Έχοντας επιλέξει με ιδιαίτερη, όπως πάντα, σημειολογική επιμέλεια την εντυπωσιακά αναγεννημένη Δρέσδη, πρωτεύουσα της Σαξονίας, που υπήρξε σύμβολο των καταστροφών του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, ως την πόλη από την οποία θα απευθυνόταν στην γερμανική νεολαία καλώντας την να αφυπνιστεί προ του κινδύνου που αντιπροσωπεύει για την δημοκρατία η ραγδαία άνοδος της Ακροδεξιάς σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο Εμμανουελ Μακρόν βρέθηκε για μια ακόμα φορά στο επίκεντρο της επικαιρότητας πραγματοποιώντας την πρώτη ύστερα από 24 χρόνια επίσημη επίσκεψη αρχηγού του γαλλικού κράτος στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία.
Το ενδιαφέρον της ήταν ως εκ τούτου δικαιολογημένο. Έγινε ακόμα μεγαλύτερο μετά την συνάντηση του Γάλλου Προέδρου με τον Γερμανό καγκελάριο στην διάρκεια της οποίας οι δυο άνδρες συζήτησαν για την ανάγκη διπλασιασμού του κοινοτικού προϋπολογισμού, εφαρμογής νέων εμπορικών κανόνων και αναβίωσης του απορρυθμισμένου γαλλογερμανικού άξονα.
Αυτός ήταν προφανώς και ο κύριος σκοπός της επίσκεψης. Φάνηκε δε να επιτυγχάνεται τουλάχιστον στο βαθμό που κατέστησε εφικτή την συμφωνία μεταξύ των δυο ηγετών για την έστω υπό προϋποθέσεις εκχώρηση στην Ουκρανία της άδειας να χρησιμοποιεί οπλικά συστήματα των δυο χωρών εναντίον στόχων εντός του Ρωσικού εδάφους.
Όσο κρίσιμες και χρήσιμες και αν υπήρξαν αυτές οι συνεννοήσεις για την διαμόρφωση της ατζέντας της επόμενης ημέρας των ευρωπαϊκών εκλογών, το ζήτημα είναι ποιοι θα είναι οι νικητές τους και πώς θα ξημερώσει αυτή η ημέρα. Οι εκκλήσεις πάντως του Μακρόν για αφύπνιση ενόψει της ανόδου της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς δεν φαίνεται να βρίσκουν στόχο.
Αυτό που συμβαίνει στην Γαλλία δεν έχει ιστορικό προηγούμενο. Η αναμενόμενη άνοδος της Ακροδεξιάς παίρνει πια μορφή χιονοστιβάδας σαρώνοντας το γαλλικό κομματικό σύστημα κατά ένα τρόπο αντιστρόφως ανάλογο εκείνου που επέτρεψε στον Μακρόν να το σαρώσει πρώτος το 2017.
Ο υποστηριζόμενος από την λεπενική «Εθνική Συσπείρωση» συνδυασμός τείνει να καταστεί απόλυτα κυρίαρχος στην πορεία προς τις κάλπες της 9ης Ιουνίου φθάνοντας σε δημοσκοπικά ποσοστά υπερδιπλάσια αυτών που συγκεντρώνει ο υποστηριζόμενος από την κυβερνώσα παράταξη συνδυασμός (34% έναντι 15%).
Είναι, βέβαια, αλήθεια ότι συνήθως οι μακρονιστές συσπειρώνονται την τελευταία προεκλογική εβδομάδα, αν όχι την τελευταία ημέρα. Αυτή, ωστόσο, την φορά τίποτα δεν δείχνει ότι οι συνήθειές τους να μπορούν να επαναληφθούν με όση επιτυχία απαιτείται για να μη βρεθεί η δεύτερη μεγαλύτερη και ισχυρότερη οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντιμέτωπη με το φάσμα της δυναμικής επανεμφάνισης του εθνικιστικού ευρωσκεπτικισμού.
