Κατά παράδοξη αναλογία με τα καθ' ημάς, η εξέλιξη του πολιτικού ανταγωνισμού στην Γαλλία έχει μετατρέψει την κατάκτηση της δεύτερης και τρίτης θέσης στις φετινές ευρωεκλογές σε μείζον διακύβευμα της επόμενης ημέρας και κατ' επέκταση της πορείας προς τις προεδρικές εκλογές του 2027, όποτε και θα κριθεί ποιος θα είναι ο διάδοχος του σημερινού Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας δεδομένου ότι ο ίδιος ο Εμμανουέλ Μακρόν δεν θα έχει πια το δικαίωμα να είναι για τρίτη φορά υποψήφιος.
Σύμφωνα με τις τελευταίες προεκλογικές δημοσκοπήσεις, πέραν του Ζορντάν Μπαρντελά, διαδόχου της Μαρίν Λε Πεν, προέδρου της Ακροδεξιάς Εθνικής Συσπείρωσης και επικεφαλής του ψηφοδελτίου με το οποίο διεκδικεί την εκπροσώπησή της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβουλίου και ο οποίος οδεύει ήδη προς έναν εκλογικό θρίαμβο, δυο είναι οι συνδυασμοί που συγκεντρώνουν τις περισσότερες πιθανότητες να τερματίσουν, με τεράστια, βέβαια, διαφορά, στη δεύτερη και την τρίτη θέση.
Ο πρώτος είναι ο συνδυασμός που έχει επικεφαλής την Βαλερί Αγιέ και εκπροσωπεί το κυβερνών κόμμα της "Αναγέννησης" του Προέδρου Μακρόν.
Ο δεύτερος είναι ο συνδυασμός που έχει επικεφαλής τον Ραφαέλ Γκλυκσμάν και υποστηρίζεται από το Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα και την πολιτική κίνηση "Δημόσιος Χώρος", της οποίας ο ίδιος, ευρωβουλευτής σήμερα, υπήρξε συνιδρυτής.
Εβραϊκής καταγωγής ο 44χρονος δοκιμιογράφος και παραγωγός σειράς ντοκιμαντέρ Ραφαέλ Γκλυκσμάν, πρώην μυστικοσύμβουλος του Μικαήλ Σαακασβίλι, προέδρου της Γεωργίας από το 2009 έως το 2012, είναι γιος του επίσης συγγραφέα Αντρέ Γκλυκσμάν που μετά τα γεγονότα της εξέγερσης του Μάη του 1968 στράφηκε μαζί με μια σειρά άλλων μαχητικών πρώην μαοϊκών διανοουμένων εναντίον του σταλινικού ολοκληρωτισμού και της κομμουνιστικής αριστεράς για να γίνουν παγκοσμίως γνωστοί ως "νέοι φιλόσοφοι" (Μπερνάρ Ανρύ Λεβύ, Πασκάλ Μπυκνέρ, Αλαίν Φενκιλρώ κ.α).
Μαζί με τον ακροδεξιό συνδυασμό του Ζορντάν Μπαρντελά ο εκλογικός συνδυασμός του Ραφαέλ Γκλυκσμάν, επαγγελλόμενος μια Ευρώπη περισσότερο κοινωνική και οικολογική παρόμοια με αυτήν που οραματίστηκε ο Ζακ Ντελόρ, ήταν ο μόνος που από τον περασμένο Ιανουάριο εμφάνιζε δημοσκοπικά μια εντυπωσιακά συνεχή ανοδική δυναμική.
Έτσι, ο συνδυασμός που παρουσιάστηκε εκπροσωπώντας τους πολιτικά εξαερωμένους μετά τις προεδρικές εκλογές του 2017 Γάλλους σοσιαλιστές έφθασε προπαραμονές των ευρωεκλογών σε απόσταση αναπνοής από τον μακρονικό συνδυασμό της Βαλερί Αγιέ καθιστώντας τον επικεφαλής του τρίτο άνθρωπο των ευρωεκλογών και του γαλλικού κομματικού ανταγωνισμού.
Τα τελευταία, ωστόσο, εικοσιτετράωρα, η δυναμική του Γκλυκσμάν μοιάζει να έχει εξαντληθεί. Ίσως διότι συγκέντρωσε πλέον τα ομαδικά πυρά των δυνάμεων της ριζοσπαστικής αριστεράς που βλέπουν να υποσκελίζονται από έναν αντίπαλο που δεν είχαν υπολογίσει. Ίσως πάλι διότι η κατάσταση στην Γάζα έχει ενεργοποιήσει τα αντισημιτικά ανακλαστικά της φιλοπαλαιστινιακής μερίδας της κοινής γνώμης. Ίσως, ακόμα, διότι οι θέσεις του υπέρ μιας πιο ενεργούς ανάμιξης της Γαλλίας στο πλευρό της Ουκρανίας προκάλεσαν την αντίδραση των ψηφοφόρων που φοβούνται την εμπλοκή σε έναν Γ΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ίσως, τέλος, διότι για μια ακόμα φορά το στρατόπεδο του Προέδρου Μακρόν επιτυγχάνει in extremis, όπως εξάλλου το συνηθίζει, να κινητοποιήσει τους οπαδούς του, να περιορίσει τις διαρροές του και να συσπειρώσει τις όποιες δυνάμεις του έχουν απομείνει στη δύση της απόλυτης κυριαρχίας του.
Όμως, ακόμα και αν η Αγιέ καταφέρει τελικά να τερματίσει οριακά δεύτερη στην κούρσα των φετινών ευρωεκλογών, ένα νέο πολιτικό φαινόμενο θα έχει γεννηθεί, με τον Γκλυκσμάν να αναδεικνύεται σε πρωταγωνιστή της αναδιάταξης των δυνάμεων του γαλλικού δημοκρατικού τόξου, τους σοσιαλιστές να επιστρέφουν στο πολιτικό προσκήνιο και την ριζοσπαστική αριστερά του Μελανσόν να εκτοπίζεται από τη θέση της ισχυρότερης μετά την Ακροδεξιά Εθνική Συσπείρωση κοινοβουλευτικής δύναμης.
Σε κάθε, πάντως, περίπτωση, τίποτα δεν θα πρέπει να αποκλειστεί μέχρι να ανοίξουν οι κάλπες. Πολύ περισσότερο που τις τελευταίες ημέρες παρατηρείται ένα άλλο ενδεικτικό της αυξανόμενης πολιτικής ρευστότητας, αλλά και πολύ ενδιαφέρον φαινόμενο: να αυξάνεται πλησιάζοντας το τέλος της προεκλογικής περιόδου το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για την έκβαση της αναμέτρησης των ευρωεκλογών και ταυτόχρονα να μειώνεται ο βαθμός της βεβαιότητας που έχει η πρόθεση ψήφου που δηλώνει στις δημοσκοπήσεις.
Εκτός αν όλα αυτά που συμβαίνουν προοιωνίζονται απλώς την επανεμφάνιση του παλαιόθεν γνωστού φαινομένου της ταλάντωσης του εκλογικού εκκρεμούς μεταξύ ενός δεξιού και ενός αριστερού πόλου, αποδεικνύοντας ότι η περιώνυμη υπέρβαση των παραδοσιακών διαχωριστικών γραμμών εξακολουθεί να διατηρεί την επικαιρότητά της.