήταν όλο αυτό το διάστημα στο στόχαστρο της γαλλικής ακροδεξιάς.
Το Παρίσι όπου ο βωμός της φλόγας δεν είναι στο γήπεδο κι όπου η πόλη - κι όχι οι 70.000 θεατές σ’ ένα γήπεδο- μπορεί να επαναδιεκδικήσει τις αιτίες που την γέννησαν: Τις προσδοκίες των ίσων ευκαιριών.
Ήταν ένα Παρίσι απ’ όπου ίσως έλειπαν τα Προάστια, κι όπου ίσως οι ίδιοι οι Παριζιάνοι δεν συμμερίστηκαν την ανάγκη μιας τέτοιας μαζικής, υπαίθριας και πολυσύνθετης τελετής αλλά είναι βέβαιο ότι η γαλλική ήπια ισχύς κατέκτησε τις καρδιές εκατομμυρίων σε όλο τον κόσμο.
Αντί για ξύλινα λόγια και σταβλισμένη τέχνη οι Γάλλοι άνοιξαν το παιχνίδι χωρίς να ανοίξει ρουθούνι… Τόλμησαν μια διαφορετική πρόταση, τόσο απλή γι αυτό ιδιοφυή, και κέρδισαν.
Σκηνές όπως του χορευτή με αναπηρία που ξεφάντωνε μe break dance ή όταν οι αποκεφαλισμένες αριστοκράτισσες κρατούσαν τραγουδώντας στα χέρια τους τα κεφάλια τους, ή όταν η Σελίν Ντιόν κατάφερνε μια συγκλονιστική ερμηνεία υπό το βάρος μιας αβάσταχτης περιπέτειας υγείας, συνθέτουν για τους αυστηρούς ένα χαοτικό σκηνικό, αλλά ίσως χάνουν έτσι τον μίτο. Οι πόλεις των ελεύθερων ανθρώπων δεν ήταν ούτε μπορούν να υπάρξουν σε καθεστώς ομοιομορφίας.
Δυστυχώς η ΕΡΤ το έχασε όλο αυτό. Μάθαμε για τον πρωταθλητή ιππασίας του Ιράκ ή του μπάντμιντον στο Μπρουνέι αλλά… «Ευτυχώς» υπήρξαν αρκετοί πρόθυμοι στα σόσιαλ μίντια να επικεντρωθούν στο ότι η κάμερα έχασε τον «Γιάννη» κι ότι τους έλειψε το ρεμπέτικο και ο Παπαϊωάννου.
Έχει απαντήσει εδώ και έναν αιώνα ο Κίπλινγκ: «Πώς μπορούν να λένε ότι αγαπούν την Αγγλία αυτοί που δεν έχουν φύγει ούτε στιγμή από κοντά της;» Αυτό είπαν χθες και οι χιλιάδες νέοι καλλιτέχνες της σημερινής Γαλλίας.