Στις ευρωεκλογές του 2019 ο συνδυασμός που εμφάνισε το προεδρικό μπλοκ μόλις και μετά βίας κατάφερε να μη συντριβεί από την «Εθνική Συσπείρωση» περιορίζοντας την έκταση της ήττας του σε μια διαφορά μικρότερη της μονάδας (22,42 έναντι 23,34).
Ήταν τότε που ως επικεφαλής της λίστας των υποψηφίων ευρωβουλευτών της «Εθνικής Συσπείρωσης» ο μόλις 23 ετών Ζορντάν Μπαρντελά έλαβε το βάπτισμα του πυρός εντυπωσιάζοντας με τις ηγετικές εμφανίσεις του και τις επικοινωνιακές του δεξιότητες.
Έναν χρόνο αργότερα θα καταλάμβανε την θέση του δεύτερου αντιπροέδρου του κόμματός που είχε ιδρύσει η θεία του Μαρίν Λε Πεν περιμένοντας το Συνέδριο του 2022 για να ανακηρυχθεί διάδοχός της στην αρχηγία της «Εθνικής Συσπείρωσης».
Νέος, ωραίος και χαρισματικός ο Ζορντάν Μπαρντελά αποτελεί σήμερα το μυστικό που εξηγεί εν πολλοίς την πρωτοφανώς καταιγιστική άνοδο της μέχρι πρότινος καταραμένης γαλλικής Ακροδεξιάς.
Ήταν, βεβαίως, αρχικά μια Ακροδεξιά που έφερε το στίγμα της ιδεολογικής παρακαταθήκης του πατέρα Ζαν Μαρί και των παραστρατιωτικών ομοϊδεατών του από τους οποίους δεν είχε ακόμα απογαλακτιστεί και στην θέα των οποίων οι δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου αντί-συσπειρώνονταν ανακλαστικά και ακαριαία.
Επρόκειτο, με άλλα λόγια, για την υπέρ- εθνικιστική δεξιά στήριγμα του καθεστώτος Πεταίν και των συνεργατών των Γερμανών κατακτητών που άρχισε να αναπτύσσεται και πάλι μετά την αναγκαστική αποχώρηση του γαλλικού στρατού από την Ινδοκίνα για να αποκτήσει μεγαλύτερα ερείσματα στην σκιά του πολέμου της Αλγερίας όποτε και φούντωσε το μίσος της εναντίον του στρατηγού Ντε Γκωλ και εξήφθησαν τα (ρατσιστικά) πνεύματα της εποχής που η Γαλλία βίωνε τραυματικά το τέλος του εθνικού της μεγαλείου και της αποικιοκρατικής αυτοκρατορίας.
Ο εμφύλιος πόλεμος στο χείλος του οποίου βρέθηκε η χώρα στις αρχές της δεκαετίας του 1960 απετράπη μεν κυρίως χάρη στον Ντε Γκωλ και την πολιτική ωριμότητα των Γάλλων κομμουνιστών, δεν έπαψε όμως ποτέ να αποτελεί τουλάχιστον μια φαντασιακή απειλή βαθιά απωθημένη στο συλλογικό υποσυνείδητο της γαλλικής κοινωνίας. Το ποσό εύκολο ήταν να στοιχειώσει ανά πάσα στιγμή φάνηκε ολοκάθαρα στην εξέγερση του Μάη του 68 και στην γενική απεργία που την ίδια περίοδο παρέλυσε το πολιτικό και οικονομικό σύστημα ανοίγοντας νέες πληγές στην μεταπολεμική Γαλλία.
