Μετά την πανδημία ο πληθωρισμός επανέκαμψε στις ανεπτυγμένες οικονομίες και στην Ελλάδα τερματίζοντας μια μακρά περίοδο σταθερότητας των τιμών ακόμη και αντιπληθωρισμού. H ενεργειακή κρίση που ακολούθησε τις πολεμικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία, ο κατακερματισμός των εφοδιαστικών αλυσίδων και η αναγκαία δημοσιονομική στήριξη κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού, μαζί με την διευκολυντική νομισματική πολιτική ήταν οι βασικές δυνάμεις που συνέτειναν στην δημιουργία ενός περιβάλλοντος ιδιαίτερα ευνοϊκού για την εμφάνιση υψηλού πληθωρισμού.
Με το σταδιακό άνοιγμα της οικονομίας, η συμπιεσμένη από τον εγκλεισμό ζήτηση εκτονώθηκε με ένταση. Στη φάση αυτή οι επιχειρήσεις βρέθηκαν σε πλεονεκτική θέση ισχύος, και ορισμένες από αυτές εκμεταλλευόμενες ατέλειες στις αγορές και συνθήκες ανεπαρκούς ανταγωνισμού τιμολόγησαν τα προϊόντα τους περισσότερο από αυτό που δικαιολογούσε η άνοδος των τιμών των πρώτων υλών και αυτό σε βάρος της εργασίας. Ο πληθωρισμός επιταχύνθηκε και επειδή η πηγή της ανόδου των εγχώριων τιμών ήταν τα κέρδη των επιχειρήσεων ανά μονάδα προϊόντος, ορισμένοι σχολιαστές αλλά και υπεύθυνοι οικονομικής πολιτικής χαρακτήρισαν τον πληθωρισμό ως πληθωρισμό κερδών ή της απληστίας (greedinflation) δίνοντας και μια ταξική χροιά στο φαινόμενο.
Στο άρθρο αυτό εξετάζεται ο πληθωρισμός της απληστίας στην Ελλάδα με τη χρήση εθνικολογιστικών στοιχείων. Κεντρικός δείκτης που γίνεται η ανάλυση και ο σχολιασμός είναι ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ, ένας περιεκτικός δείκτης τιμών που καταγράφει τις εγχώριες πληθωριστικές πιέσεις και ακολουθεί ικανοποιητικά τον πυρήνα του δείκτη τιμών καταναλωτή (γενικός πληθωρισμός μείον πληθωρισμός στα καύσιμα και τα μη επεξεργασμένα τρόφιμα).
Ο υπολογισμός του ονομαστικού ακαθάριστου εθνικού προϊόντος (ΑΕΠ) από την πλευρά του εισοδήματος, στο σύστημα των εθνικών λογαριασμών, επιτρέπει την διατύπωση του αποπληθωριστή του ΑΕΠ σαν το άθροισμα του μοναδιαίου κόστους εργασίας, του μοναδιαίου λειτουργικού πλεονάσματος/μικτού εισοδήματος («κέρδη» για συντομία) και των μοναδιαίων καθαρών εμμέσων φορών. Ακολούθως, σταθμίζοντας τα μοναδιαία κόστη με τα μερίδια των εισοδημάτων στο συνολικό προϊόν υπολογίζονται οι μεμονωμένες συμβολές αυτών των παραγόντων στην άνοδο των τιμών,
Στο διάγραμμα καταγράφονται οι συμβολές των τριών παραγόντων του πληθωρισμού στην Ελλάδα την περίοδο 2017-23. Η συμβολή των «κερδών» μετά το 2019 σταδιακά ενισχύεται, το 2021 τα «κέρδη» υπερκαλύπτουν την κατά 1,5% άνοδο του αποπληθωριστή του ΑΕΠ, συμβάλλοντας κατά 3% ενώ η αμοιβή της εργασίας έχει αρνητική συμβολή. Το 2022 ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ σημειώνει άνοδο 7,8% και τα «κέρδη» συμβάλουν κατά 5,3 εκατοστιαίες μονάδες, το υπόλοιπο καλύπτουν οι έμμεσοι φόροι, ενώ η αμοιβή εργασίας έχει μηδενική συμβολή. Το 2023 ο ρόλος των «κερδών» υποχωρεί και κερδίζουν έδαφος η εργασία και οι έμμεσοι φόροι.
