ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΘΕΜΑ

Το Ισραήλ δεν μπορεί να σταθεί μόνο του και ο Νετανιάχου το γνωρίζει

Για πολλούς μήνες, ο Νετανιάχου αγνοούσε  τη διεθνή κριτική κατά του Ισραήλ, βασισμένος κατά κύριο λόγο, στη σιδηρά υποστήριξη των ΗΠΑ. Άλλωστε με τον Λευκό Οίκο στο πλευρό σου, γιατί να νοιαστείς για τη Νότια Αφρική ή τους φοιτητές του Πανεπιστημίου Κολούμπια;

Αλλά όπως αποδείχθηκε, ακόμη και η κυβέρνηση Μπάιντεν, έχει τα όρια της. Η πρόθεση Νετανιάχου για μια ευρείας κλίμακας επίθεση στη Ράφα, ώθησε την αμερικανική κυβέρνηση στην απόφαση να διακόψει την αποστολή μέρους της στρατιωτικής  βοήθειας προς το Ισραήλ.

Ο Νετανιάχου απάντησε στην απόφαση των ΗΠΑ με γενναιότητα και περιφρόνηση, διαμηνύοντας  ότι «αν χρειαστεί, το Ισραήλ θα συνεχίσει μόνο του».

Η υπόθεση της Ράφα, δεν είναι όμως το μόνο πεδίο αντιπαράθεσης ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ισραήλ. Πολλοί στο ισραηλινό κατεστημένο ασφαλείας θέλουν να ανοίξουν ένα δεύτερο μέτωπο, αντιμετωπίζοντας τη Χεζμπολάχ στον Λίβανο. Αλλά η Ουάσιγκτον, έχει καταστήσει σαφές ότι αντιτίθεται σε αυτήν την ιδέα.

Το ανθρωπιστικό ζήτημα  

Και μετά υπάρχει το διπλωματικό μέτωπο. Ο Νετανιάχου είναι σαφώς πολύ ανήσυχος για το γεγονός ότι  ενδέχεται να κατηγορηθεί από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο. Το Τελ Αβίβ θέλει οι Αμερικανοί να ασκήσουν πιέσεις ώστε να αποτρέψουν ένα τέτοια ενδεχόμενο, αλλά και να παράσχουν ρητορική υποστήριξη ενάντια στις κατηγορίες ότι το Ισραήλ έχει διαπράξει εγκλήματα πολέμου.

Ωστόσο, η παραδοχή Μπάιντεν σε πρόσφατη τηλεοπτική συνέντευξη ότι οι αμερικανικές βόμβες έχουν σκοτώσει αμάχους στη Γάζα, αποτελεί έμμεση παραδοχή του επιχειρήματος ότι οι ισραηλινές τακτικές παραβιάζουν τις διεθνείς συμβάσεις. 

Είναι εξάλλου γνωστό ότι  η χρήση βαριών βομβών από το Ισραήλ, δημιούργησε τους τελευταίους μήνες πολλές εστίες έντασης με την αμερικανική ηγεσία. 

Οι αμερικανικές εκλογές και οι ακροδεξιοί εταίροι του Νετανιάχου

Μερικοί από τους επικριτές του Αμερικανού Προέδρου, λένε ότι δεν ενήργησε με βάση ανθρωπιστικές, αλλά πολιτικές ανησυχίες. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σε μια πολύ δύσκολη αναμέτρηση με τον Τραμπ, δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει τις ψήφους των νέων και προοδευτικών ψηφοφόρων, οι οποίοι είναι εξοργισμένοι από τον πόλεμο της Γάζας.

Αλλά και ο Νετανιάχου παίζει το δικό του πολιτικό παιχνίδι. Για να παραμείνει στην εξουσία, ευθυγραμμίζεται με τους ακροδεξιούς εταίρους του, οι οποίοι ζητούν την  χερσαία επίθεση στη Ράφα.   

Η στρατηγική διαφωνία ΗΠΑ-Ισραήλ

Πέρα από την πολιτική και τα ανθρωπιστικά ζητήματα, υπάρχει μια θεμελιώδης στρατηγική διαφωνία μεταξύ της κυβέρνησης Νετανιάχου και του Λευκού Οίκου. Από την αρχή, η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει προσπαθήσει να  κρατήσει τη δέσμευση της για αμέριστη στήριξη στο Ισραήλ, χωρίς ωστόσο να κρύψει τον προβληματισμό της για τις τακτικές της κυβέρνησης Νετανιάχου.

Από την πλευρά του το Τελ Αβίβ, εμμένει στη θέση του πως πρέπει να γίνει ό,τι χρειάζεται για να εξαλειφθεί η Χαμάς, διαφωνώντας με την αμερικανική πρόταση  για ειρηνευτική διευθέτηση και δημιουργία παλαιστινιακού κράτους.

Οι ΗΠΑ γνωρίζουν από τη δική τους πικρή εμπειρία στο Αφγανιστάν ότι δεν μπορείς να νικήσεις μια οργάνωση όπως η Χαμάς ή οι Ταλιμπάν, απλώς σκοτώνοντας την ηγεσία της. Χωρίς βιώσιμη πολιτική λύση, θα υπάρχει πάντα ο κίνδυνος. Και οι μαζικές δολοφονίες αμάχων είναι πιθανό να γίνουν το πιο αποτελεσματικό εργαλείο στρατολόγησης για την επόμενη γενιά μαχητών της Χαμάς.

Αλλά η αντιμετώπιση αυτής της πραγματικότητας θα απαιτούσε βαθιές αλλαγές στη σκέψη του Νετανιάχου και μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης. Επομένως, μπορεί να χρειάζεται ένα άλλο εξωτερικό σοκ —όπως η απόφαση του Λευκού Οίκου για τα όπλα— για να εξαναγκάσει τους Ισραηλινούς, να εγκαταλείψουν τη βάναυση και αυτοκαταστροφική στρατηγική που έχουν επιλέξει στον πόλεμο της Γάζας.

 

Εάν θέλετε κάθε πρωί το ενημερωτικό δελτίο του KReport στο email σας και πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενό μας, κάντε μια δοκιμαστική συνδρομή!