Η αποδαιμονοποιημένη Ακροδεξιά που δημιούργησε ύστερα από ιδεολογικές αναπροσαρμογές και συστηματικές στρατηγικές προσπάθειες χρόνων η θυγατέρα του Ζαν-Μαρί έχοντας αποφασίσει να στοχοπροσηλωθεί στην κατάκτηση της Προεδρίας της 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας αποκηρύσσοντας τον πατέρα της αλλά συγκρουόμενη μετωπικά με τον Μακρόν δεν είχε πια τα ιδεολογικά και πολιτικά χαρακτηριστικά που μέχρι πρόσφατα εξόργιζαν τους main stream κομματικούς σχηματισμούς. Είχε όμως αποκτήσει καιν μια νέα ηγεσία που θα αποτελούσε το κλειδί της σημερινής διεύρυνσης της εκλογικής της επιρροής.
Είχε φροντίσει για αυτήν η ίδια η Λε Πεν μεθοδεύοντας από το 2021την διαδοχή της και προωθώντας στην θέση του Πρόεδρου του κόμματός της τον 24χρονο τότε ανηψιό της Ζορντάν Μπαρντελά. Η κίνησή της έμελλε να αποδειχθεί η ευφυέστερη της καριέρας της. Μέσα σε λιγότερο από τρία χρόνια η γαλλική κοινή γνώμη θα καταλαμβανόταν από ένα είδος μπαρντελομανίας με τον διάδοχο της Λε Πεν να γοητεύει όλο και μεγαλύτερα πλήθη και τον ίδιο να επιταχύνει την «κανονικοποίηση» της γαλλικής Ακροδεξιάς εκτινάσσοντας σε ιστορικά ύψη τα ποσοστά της δημοφιλίας της.
Προκειμένου να αποκρούσει την επίθεση γοητείας του Μπαρντελά στο εκλογικό σώμα ο Πρόεδρος Μακρόν έριξε στην μάχη των ευρωεκλογών τον επίσης χαρισματικό 35χρονο Γκαμπριέλ Αττάλ τον οποίο προηγούμενος είχε αναβαθμίσει από έμπιστο σύμβουλό του σε Πρωθυπουργό του.
Ωστόσο, η εκλογική δυναμική του Μπαρντελά δεν ανακόπηκε. Όπως δεν ανακόπηκε η δυναμική του όταν ο ίδιος ο Πρόεδρος Μακρόν άρχισε να ρίχνει το βάρος του στην ευρωεκλογική εκστρατεία της παράταξής του εμπλεκόμενος ενεργά στην υλοποίηση της στρατηγικής της.
Η βαρυσήμαντη ομιλία για το μέλλον της Ευρώπης, που εκφώνησε στις 24 Απριλίου από το μεγάλο αμφιθέατρο της Σορβόνης, ήταν η πρώτη πράξη. Ούτε όμως αυτή ούτε και όσες θα ακολουθούσαν αποδείχθηκαν αρκετά αποτελεσματικές. Η ελπίδα του Μακρόν ότι δραματοποιώντας το διακύβευμα των ευρωεκλογών θα επιτύγχανε να κινητοποιήσει τους οπαδούς του αποδείχτηκε αντιστρόφως φρούδα . Ομοίως ατύχησαν και όσες άλλες παρεμβάσεις έκανε στην προσπάθειά του να ανακτήσει, αν όχι την συμπάθεια, τουλάχιστον την εμπιστοσύνη των κοινών που τον είχαν στηρίξει στις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις. Τίποτα, όμως, δεν άλλαζε την διάθεση των ψυχραμένων μαζί του ψηφοφόρων.
Ήταν χαρακτηριστικό ότι από την πολυαναμενόμενη και πολυδιαφημισμένη τηλεοπτική μονομαχία του με τον Μπαρντελά, (πραγματοποιήθηκε τελικά στις 23 Μαΐου), ο Αττάλ, στην καλύτερη για αυτόν περίπτωση, κατήγαγε μια απλή ισοπαλία.
Έτσι η προτελευταία εβδομάδα της προεκλογικής περιόδου ξεκίνησε με τον Μπαρντελά να έχει καταγράψει την καλύτερη δημοσκοπική / προεκλογική επίδοση που έχει σημειώσει πολιτικός άνδρας τα τελευταία σαράντα χρόνια.