Από το διάγραμμα φαίνεται ότι η συμβολή των “κερδών” στη διαμόρφωση του πληθωρισμού τουλάχιστον στην περίοδο 2021-22 είναι καθοριστική. Ωστόσο, το λειτουργικό πλεόνασμα μαζί με το μικτό εισόδημα με το οποίο προσεγγίζουμε τα «κέρδη» αποτελεί ένα εθνικολογιστικό μέγεθος το οποίο προκύπτει εξ υπολοίπου και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και τις αμοιβές αυτοαπασχολουμένων, καθώς και κάποιες προσόδους αλλά και λάθη του συστήματος. Σε κάθε περίπτωση απέχει από τα κέρδη όπως αυτά καταγράφονται στα βιβλία των επιχειρήσεων.
Για να έχουμε μια πιο σαφή εικόνα του ρόλου των κερδών στη διαμόρφωση του πληθωρισμού απαιτείται μια περαιτέρω ανάλυση για να διαπιστωθεί πως το λειτουργικό πλεόνασμα/μικτό εισόδημα κατανέμεται μεταξύ των θεσμικών τομέων της οικονομίας. Θα εστιάσουμε σε δυο τομείς τις Μη Χρηματοοικονομικές Εταιρείες και στα Νοικοκυριά. Οι άλλοι τομείς έχουν πολύ μικρή συμβολή στη διαμόρφωση του συνολικού λειτουργικού πλεονάσματος. Το λειτουργικό πλεόνασμα του τομέα Μη Χρηματοοικονομικές Εταιρείες είναι το πλησιέστερο μέγεθος στα κέρδη των επιχειρήσεων και επομένως είναι το καταλληλότερο μέτρο για μια κατά το δυνατόν ακριβή διαπίστωση του πληθωρισμού της απληστίας.
Με βάση την ανάλυση ανά θεσμικό τομέα, το 2021 η κατά 3,0% συμβολή του συνολικού μοναδιαίου λειτουργικού πλεονάσματος/μικτό εισόδημα της οικονομίας στον πληθωρισμό οφείλεται κατά 2,7% στις επιχειρήσεις και κατά 1,1 % στα νοικοκυριά οι άλλοι τομείς συμβάλουν αρνητικά. Το 2022 οι επιχειρήσεις συνέβαλαν κατά 4,3% και τα νοικοκυριά κατά 1,1% στην κατά 5,3% συμβολή του συνολικού πλεονάσματος στον εγχώριο πληθωρισμό. Το 2023 όπως ήδη αναφέρθηκε η συμβολή του λειτουργικού πλεονάσματος στον πληθωρισμό είναι περιορισμένη 0,73%. Ετήσια στοιχεία των θεσμικών τομέων για το 2023 δεν είναι διαθέσιμα. Ωστόσο, τα τριμηνιαία στοιχεία καλύπτουν και τα τέσσερα τρίμηνα του 2023 από τα οποία προκύπτει ότι η κύρια συνιστώσα της επίδρασης του λειτουργικού πλεονάσματος στον πληθωρισμό προέρχεται από τον τομέα των νοικοκυριών. Η συμβολή των επιχειρήσεων είναι οριακά θετική.
Από την ανάλυση που προηγήθηκε φαίνεται ότι ο πληθωρισμός της απληστίας είναι μια έγκυρη εμπειρικά υπόθεση καθώς οι επιχειρήσεις τουλάχιστον το 2021-22 τιμολόγησαν τα προϊόντα τους σαφώς πάνω από το κόστος ενισχύοντας τον πληθωρισμό. Το 2023 η αυξητική επίδρασή των «κερδών» περιορίζεται σημαντικά και μάλιστα προέρχονται από τον θεσμικό τομέα των νοικοκυριών και όχι των επιχειρήσεων. Ίσως είναι τα νοίκια μεταξύ των ενόχων για αυτή την εξέλιξη. Το κόστος εργασίας και οι καθαροί έμμεσοι φόροι ανά μονάδα προϊόντος έχουν θετική ποσοστιαία συμβολή στη διαμόρφωση του πληθωρισμού το 2023, από χαμηλά επίπεδα όμως. Οι μισθωτοί επέτυχαν κάποια προσαρμογή προς τα άνω των αμοιβών τους, ωστόσο αυτό δεν έγινε σε βάρος των κερδών που εξακολουθούν να αυξάνονται ανά μονάδα προϊόντος και να συμβάλλουν θετικά στον πληθωρισμό. Η μεγάλη προσαύξηση στην τιμολόγηση πάνω από το κόστος φαίνεται να εξακολουθεί και το 2023, η ποσοστιαία συμβολή τους όμως έχει περιοριστεί. Το επίπεδο των κερδών παραμένει υψηλό.