Έχει κατασταλάξει, τελικά, στην συνείδηση της κοινής γνώμης ότι η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους που έγινε σε δυο φάσεις το 2012 (τον Μάρτιο το PSI με διαγραφή 106 δισ. ευρώ, το Δεκέμβριο με επαναγορά ομολόγων ύψους 21 δισ.), μαζί και με την πρόσθετη ρύθμιση του 2018 (κυρίως επιμήκυνση της περιόδου αποπληρωμής και διευθέτηση επιτοκίων) υπήρξε καθοριστικής σημασίας για την αποφυγή του Grexit και την διάσωση της Ελλάδας από μια (ανοιχτή) χρεωκοπία. Ακόμη και όσοι θέτουν εντός εισαγωγικών τη «διάσωση» της Ελλάδας από τους εταίρους της, την ΕΕ και το ΔΝΤ αναγνωρίζουν το μέγεθος και την σημασία της αναδιάρθρωσης – άλλωστε η πολιτική επανάληψη περί «ιστορικά μεγαλύτερης διαγραφής χρέους» έχει καταστήσει αυτή την διάσταση κοινόν κτήμα. Εκείνο όμως που δεν έχει χαραχθεί με την ίδια έμφαση στην πρόσληψη του PSI στην κοινή συνείδηση είναι μια άλλη μοναδικότητα: Το εγχείρημα της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους έθεσαν σε κίνηση οι ίδιες οι τράπεζες, που είχαν ελληνικά ομόλογα στα χαρτοφυλάκιά τους.
Αυτή ακριβώς η διάσταση είναι που φέρνει στο προσκήνιο το IFF/Institute of International Finance, δηλαδή ο φορέας που είχαν σχηματίσει οι με διεθνές αποτύπωμα τράπεζες. Ο Γενικός Διευθυντής του, Charles Dallara, βρέθηκε με κομβικό ρόλο στην τεχνικά πολύπλοκη, πολιτικά έντονη και – το κυριότερο, ίσως – δύσκολη ισορροπιστική διαδικασία διαπραγμάτευσης του PSI, του Private Sector Involvement επί του ελληνικού χρέους. Το βιβλίο αυτό, με αρκετά ιδιαίτερο τρόπο, αποτελεί την εκ των έσω καταγραφή των γεγονότων της διακεκαυμένης ζώνης του 2011-12, αλλά με ευρύτερη προσέγγιση όσων οδήγησαν την ελληνική οικονομία στο χείλος της αβύσσου, όσων καθόρισαν την στάση των εταίρων της χώρας και του διεθνούς συστήματος – συν, εν συνεχεία, των βημάτων τα οποία ξανάφεραν κινδύνους που πλησίασαν το Grexit, αλλά και της σταδιακής/ανηφορικής εν συνεχεία βελτίωσης των συνθηκών της Ελληνικής οικονομίας μέχρι και τώρα.
Αναφερθήκαμε στον «ιδιαίτερο τρόπο» του Charles Dallara, αν μη τι άλλο γιατί δείχνει ένα ανθρώπινο ενδιαφέρον για την περίπτωση «Ελλάδα» (σε μια φάση όπου το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα αλλά και το συνακόλουθο πολιτικό οικοδόμημα είχε απέναντι στην χώρα και τους ανθρώπους της μια τεχνοκρατική, ψυχρή αν μη τιμωρητική στάση). Την οποία μάλιστα δική του στάση ο ίδιος ιχνηλατεί ήδη από την πρώτη του εμπειρία από την χώρα όταν είχε βρεθεί – λίγο μετά τον Πόλεμο – ως πλήρωμα αμερικανικού αντιτορπιλικού στην Κρήτη… Αλλά και στη συνέχεια, στην άμεση εμπειρία εμπλοκής του με την βαρύτατη