Με τους μετρητές των δημοσκοπήσεων να έχουν σχεδόν ακινητοποιηθεί ενόψει της αυριανής Κυριακής του πρώτου γύρου των πρόωρων γαλλικών βουλευτικών εκλογών, οι πολιτικοί συσχετισμοί φαίνεται να αποκρυσταλλώνονται με τη λεπενική Εθνική Συσπείρωση να ανεβάζει ελαφρά τα ποσοστά της, διατηρώντας ένα προβάδισμα που τείνει να ξεπεράσει τις 7 μονάδες και συγκεντρώνοντας ένα ποσοστό πλέον του 36% στην πρόθεση ψήφου, έναντι 29% που συγκεντρώνει το μπλοκ του Λαϊκού Μετώπου της Αριστεράς και 21% που αποσπά το λεγόμενο «κεντρικό μπλοκ» από τους συνεργαζόμενους με την παράταξη του Προέδρου Μακρόν.
Πλησιάζοντας για πρώτη φορά στην ιστορία της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας σε ποσοστά πολύ κοντινά στα απαιτούμενα για να εξασφαλίσει την απόλυτη πλειοψηφία στην επόμενη Εθνοσυνέλευση, το μπλοκ της άκρας δεξιάς αναπτύσσει μια εκλογική δυναμική που ενισχύεται έτι περαιτέρω από την προσδοκία της νίκης του. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια θα ήταν αδιανόητη. Τώρα, όμως, η προεξόφλησή της μετατρέπει την ψυχολογία των ψηφοφόρων του σε πολλαπλασιαστή της εκλογικής επιρροής του. Απέναντί, βεβαίως, υπάρχει η πλειοψηφία της δημοκρατικής γαλλικής κοινής γνώμης. Μόνο που τα διαχρονικά εκλογικά ανακλαστικά της έχουν πλέον ατονήσει σε βαθμό που ακυρώνει την ενεργοποίηση ιδεολογικών αυτοματισμών που κάποτε συσπείρωναν ακαριαία την εκλογική βάση των κομμάτων του δημοκρατικού τόξου.
Η επιτυχία με την οποία έχει τελικώς στεφθεί η επιχείρηση αποδαιμονοποίησης της παράταξης που εμπνεύστηκε η Μαρίν Λεπέν μετά την πανωλεθρία της στις προεδρικές εκλογές του 2017, έχει παίξει, ασφαλώς, το δικό της ρόλο προς αυτήν την κατεύθυνση. Καταλυτικότερος, ωστόσο, υπήρξε, ο ρόλος που έπαιξε στο μεσοδιάστημα η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, η φτωχοποίηση των λαϊκότερων στρωμάτων και η γενίκευση της ανασφάλειας που διακατέχει πια τα μεσοστρώματα τόσο στα μεγαλύτερα αστικά κέντρα όσο και στην ύπαιθρο χώρα. Που συνδυάστηκαν με τη μείωση της αγοραστικής τους δύναμης, την επιδείνωση των συνθηκών της ζωής τους και, πρωτίστως, τη διάχυση της αίσθησης μιας προϊούσας παρακμής που εκτείνεται από την καθημερινότητα μέχρι την εθνική βιομηχανία και οικονομία συνοδευόμενη από τη δυσφορία που προκαλεί η ανεξέλεγκτη μετανάστευση, η έξαρση της επιθετικότητας, η αύξηση της εγκληματικότητας, τα επαναλαμβανόμενα κρούσματα σχολικής βίας και νεανικής παραβατικότητας, ο πολλαπλασιασμός των επικίνδυνων περιοχών που λειτουργούν ως γκέτο.
Εξ ου και η επιβολή της τάξης, η ενίσχυση της αστυνόμευσης, η αποκατάσταση του κύρους των εκπαιδευτικών, η αυστηροποίηση των σχολικών κανονισμών, η αναθεώρηση της νομοθεσίας για την ιθαγένεια και την παροχή ασύλου ήταν τα εμβληματικά μέτρα που πρόβαλε ο Πρόεδρος της Εθνικής Συσπείρωσης και υποψήφιος πρωθυπουργός Ζορντάν Μπαρντελά στη συνέντευξη Τύπου στην αρχή αυτής της εβδομάδας.
Εκείνο, ωστόσο, που περισσότερο από οτιδήποτε άλλο τροφοδοτεί την εκλογική δυναμική του κόμματος του Μπαρντελά οδηγώντας σε νέα συντριβή το "κεντρικό μπλοκ" της σημερινής προεδρικής πλειοψηφίας είναι η οργή που έχει προκαλέσει ο ίδιος ο Πρόεδρος Μακρόν με τον τρόπο που ασκούσε επί επτά χρόνια τις παντοδύναμες εξουσίες του δίνοντας την εντύπωση ότι περιφρονούσε ακόμα και τους πιο στενούς συνεργάτες του πόσο μάλλον τους απλούς συμπατριώτες του. Ο τρόπος που έλαβε και ανακοίνωσε μόνος του την απόφαση της προσφυγής εξπρές στις κάλπες εξελήφθη ως μια ακόμα ένδειξη αλαζονείας και εκβιαστικής συμπεριφοράς. Ένας στους δυο ερωτώμενους για το ποιο κόμμα προτίθενται να ψηφίσει απαντά πλέον "οποιοδήποτε εκτός από του Μακρόν".
