Να ξοδεύεις δημόσιο χρήμα προς άγραν ψήφων, επιδεινώνοντας ένα πρόβλημα που θα όφειλες να επιλύσεις και επιδοτώντας την κερδοσκοπία στα ακίνητα, σε βάρος των νέων ζευγαριών και των οικονομικά ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων, είναι φαινόμενο απεχθές. Αναφέρομαι στο μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα της κατοικίας καθ’ ημάς, όπου οι δαπάνες στέγασης είναι μακράν οι μεγαλύτερες στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Απορροφούν το 34,5% του οικογενειακού εισοδήματος έναντι μέσου ευρωπαϊκού όρου 19,6%. Η ουσία του προβλήματος: Τα νοίκια είναι στον ουρανό, γιατί η ζήτηση υπερβαίνει κατά πολύ την προσφορά. Αλλά η κυβέρνηση, αντί να ενισχύσει την προσφορά, βάζει φωτιά στη ζήτηση. Την λέει «Το Σπίτι μου» -το σωστό: «Η Φούσκα στα Σπίτια».
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο δικό μας, ταλαιπωρεί όλη την Ευρώπη. Πώς το διαχειρίζονται άλλες ευρωπαϊκές χώρες; Με κοινή -όχι πελατειακή- λογική: Ενισχύουν την προσφορά κατοικιών με προγράμματα κοινωνικής κατοικίας με φτηνά ενοίκια.
Από τους πόρους του δικού της Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), η Πορτογαλία αποφάσισε να διαθέσει 2,7 δισ. ευρώ σε προγράμματα κοινωνικής κατοικίας, κατασκευάζοντας 26.000 σπίτια. Από το δικό της ΤΑΑ, η Ισπανία διαθέτει 1 δισ. ευρώ σε αντίστοιχα προγράμματα, για να κατασκευάσει 20.000 κατοικίες. Επίσης 1 δισ. ευρώ από το δικό της ΤΑΑ έχει ξεχωρίσει η Ιταλία για να κατασκευάσει 10.000 κατοικίες που θα διαθέσει μέσω κοινωνικών προγραμμάτων στέγασης. Συνολικά, από τους ευρωπαϊκούς πόρους των ΤΑΑ, επτά χώρες της Ε. Ε. δαπανούν 5,51 δισ. ευρώ για να ενισχύσουν την προσφορά σπιτιών με προγράμματα κοινωνικής κατοικίας.
Τα ποσά απέχουν από το να επιλύσουν το πρόβλημα –για να καλυφθούν οι ανάγκες σύγχρονης κατοικίας με προσιτές τιμές στην Ε.Ε, υπολογίζεται ότι απαιτείται δαπάνη της τάξης των 50 δισ. ευρώ. Πάντως, η κατεύθυνση είναι σαφής: Ενίσχυση της προσφοράς μέσω των προγραμμάτων κοινωνικής κατοικίας. Άλλοι είναι πιο προχωρημένοι, με πρώτη την Αυστρία, όπου το 24% των κατοικιών σε όλη τη χώρα και το 62% στη Βιέννη είναι κοινωνικές κατοικίες. Άλλοι ακολουθούν, όπως η Ολλανδία με 2,3 εκατ. κοινωνικές κατοικίες, η Γαλλία με 5 εκατ. κοινωνικές κατοικίες κλπ. Κι άλλοι, όπως η Γερμανία, επιβάλλουν επιπλέον μέτρα: Πχ, οι ιδιοκτήτες συγκροτημάτων κατοικιών υποχρεώνονται να διαθέτουν ένα ποσοστό κατοικιών με κοινωνικά προγράμματα.
Από αυτά που κάνουν στην άλλη Ευρώπη, είναι σε τροχιά απόλυτης απόκλισης η χώρα μας –η μόνη που δεν διαθέτει ούτε Πρόγραμμα ούτε καν Οργανισμό κοινωνικής κατοικίας...
Στο καθ΄ ημάς «γαλατικό χωριό», οι τελευταίοι γραφικοί νεοφιλελεύθεροι της Ευρώπης έκριναν ότι το σωστό είναι να εγκαταλειφθεί κάθε σκέψη για ενίσχυση της προσφοράς και προγράμματα κοινωνικής κατοικίας και ότι, αντιθέτως, το ξύπνιο είναι να δοθούν λεφτά για περαιτέρω ενίσχυση της ζήτησης: Ήτοι, κρατικά επιδοτούμενα δάνεια για αγορά κατοικίας! Αντί να πιέσουν ή/και να επιβάλουν –όπως στην ανεπτυγμένη Ευρώπη- να ανοίξουν τα κλειστά διαμερίσματα και να αφιερώσουν πόρους για την κατασκευή κοινωνικών κατοικιών, μοίρασαν σχεδόν 1 δισ. ευρώ σε δάνεια για να αγοραστούν σπίτια ηλικίας τουλάχιστον 15 ετών, σε τιμές που μέσα σε ελάχιστο χρόνο (εξαιτίας της ενίσχυσης της ζήτησης) αυξήθηκαν 50-80% -και μαζί τους παρέσυραν τα ενοίκια.
Οι ιδιοκτήτες τους έβγαλαν απροσδόκητα κέρδη χωρίς να χρειαστεί καν να τα ανακαινίσουν, όσοι άντεχαν οικονομικά πήραν το επιδοτούμενο δάνειο και αγόρασαν σπίτι πιστεύοντας ότι έπιασαν ευκαιρία. Κι η κυβέρνηση ευχαριστήθηκε τόσο πολύ που είδε όλους τους υποψήφιους ψηφοφόρους /εν δυνάμει «πελάτες» της, ικανοποιημένους, ώστε αποφάσισε να τροφοδοτήσει κι άλλο τη ζήτηση: Το στοίχημα θα αυξηθεί, στο 1 δισ. του α΄ θα προστεθούν άλλα 2 δισ. για να ενισχύσουν τη ζήτηση και να τονώσουν τη φούσκα τιμών, με το β΄ πρόγραμμα «Το Σπίτι μου». Ανακοινώθηκε από τον πρωθυπουργό την περασμένη Κυριακή, στην διακαναλική προεκλογική συνέντευξή του, χωρίς να ‘χει πάρει έγκριση από τις ευρωπαϊκές αρχές και, όπως μαθαίνουμε, αιφνιδιάζοντας και τους καθ’ ύλην αρμόδιους, απ’ το υπουργείο Οικονομικών έως το υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας.
Όλα προς άγραν ψήφων; Ο σκοπός ίσως αγιάζει τα μέσα. Ώστε μετά, πανίσχυρη η κυβέρνηση, να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις και τον δυναμικό εκσυγχρονισμό της χώρας.