Σχεδιασμένη έτσι ώστε να μπορεί να διατηρεί εσαεί τη σταθερότητά της, η Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία βρίσκεται ίσως για πρώτη φορά στην ιστορία της αντιμέτωπη με το ενδεχόμενο μιας βαθιάς θεσμικής κρίσης μακράς διάρκειας και ανυπολόγιστων συνεπειών.
Η απόφαση του Προέδρου Μακρόν να προκηρύξει πρόωρες βουλευτικές εκλογές και μάλιστα προπαραμονές της μετά φόβου τρομοκρατίας διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων, μπορεί να μετέθεσε στο ίδιο το εκλογικό σώμα την ευθύνη του ξεκαθαρίσματος της κατάστασης που προέκυψε από τον θρίαμβο της λεπενικής Ακροδεξιάς στις ευρωεκλογές, περιέπλεξε όμως τα πράγματα ακόμα πιο πολύ προσθέτοντας στον όποιο κίνδυνο ενείχε η άνοδος της εθνικιστικής, λαϊκιστικής και ευρωσκεπτικιστικής Ακροδεξιάς τον κίνδυνο μιας παρατεταμένης ακυβερνησίας που προϊόντος του χρόνου γίνεται όλο και πιο ορατός.
Με τα σημερινά δημοσκοπικά δεδομένα δεν φαίνεται καθόλου πιθανό να προκύψει από τις κάλπες η αναγκαία απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία για τον σχηματισμό βιώσιμης κυβέρνησης, ενώ το γαλλικό Σύνταγμα αποκλείει προκήρυξη νέων εκλογών πριν την παρέλευση ενός τουλάχιστον έτους από τις προηγούμενες.
Πράγμα που σημαίνει ότι στο μεταξύ θα καθίσταται ακόμα δυσκολότερος ο σχηματισμός κυβέρνησης συνεργασίας δεδομένου ότι πλέον το μεν εκλογικό σώμα έχει τριχαστεί σε άκρως ανταγωνιστικά μπλοκ, το δε εκλογικό εκκρεμές ταλαντώνεται μεταξύ ενός πόλου που δεσπόζει στα δεξιά του ιδεολογικού φάσματος και ενός πόλου που κυριαρχεί στα αριστερά συνθλίβοντας αμφότεροι τον ενδιάμεσο χώρο στον οποίο κινείται η κυβερνώσα παράταξη του Προέδρου Μακρόν η οποία όμως όχι μόνον έχει πάψει προ πολλού να είναι πλειοψηφική, αλλά επιπλέον απειλείται με εκλογική κατάρρευση.
Ο ίδιος ο Μακρόν, στην προσπάθεια να δικαιολογήσει την απόφαση για τη διάλυση της Εθνοσυνέλευσης που πήρε μόνος του και εναντίον όλων, ισχυρίστηκε ότι πέταξε μια απασφαλισμένη χειροβομβίδα στα πόδια των αντιπάλων του περιμένοντας να δει πώς θα αντιδράσουν.
Το πιθανότερο, ωστόσο, είναι να μην ξέρει πια ούτε ο ίδιος τι θα κάνει όχι μόνο σε περίπτωση που κανένα από τα δυο κυρίαρχα πολιτικά μπλοκ δεν συγκεντρώσει τον μαγικό αριθμό των 288 + 1 βουλευτών ώστε να έχει την απόλυτη πλειοψηφία, αλλά και στην περίπτωση που με σχετική πλειοψηφία καταστεί ανέφικτη ακόμα και η δύσκολη λύση της συγκατοίκησης.
Ο Μακρόν, άλλωστε, την έχει κάνει ακόμα δυσκολότερη υιοθετώντας την θεωρία των δυο άκρων και ισχυριζόμενος σε προχθεσινό του podcast ότι η εφαρμογή των προγραμμάτων που προτείνουν το μπλοκ της ακροδεξιάς και το μπλοκ της ενωμένης αριστεράς "οδηγεί σε εμφύλιο πόλεμο".
Επικαλούμενος τη θεωρία των δυο άκρων ο Γάλλος Πρόεδρος προσπαθεί βέβαια να δημιουργήσει μια "υγειονομική ζώνη" γύρω από την παράταξή του ελπίζοντας ότι έτσι θα επηρεάσει τις ταλαντώσεις του εκλογικού εκκρεμούς ώστε να αποτρέψει τον αφανισμό του μακρονισμού.
Πλην όμως παρά τις φιλότιμες προσπάθειες που οψίμως καταβάλουν οι επίγονοί του να απογαλακτιστούν διαφοροποιούμενοι από τον κάποτε λαμπερό ηγέτη τους, δεν φαίνεται να μπορούν να αποφύγουν την καταβολή του αναδρομικού τιμήματος της συμπόρευσής τους με έναν Πρόεδρο που έχει προκαλέσει με την αλαζονεία του και έχει εξοργίσει με την ισχυρογνωμοσύνη του την μεγάλη συντριπτική πλειοψηφία της γαλλικής κοινής γνώμης. Εξ ου και το προεδρικό μπλοκ παραμένει δημοσκοπικά στάσιμο (περί το 20%) ενώ το δεξιό άκρο διευρύνει με ταχείς ρυθμούς την εκλογική του επιρροή ακολουθούμενο από το αριστερό που με πιο αργούς αλλά επιταχυνόμενους ρυθμούς διευρύνει επίσης την δίκη του. Για την ενωμένη αριστερά, εξάλλου, η διεύρυνση της εκλογικής της επιρροής θα ήταν μεγαλύτερη, αν η αμφιλεγόμενη προσωπικότητα του Μελανσόν δεν λειτουργούσε όσο ανασταλτικά λειτουργεί στον χώρο της της προεδρικής πλειοψηφίας η προσωπικότητα του Μακρόν .
