Πώς προσεγγίζεται η ανθρώπινη ευτυχία, πέρα από την ευθυγράμμιση προσκόλληση στην ευημερία ή και την ευδαιμονία, αποτελεί όλο και περισσότερο αντικείμενο μελετητικών προσεγγίσεων και θεωρητικών επεξεργασιών. Που βρίσκονται στην τομή του οικονομικού και του κοινωνικού (με το ενδιαφέρον της πολιτικής αιδημόνως στο φόντο της σκηνής). Το να επιχειρεί κανείς μια τέτοια προσέγγιση στην σημερινή, μετά-τα-Μνημόνια Ελλάδα έστω και με δεδομένη την ανάκαμψη των τελευταίων χρόνων, αποτελεί υπ’ αυτό το πρίσμα τολμηρή – θα ‘λεγε κανείς – επιλογή.
Στην εργασία Ν. Παναγιωτόπουλου και συνεργατών, γίνεται πρώτα μια διεξοδική αναφορά στην προϊστορία αυτού του προβληματισμού: Πώς έχει επιχειρηθεί να μετρηθεί η ευτυχία, από την αποκαθήλωση του μονοδιάστατου ΑΕΠ μέχρι την προσπάθεια μετάβασης σε Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξης με επίνευση του ΟΗΕ. «Επισκέπτεται» το βιβλίο τους κοινωνικοοικονομικούς προβληματισμούς που εξηγούν την μετάβαση από το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην ευρύτερη πρόσληψη της ευδαιμονίας, όπως αυτή επιχειρήθηκε από την Επιτροπή Στίγκλιτς/Φιτουσσί/Σεν, φέρνοντας στο προσκήνιο αντικειμενικούς αλλά και υποκειμενικούς δείκτες. Για να εισαγάγει στην συνέχεια μετρήσεις ή/και δημοσκοπικά ευρήματα από το Ευρωβαρόμετρο, τους δείκτες της Eurostat ή πάλι την έκθεση «How’s Life?» του ΟΟΣΑ (που στηρίχθηκε στην προσέγγιση Στίγκλιτς/Φιτουσσί/Σεν.
Ασφαλώς το πιο ενδιαφέρον για την τωρινή συζήτηση /Ελλάδας του 2024 – αν και αναμενόμενο – τμήμα αυτής της προσέγγισης, είναι η ανάδειξη του ποιες ήταν οι επιπτώσεις των πολιτικών λιτότητας της δεκαετίας του 2010, με την έμφαση στην (παράλληλη) καταστροφή ανθρώπινου και κοινωνικού κεφαλαίου.
Με αυτό το πλαίσιο να έχει τεθεί, ο Ν. Παναγιωτόπουλος και οι συνεργάτες του στην εργασία αυτή κάνουν έναν διεξοδικό παραλληλισμό – ή μάλλον αντιπαράθεση – οικονομικής ανάπτυξης και ευτυχίας των Ελλήνων, για να καταλήξουν σε μια προβολή της ανάγκης κοινωνικής χρήσης όλων αυτών των ερευνητικών δεδομένων και θεωρητικών αναζητήσεων. Εκεί, δηλαδή, που δένει ο κόμπος…
Δεν σταματά όμως σε υπόδειξη επιλογών και κατευθύνσεων, έρευνας και εφαρμογής στα πλαίσια πολιτικής η ανάλυση Ν. Παναγιωτόπουλου. Προχωρά και σε έδαφος πιο ευαίσθητο. Δείτε: «Απαιτείται η πολιτική λειτουργία της παραγωγής ενός νέου τρόπου αντίληψης της προσέγγισης της κοινωνίας, τόσο ως προς τις μορφές λόγου όσο και ως προς τα θεσμικά εργαλεία». Φθάνει, μάλιστα, μέχρι και στην πρόταση για δημιουργία Επιτροπής της Βουλής «για την οικονομία της Ευτυχίας των Πολιτών». (Βέβαια, αν κάνει κανείς ένα flash-back στο πώς διεξάγεται ο «διάλογος» στην σημερινή Βουλή των Ελλήνων, τείνει να χαμογελάσει πικρά).
Ακόμη περισσότερο, όμως, «απαιτείται η λειτουργία της κατάρτισης συνδικαλιστικών στελεχών ικανών να παράγουν και να διαχέουν αποτελεσματικά έναν πολιτικό-συνδικαλιστικό λόγο, τεχνοκρατικά αποτελεσματικό και κοινωνικά αναγκαίο και δίκαιο». Εδώ κι αν απογειώνεται η προσδοκία! Με θετική πρόθεση, βέβαια, αλλ’ απογειώνεται.