Παρά ταύτα, ένας στους τέσσερις ψηφοφόρους παραμένει αναποφάσιστος ενώ πλησιάζει η ώρα να μιλήσει στην κάλπη. Ίσως όμως τελικά προτιμήσει να την αποφύγει παρά να ρίξει μέσα της μια ψήφο για την οποία φοβάται ότι πιθανότατα να μετανιώσει την επόμενη των εκλογών.
Γι' αυτό και ένα μέρος του εκλογικού σώματος που δεν το ενθουσιάζει η ιδέα της αρνητικής ψήφου ενδέχεται να στραφεί στην αποχή χωρίς αυτό να επηρεάζει σοβαρά το εκλογικό αποτέλεσμα. Έτσι και αλλιώς η συμμετοχή αναμένεται να ξεπεράσει το 65% των εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους καταρρίπτοντας το ρεκόρ των εκλογών του 1978, οπότε η συμμετοχή άγγιξε το 90%. Έκτοτε τα ποσοστά της αποχής άρχισαν να αυξάνονται συνεχώς φτάνοντας στο ανώτερο σημείο στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές του 2022, όταν η αποχή ανέβηκε στο 52,5% .
Το άλλο ρεκόρ που αναμένεται να σπάσει είναι πιο κρίσιμο. Αφορά τον αριθμό των μονοεδρικών όπου στον δεύτερο γύρο θα υπάρξουν «τριγωνικές αναμετρήσεις». Στις εκλογές του 2022 δεν ξεπερνούσαν τις 8. Στις φετινές εκλογές υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσουν τις 120 και ίσως πλησιάσουν τις 170. Να κάτι που δίνει τροφή στην πολιτική φαντασία από την οποία έχουν αρχίσει να διαπνέονται τα σεναρίων της επόμενης ημέρας.
Συμβάλουν, άλλωστε, οι εταιρίες δημοσκοπήσεων δίνοντας μεγάλο εύρος στη διακύμανση των εδρών που μπορεί να κερδίσουν τα τρία μεγαλύτερα μπλοκ. Στο μπλοκ των συνεργαζόμενων με τη λεπενική δεξιά δίνουν από 225 έως 265, ενώ για την απόλυτη πλειοψηφία απαιτούνται 289. Στο μπλοκ του Νέου Λαϊκού Μετώπου (της ενωμένης αριστεράς) δίνουν από 170 έως 200 έδρες. Τέλος, στο μπλοκ των συνεργαζόμενων με τη σημερινή προεδρική πλειοψηφία δίνουν από 70 έως 100 έναντι των 245 που διέθετε μέχρι σήμερα.
Τρία, κατόπιν αυτών, είναι τα επικρατέστερα σενάρια:
(α) Το λιγότερο πιθανό προβλέπει σχηματισμό κυβέρνησης απόλυτης πλειοψηφίας με πρωθυπουργό προερχόμενο από το πρώτο σε έδρες κόμμα. Εφαρμόζει το πρόγραμμά του και ψηφίζει τον προϋπολογισμό
(β) Το ενδιάμεσο προβλέπει σχηματισμό κυβέρνησης σχετικής πλειοψηφίας και υποχρεωτική συγκατοίκηση, αν και θεωρητικά θα είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας που θα επιλέξει τον πρωθυπουργό του. Εξ ου έχουν αρχίσει από τώρα οι προειδοποιητικές βολές και οι αψιμαχίες από την πλευρά της Εθνικής Συσπείρωσης, ώστε να μαρκάρει το γήπεδό της και να περιορίσει τις προνομίες του Προέδρου.
(γ) Το πιο φαντεζί και το πιο απίθανο προβλέπει σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας ή τεχνοκρατών τύπου Ντράγκι αποτελούμενη από ανώτατους λειτουργούς και ειδικούς που διαχειρίζονται τα τρέχοντα θέματα χωρίς να παίρνουν άλλες πρωτοβουλίες. Παρόλα αυτά είναι σίγουρο ότι θα προκαλούν συνεχείς πονοκεφάλους στους συνταγματολόγους δεδομένου ότι θα κινούνται εκτός των Γαλλικών πολιτικών παραδόσεων.
Σημειωθήτω ότι έχουν αρχίσει να πέφτουν κι άλλες, πιο ευφάνταστες ιδέες, όπως για παράδειγμα ο σχηματισμός μιας κυβέρνησης που θα κυβερνά με δημοψηφίσματα κατά τα πρότυπα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας ή τα πιο πρόσφατα της Ελβετικής Ομοσπονδίας.
Όλα όμως αυτά αφορούν στις μετά τη Δευτέρα εξελίξεις ενόψει μιας άλλης και πολύ διαφορετικής αναμέτρησης που θα είναι η αναμέτρηση του δεύτερου γύρου.