Εξ ου και ο συνδυασμός του είναι ο μοναδικός από τους συμμετέχοντες στην κούρσα των ευρωεκλογών που εξακολουθεί να ανεβάζει συνεχώς τα ποσοστά που συγκεντρώνει σε πρόθεση με μια και μόνη εξαίρεση. Ονομάζεται Ραφαέλ Γκλυκσμάν, είναι επικεφαλής του κοινού συνδυασμού που κατεβάζει μαζί με το Σοσιαλιστικό Κόμμα, επαγγέλεται την επιστροφή στην κοινωνική Ευρώπη του Ντελόρ και της οικολογίας και αποτελεί ένα άλλο αλλά επίσης δυναμικό φαινόμενο.
Θα πούμε περισσότερα για τις δημοσκοπικές του επιδόσεις που επειδή ακριβώς ενδέχεται να έχουν διάρκεια, βάθος και προοπτική χρειάζονται αναλυτικότερη παρουσίαση μόλις ολοκληρωθεί ο κύκλος των αλλεπάλληλων τηλεμαχιών ενόψει των ευρωεκλογών, όποτε και θα μπορούν να βγουν συνολικότερα συμπεράσματα.
Εν τω μεταξύ ας θέσουμε ένα ερώτημα-κλειδί: Ήταν άραγε τυχαία ή λάθος υπολογισμένη από την πλευρά των επιτελών του Μεγάρου των Ηλυσίων η επιλογή της δημιουργίας του δίπολου Αττάλ εναντίον Μπαρντελά;
Το πιθανότερο είναι να πρόκειται περί συνειδητής και στρατηγικού χαρακτήρα επιλογής με στόχο να καταστεί η αντιπαλότητα των μακρονικών με την λεπενική Ακροδεξιά μέθοδος επανασυσπείρωσης των πολιτών που στις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις είχαν ψηφίσει υπέρ του Μακρόν ή της παράταξής του.
Εξ ου και η επιμονή με την οποία ο Μακρόν επανέρχεται τις τελευταίες ημέρες στην πρόσκληση της Λε Πεν σε τηλεοπτική μονομαχία ανάλογη με εκείνη που του χάρισε την νίκη στις Προεδρικές εκλογές του 2017. Είναι σίγουρο ότι υπάρχουν πολλοί που θυμούνται ακόμα την πανωλεθρία που είχε υποστεί η Λε Πεν καθώς και τους λόγους για τους οποίους μειοψήφησε σε όλες τις προεδρικές εκλογές. Όπως υπάρχουν επίσης αρκετοί που ακόμα και τώρα φοβούνται την αναβίωση του φαντάσματος του Πεταίν.
Ωστόσο, από τους παλιούς ψηφοφόρους του Μακρόν μόνον ένας στους τρεις συζητά να υπερψηφίσει στις ευρωεκλογές τον συνδυασμό που τον εκπροσωπεί. Από τους υπόλοιπους οι μισοί προτιμούν να μην ψηφίσουν κανέναν και οι άλλοι μισοί προτιμούν να ψηφίσουν κάποιον από τους αντιπάλους του.
Μπορεί να μην είναι πολλοί που έλκονται από την ιδέα που προωθεί ο Μπαρντελά επιδιώκοντας να μετατρέψει τις ευρωεκλογές σε δημοψήφισμα για τον Μακρόν. Όμως την διαφορά κάνουν πια τα πρόσωπα και το κακό με τους μακρονιστες είναι ότι δεν είδαν να έρχονται αυτά που όπως ο Γκλυκσμάν θα μπορούσαν να απειλήσουν αποτελεσματικότερα την κυριαρχία τους περιμένοντας την σειρά τους για να μπουν στον χορό των πολιτικών φαινομένων που πλέον η κρίση της πολιτικής γεννά με καταιγιστικούς ρυθμούς.