ελληνική περιπέτεια, βλέπουμε τον εκπρόσωπο των διεθνών τραπεζών και προηγουμένως ανώτατο στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ να καταγράφει στην ίδια σελίδα την κατάρρευση του ελληνικού ΑΕΠ κατά 25% με την εφαρμογή των Μνημονίων και… την κατακόρυφη αύξηση του αριθμού των αυτοκτονιών στην Ελλάδα. Δεν μας είχαν συνηθίσει οι επίσημοι των «εταίρων» σε τέτοιου είδους ενσυναίσθηση…
Η προσέγγιση Ch. Dallara στην ουσία του εγχειρήματος της αναδιάρθρωσης/του PSI περιλαμβάνει όλη την διαδικασία, αλλά με σειρά από αδρές περιγραφές τόσο των σχέσεων ισχύος στο διεθνές σύστημα όσο και των εσωτερικών ισορροπιών στην ίδια την Ελληνική πλευρά. Τα επεισόδια των Καννών, οι σχέσεις ΓΑΠ – Βαγγέλη Βενιζέλου, η κυρίως διαπραγμάτευση επί Λουκά Παπαδήμου – όλες οι γνώριμες φάσεις αλλά με τη ματιά ενός ανθρώπου που λειτουργούσε μεν «για το σύστημα» αλλά και με εσωτερική αίσθηση της υποχρέωσης να προκύψουν βιώσιμες λύσεις για τη χώρα που εκαλείτο να κάνει την προσαρμογή της αποφεύγοντας την (ανοιχτή) χρεοκοπία, ενώ την ίδια στιγμή θα αποσβένονταν οι κραδασμοί που θα διακινδύνευαν την ευστάθεια της Ευρωζώνης. Αληθινά, η αφήγηση Dallara έρχεται να συμπληρώσει όσα ξέρουμε, ίσως και μερικά που συνήθως προτιμούμε να μην πολυ-ξέρουμε (όπως μια αίσθηση διαπραγματευτικής αμηχανίας της ελληνικής πλευράς). Σε τελευταία ανάλυση, η δουλειά ενός τεχνοκράτη έρχεται να προστεθεί στην ιστορική αφήγηση αυτού του κομβικής σημασίας επεισοδίου οικονομικής ιστορίας της Ελλάδας.
Πέρα απ’ αυτή τη διαδρομή, πάντως, η κατάθεση του Charles Dallara έχει ενδιαφέρον και ως προσέγγιση ενός Αμερικανού προερχόμενου από τα κέντρα αποφάσεων – μην ξεχνούμε πώς ο Τιμοθι Γκάϊθνερ ή και ο Μπαράκ Ομπάμα έπαιξαν τον καίριο ρόλο για να αποφευχθεί εντέλει το Grexit των εμμονών Σόιμπλε και της διστακτικότητας Μέρκελ – στα εσωτερικά της Ευρωζώνης. Αξίζει να δει ο αναγνώστης, για παράδειγμα, πώς κατέγραφε την αποτίμηση της λειτουργίας της Ευρωζώνης:
«Οι Ευρωπαίοι ηγέτες ανέκαθεν αντιμετώπισαν την Νομισματική Ένωση ως πρόκληση της μοίρας. Ακόμη και ο Χέλμουτ Σλέζινγκερ, πρώην Πρόεδρος της Bundesbank, έλεγε το 2017: «Το συνολικό πολιτικό σκηνικό που επικράτησε στην Ευρώπη καθιστούσε την νομισματική ένωση τόσο αναγκαία όσο και επιθυμητή. Στο μέτρο που υπήρχε πολιτική βούληση, τα πράγματα θα ήταν πιο δύσκολα – και η Bundesbank δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει ανασχετικά». Η πολιτική βούληση υπήρχε μεν για μια νομισματική ένωση, όχι όμως και για το θεμελιώδες εκείνο συστατικό που θα της επέτρεπε να είναι λειτουργική για όλα τα μέλη της: μια δημοσιονομική ένωση.