Δυο είναι οι σχεδόν μοναδικές ελπίδες που μπορεί να έχει το προεδρικό στρατόπεδο.
Η πρώτη είναι να ισχύσει και σε αυτές τις εκλογές ο κανόνας που διέπει την συμπεριφορά του γαλλικού εκλογικού σώματος σύμφωνα με τον οποίο στον πρώτο γύρο οι πολίτες τιμωρούν και στον δεύτερο επιλέγουν. Σε αυτή την περίπτωση όσοι εκ των υποψηφίων της κυβερνώσας παράταξης καταφέρουν να προκριθούν στον δεύτερο γύρο, ίσως να μπορέσουν να επωφεληθούν της εκτόνωσης του κοινωνικού θυμού εναντίον του "Προέδρου των πλουσίων" κατά τον πρώτο γύρο.
Η δεύτερη ελπίδα των μακρονιστών είναι να αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των περιφερειών όπου θα διεξαχθούν "τριγωνικές" επαναληπτικές εκλογές. Εκλογές, δηλαδή, στις οποίες θα συμμετάσχουν όχι μόνον οι δυο πρώτοι σε ποσοστά ψήφων υποψήφιοι, αλλά και τρίτοι που θα έχουν συγκεντρώσει κατά περίπτωση τουλάχιστον άνω του 12,5% των ψήφων της εκλογικής περιφέρειας.
Με τους υφιστάμενους σήμερα συσχετισμούς δεν αποκλείεται ο αριθμός των τριγωνικών αναμετρήσεων να είναι μεγαλύτερος από κάθε άλλη φορά. Όμως, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι αυτό θα ευνοήσει υποχρεωτικά την σύμπηξη συμμαχιών μεταξύ των υποψηφίων του δημοκρατικού τόξου. Πολύ δε περισσότερο που ο θυμός εναντίον του σημερινού Προέδρου της Δημοκρατίας είναι μάλλον μεγαλύτερος από τον φόβο που εμπνέει πλέον η Ακροδεξιά, ιδιαίτερα στους κόλπους των μετριοπαθών ψηφοφόρων της κεντροδεξιάς.
Είναι, άλλωστε, χαρακτηριστικό ότι ενώ οι κεντρώοι του Μακρόν δεν φαίνεται να συσπειρώνουν άνω του 75% των ψηφοφόρων που συγκέντρωσαν το 2022, η μεγάλη πλειοψηφία των κεντροδεξιών Ρεπουμπλικανών στρέφεται ήδη προς την Εθνική Συσπείρωση στέφοντας με απόλυτη επιτυχία την επιχείρηση απαδαιμονοποίησης της Ακροδεξιάς που ανέλαβε το 2022 η Μαρίν Λε Πεν και ολοκληρώνει τώρα ο διάδοχός της στην ηγεσία του κόμματος Ζορντάν Μπαρντελά. Ήδη, από το συνολικό 36% που σήμερα δηλώνει ότι προτίθεται να ψηφίσει το κόμμα της Λεπέν το 6% περίπου προστέθηκε τις τελευταίες ημέρες ακολουθώντας τον πρώην γκωλικό πρόεδρο των Ρεπουμπλικανών Ερίκ Σιοττί. Πρόκειται για μια πολιτική μεταλλάξει που μάλλον δεν είχε υπολογίσει ο Μακρόν όταν λογάριαζε να αφομοιώσει την κεντροδεξιά.
Όπως επίσης φαίνεται να μην είχε υπολογίσει σωστά τον αντίκτυπο της ανοιχτή επιστολής που απηύθυνε στους συμπατριώτες του μέσα στο σαββατοκύριακο διαβεβαιώνοντάς τους ότι θα παραμείνει στον προεδρικό θώκο όποια και αν είναι η έκβαση της αναμέτρησης των βουλευτικών εκλογών εγγυώμενος την συνέχεια, την ασφάλεια και την σταθερότητα της δημοκρατίας.
Με αυτή την διαβεβαίωση ήθελε προφανώς να δώσει απάντηση σε όσους υποστηρίζουν ότι ηθικά οφείλει να παραιτηθεί σε περίπτωση εκλογικής ήττας της παράταξής του. Παραδόξως, όμως, την διαβεβαίωση αυτή συνόδεψε με μια ταυτόχρονη παραδοχή της "απόλυτης ανάγκης να αλλάξει ο τρόπος διακυβέρνησης". Λες και επί επτά χρόνια δεν ήταν αυτός που κυβερνούσε…