Στην συνάντηση Μακρόν και φον ντερ Λάιεν με τον Σι Τζινπίνγκ σε επικοινωνιακό επίπεδο τηρούνται όλα τα προσχήματα της ενιαίας στάσης της Ε.Ε απέναντι στην Κίνα αν μάλιστα συνυπολογίσουμε και την προηγηθείσα συνάντηση του Μακρόν με τον Σολτς.
Η πραγματικότητα βρίσκεται στους αντίποδες καθώς η Γερμανία προσπαθεί να αντισταθεί στις πιέσεις των ΗΠΑ και της Ε.Ε για πολιτική πυγμής απέναντι στις αποδιδόμενες στην Κίνα αθέμιτες εμπορικές πρακτικές.
Έτσι το Βερολίνο επαναλαμβάνει την προσπάθεια που κατέβαλε μετά την ανάφλεξη του 2013-14 στην Ουκρανία να περιφρουρήσει την Στρατηγική Ενεργειακή Ειδική Σχέση με την Μόσχα.
Οι εξαγωγές της Γερμανίας προς την Κίνα μαζί με την φθηνή και εγγυημένα επαρκή για το ορατό μέλλον ενέργεια από την Ρωσία ήταν οι δύο προϋποθέσεις του δεύτερου μεταπολεμικού γερμανικού οικονομικού θαύματος.
Τα παραπάνω την επόμενη της έκρηξης της Παγκόσμιας Χρηματοπιστωτικής Κρίσης τον Σεπτέμβριο του 2008 επέτρεψαν στην Γερμανία όχι μόνον να μην εξαρτάται από τις εξαγωγές της προς τον Νότο της Ε.Ε-Ευρωζώνης αλλά να επιβάλει σκληρή πολιτική δημοσιονομικής λιτότητας πρώτο θύμα της οποίας είναι η ζήτηση.
Με δύο λόγια η Γερμανία συγκρούεται μετωπικά με τις ΗΠΑ και την Ε.Ε για την Κίνα ενώ η συμμόρφωση της με την στάση της Δύσης στην Ουκρανία συνοδεύεται από μια ρητορική για αποφυγή κλιμάκωσης της σύγκρουσης που δυσαρεστεί και τις δύο εμπλεκόμενες πλευρές.
Με τα σημερινά δεδομένα η Γερμανία δεν αντέχει μια σύγκρουση με τις ΗΠΑ και την Γαλλία για την Κίνα αλλά ούτε και τον περιορισμό του διμερούς εμπορίου με την χώρα – ατμομηχανή της Παγκόσμιας Οικονομίας.