Τον τελευταίο χρόνο ξέσπασε πόλεμος στη Μέση Ανατολή, κλιμακώθηκε η εμπορική σύγκρουση Δύσης και Κίνας και σημειώθηκε απόπειρα δολοφονίας του επικρατέστερου να εκλεγεί πρόεδρος στις ΗΠΑ. Πλην όμως η εικόνα των αγορών είναι λες και δεν συμβαίνει κάτι. Τους επενδυτές ενδιαφέρει μόνο ότι οι φόβοι ύφεσης αποδείχθηκαν λανθασμένοι και ο πληθωρισμός υποχώρησε. Ως αποτέλεσμα, οι αγορές βρίσκονται στα υψηλά ή κοντά στα υψηλά όλων των εποχών σε ΗΠΑ, Ευρωζώνη, Ιαπωνία και αναδυόμενες οικονομίες.
Η απόπειρα κατά του Τραμπ ήταν τυχαίο γεγονός αλλά υπενθυμίζει τις δυσλειτουργίες στο αμερικανικό πολιτικό σύστημα. Ενδεχόμενη επιστροφή Τραμπ στον Λευκό Οίκο θα προκαλέσει διεθνή αναστάτωση. Η Ευρώπη θα μπορούσε ταυτόχρονα να αντιμετωπίσει την απώλεια της Νατοϊκής ομπρέλας ασφαλείας και τον οικονομικό πόνο από περαιτέρω αμερικανικό προστατευτισμό.
Γιατί οι επενδυτές δεν ανησυχούν; Ένας λόγος είναι, ότι η πραγματική οικονομία έχει προσαρμοστεί εντυπωσιακά στην παγκόσμια αναταραχή. Οι δυτικές εταιρείες αναδιέταξαν τις αλυσίδες εφοδιασμού τους μέσω χωρών της «άλλης Ασίας», όπως το Βιετνάμ και η Ινδία. Όταν η γερμανική οικονομία κλήθηκε να απεξαρτηθεί απότομα από το ρωσικό φυσικό αέριο, προσαρμόστηκε αντί να καταρρεύσει. Στις ΗΠΑ η ζημιά που προκάλεσαν οι δασμοί καλύφθηκε από την ενίσχυση της απασχόλησης και την τόνωση που προσέφεραν τα υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα. Η άνθιση της τεχνητής νοημοσύνης προχωρά χωρίς εμπόδια.
Ωστόσο, θα ήταν αφελές να πιστεύουμε ότι η παγκόσμια οικονομία δεν επηρεάζεται από την πολιτική. Η πρόοδός της εξαρτάται τελικά από τα φιλελεύθερα, δημοκρατικά και ειρηνικά θεμέλια, πάνω στα οποία έχει οικοδομηθεί. Χαρακτηριστικό είναι ότι η μείωση του πληθωρισμού επιτεύχθηκε από τους κεντρικούς τραπεζίτες, οι οποίοι είναι σχετικά θωρακισμένοι από πολιτικές πιέσεις. Όμως, οι πολιτικοί θα μπορούσαν να παραμερίσουν το ταμπού της παρέμβασης, όπως ακριβώς ξεπέρασαν προηγούμενες επιφυλάξεις για τις επιδοτήσεις ή τους δασμούς.
Οικονομίες όπου τα χρηματιστήρια δεν σημείωσαν εκρηκτική άνοδο, αναδεικνύουν τις συνέπειες λανθασμένων πολιτικών. Η μεγάλη αγορά με τις χειρότερες επιδόσεις τον τελευταίο χρόνο είναι η κινεζική, η οποία έχει υποχωρήσει περίπου 10% σε όρους δολαρίου. Οι πρόσφατες επιδόσεις της κινεζικής οικονομίας είναι απογοητευτικές. Η κινεζική κυβέρνηση απέτυχε να αντιμετωπίσει την κρίση στην αγορά ακινήτων ή να αντιμετωπίσει την επιβράδυνση της οικονομίας τονώνοντας την κατανάλωση. Στη Δύση, το χρηματιστήριο της Βρετανίας έχει υποαποδώσει σημαντικά μετά το Brexit.
Σε κάποια μέρη του κόσμου η πραγματική οικονομία υποφέρει από την παρακμή της προηγούμενης τάξης πραγμάτων. Μετά την πανδημία οι αναπτυσσόμενες οικονομίες δεν ‘τρέχουν’ πλέον ταχύτερα από τις πλούσιες, όπως συνέβαινε κατά τη διάρκεια της ακμής της παγκοσμιοποίησης μετά το 1990.
Τελικά οι πολιτικές και γεωπολιτικές καταστροφές θα πλήξουν και τον πλούσιο κόσμο. Τίποτα δεν συμπυκνώνει καλύτερα τον εφησυχασμό της Wall Street από την αυξανόμενη πεποίθηση ότι η επιστροφή Τραμπ θα είναι καλή είδηση. Τις τελευταίες ημέρες, καθώς αυξήθηκαν οι πιθανότητες μείωσης των επιτοκίων και νίκης του Τραμπ, οι επενδυτές στράφηκαν προς μετοχές μικρής κεφαλαιοποίησης. Είναι αλήθεια ότι μια μείωση του εταιρικού φορολογικού συντελεστή από το 21% στο 15% θα ενίσχυε τα κέρδη τους, ότι η απορρύθμιση βοηθά και ότι η αύξηση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων τονώνει την οικονομία. Πλην όμως σε σχέση με την αρχή της πρώτης θητείας Τραμπ, σήμερα η αμερικανική οικονομία μεγεθύνεται ταχύτερα και ο προϋπολογισμός των ΗΠΑ διαθέτει πολύ μικρότερα περιθώρια για νέες χρηματοδοτήσεις. Και τα δύο αυτά σημαίνουν ότι ο υψηλότερος πληθωρισμός είναι πιθανότερος από την ταχύτερη μεγέθυνση.
Εάν μάλιστα οι κύριοι Τραμπ και Βανς επιτρέψουν περισσότερους πολέμους στην Ευρώπη ή προχωρούσαν προς την πλήρη αποσύνδεση από την Κίνα, θα ακολουθήσει οικονομικό χάος. Μια τέτοια διολίσθηση της παγκόσμιας τάξης προς την αναταραχή θα ήταν ανησυχητική για τους επενδυτές, εφόσον οι μετοχές αποτιμούνταν κανονικά. Με τις αποτιμήσεις στα ύψη, είναι συνταγή για κραχ. Ο πολιτικός κίνδυνος είναι δύσκολο να τιμολογηθεί από τις αγορές. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι πρέπει να τον αγνοήσουν.