Τα τελευταία χρόνια οι ευρωπαϊκές αρχές έχουν να επιδείξουν αρκετές επιτυχίες στον εντοπισμό και την αποτροπή απάτης με τα κονδύλια της Ένωσης ή τα φορολογικά και τελωνειακά συστήματα των χωρών μελών. Η OLAF, η ευρωπαϊκή υπηρεσία κατά της διαφθοράς, παράδειγμα, εντόπισε εφάπαξ τελωνειακή απάτη με κινέζικα εξαρτήματα για ποδήλατα, που βαφτίστηκαν μπαγκλαντεσιανά, η οποία θα κόστιζε πάνω από 12 εκατ. ευρώ σε διαφυγόντες δασμούς, αλλά και ένα εγκληματικό σχήμα με μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας στη Σλοβακία, που μέσα σε 5 χρόνια απέσπασε 4,7 εκατ. ευρώ από ευρωπαϊκά κονδύλια, με στημένους διαγωνισμούς.
Αυτή τη φορά η απάτη που εντόπισαν η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και η ιταλική Οικονομική Αστυνομία (Guardia di Finanza) είναι πολύ μεγαλύτερη -πάνω από 600 εκατ. ευρώ- και σε αυτήν εμπλέκονται τουλάχιστον 24 άτομα που έχουν συλληφθεί στην Ιταλία, τη Σλοβακία, την Αυστρία και τη Ρουμανία, ενώ ταυτόχρονα κατασχέθηκαν διαμερίσματα, βίλλες, πολυτελή αυτοκίνητα, ρολόγια και κοσμήματα ίσης αξίας.
Το σχέδιό τους ήταν απλό. Κατέθεταν αιτήσεις χρηματοδότησης από το ιταλικό πρόγραμμα ανάκαμψης Next Generation EU, για εταιρείες που υποτίθεται ότι χρειάζονταν ενίσχυση ώστε να αναπτυχθούν στο εξωτερικό. Έστησαν ένα πλέγμα από εταιρείες-φαντάσματα, τις οποίες εφοδίασαν με πλαστούς ισολογισμούς, για να φαίνεται ότι λειτουργούν κανονικά και έκαναν κερδοφόρες δοσοληψίες με τις επιδοτούμενες επιχειρήσεις. Έφτιαξαν ψεύτικες ταυτότητες με τη βοήθεια τεχνητής νοημοσύνης και μόλις εκταμιεύονταν τα κονδύλια της ΕΕ, τα δρομολογούσαν -συχνά μέσω κρυπτονομισμάτων- στους δικούς τους τραπεζικούς λογαριασμούς σε Σλοβακία, Αυστρία και Ρουμανία. Έτσι απέσπασαν 600 εκατ. ευρώ, δηλαδή το 0,3% του ιταλικού Ταμείου Ανάκαμψης.
Οι «παρατυπίες» με το ιταλικό πρόγραμμα ανάκαμψης δεν είναι κάτι καινούργιο και έχουν ήδη κοστίσει στις ιταλικές αρχές περίπου 1,8 εκατ. ευρώ, ποσόν που ασφαλώς θα αυξηθεί, καθώς έχουν χρησιμοποιηθεί μόλις 28 δισ. ευρώ ή το 14,7% από τα 200 δισ. ευρώ του ιταλικού Ταμείου.
Η μάχη των ευρωπαϊκών αρχών κατά της απάτης είναι πάντα σημαντική αλλά σε αυτή την περίοδο γίνεται ακόμα πιο κρίσιμη. Οι απάτες αντικειμενικά ψαλιδίζουν τις πιθανότητες επιτυχίας των προτάσεων για διεύρυνση του κοινού δανεισμού (για άμυνα, ανάπτυξη ή όποιον άλλο στόχο) και μάλλον τείνουν να απομακρύνουν το ενδεχόμενο παράτασης της λειτουργίας του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ώστε να προλάβουν να απορροφήσουν τα κονδύλιά του οι χώρες (μαζί και η Ελλάδα) που δεν προλαβαίνουν. Τέλος, οι απάτες προκαλούν «θεσμική καχυποψία» η οποία μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλες καθυστερήσεις στην έγκριση προγραμμάτων, που σε κάποιες περιπτώσεις ίσως ισοδυναμούν με ακύρωσή τους.