Χωρίς μεγαλύτερη διάθεση διαμόρφωσης μιας ολοκληρωμένης δημοσιονομικής πολιτικής, εκείνα τα μέλη που δοκιμάζουν σημαντικές υπορρέουσες διαρθρωτικές αδυναμίες θα παλεύουν να τις αντιμετωπίσουν, κυρίως λόγω του ότι ουσιαστικά δεν διαθέτουν καθόλου έλεγχο επί της νομισματικής τους πολιτικής. ούτε άλλωστε υπάρχει μια και υποθετική συναλλαγματική ισοτιμία που διευκολύνει καθ’ οιονδήποτε τρόπο την διαδικασία προσαρμογής. Αυτές δε οι δυσκολίες επιβαρύνονταν και από το γεγονός ότι η εσωτερική υποτίμηση – επιτυγχανόμενη δια της συμπιέσεως των πραγματικών μισθών – είναι εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση σε πολλές χώρες της Ευρωζώνης, όπου οι αγορές εργασίας είναι ανελαστικές. Οι εφαρμοζόμενες πολιτικές ήταν ευάλωτες στις πιέσεις των αγορών, χωρίς όμως να μπορούν να ανταποκριθούν στις πιέσεις αυτές είτε μέσω των ισοτιμιών, είτε μέσω της νομισματικής πολιτικής. Οι διαρθρωτικές διαφορές που παρατηρούνται στις Ευρωπαϊκές οικονομίες είναι πολύ μεγάλες και τα κοινά εργαλεία που δημιούργησε η Ευρώπη για να αντιμετωπίσει παρόμοιες καταστάσεις μπορεί μεν να αυξήθηκαν, και πάλι όμως παραμένουν περιορισμένα […] Προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι δυσχέρειες αυτού του τύπου θάπρεπε να δημιουργηθεί μια δημοσιονομική ένωση, παρέχοντας μόχλευση με την συνδυασμένη ισχύ της Ευρωζώνης στο σύνολό της. Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε αμοιβαιοποίηση του κινδύνου από μέρους όλων των μελών της Ευρωζώνης – πράγμα που αποτελεί βήμα έναντι του οποίου τόσο η Γερμανία, όσο και άλλες χώρες δείχνονται ιδιαίτερα επιφυλακτικές.
Χωρίς ένα τέτοιο βήμα, πάντως, είναι πολύ πιθανό η Ευρωζώνη να αποβεί μακροπρόθεσμα μη διατηρήσιμη – πράγμα που θα αποτελούσε πελώρια υποχώρηση τόσο για την Ευρώπη, όσο και για τον κόσμο. Το ευρώ έφθασε πολύ κοντά στο να διαρραγεί με την Ελληνική κρίση: θα ήταν πολύ απίθανο να επιβιώσει από μιαν ανάλογη κρίση με την Ιταλία».
Καθώς όμως το «Euroshock» κατά κύριο λόγο με την Ελλάδα ασχολείται και με τα δικά της αδιέξοδα, ας δοθεί στον Charles Dallara και ο λόγος για μια πρόγνωση που αφορά το δικό της μέλλον : «Και τι ισχύει με την Ελλάδα; θα μπορούσε να διερωτηθεί κανείς. Αν η παγκόσμια αρχιτεκτονική του χρηματοπιστωτικού συστήματος έχει ενισχυθεί, αν τελικά η Δημοσιονομική Ένωση διαμορφωθεί και αν η Ευρωζώνη χτίσει ένα ανθεκτικό πλαίσιο για μεγαλύτερη συνοχή μεταξύ των μελών της – άραγε θα έχει ξεφύγει η Ελλάδα από τον κίνδυνο και θα μπορέσει να αποφύγει μιαν άλλη καταστροφική κρίση χρέους; Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα θα δοθεί – εντέλει – από την ίδια την Ελλάδα […] Παρόλες πάντως τις [πρόσφατες] ελπιδοφόρες εξελίξεις, η Ελλάδα έχει μπροστά της ένα μακρύ μονοπάτι αν είναι να χτίσει μιαν ανταγωνιστική οικονομία με βιώσιμες βάσεις. Παρά την άνευ προηγουμένου μείωση του χρέους και των υποχρεώσεων εξυπηρέτησής του, το ίδιο το χρέος της Ελλάδας παραμένει υψηλό και χρειάζεται να παρακολουθείται προσεκτικά. Δεκαετίες πολιτικής πατρωνίας-πελατείας έχουν οδηγήσει σε σταθερή υπονόμευση της ικανότητας διακυβέρνησης, η οποία μπορεί να διορθωθεί μόνο με αντίστοιχα σταθερή επίδειξη πρακτικών αξιοκρατίας, παράλληλα και με σταθερή μείωση του μεγέθους του Δημοσίου».
Σε όλα αυτά τα επίπεδα, το βιβλίο αυτό του Charles Dallara αξίζει να διαβαστεί – προσεκτικά. Η ελληνική έκδοσή του αναμένεται εντός του 2024, από τις Εκδόσεις Κέρκυρα/economia.