ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΑΡΘΡΑ
ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΡΟΖΑΚΗ

Προβλέποντας το 2024 στα Ελληνοτουρκικά.

Το έτος 2023 ήταν ένα πολύ καλό έτος για τα Ελληνοτουρκικά. Για δέκα μήνες τουλάχιστον δεν είχαμε κανένα σοβαρό επεισόδιο υπέρπτησης στα ελληνικά νησιά, κι αυτό ήταν το αποτέλεσμα της συνάντησης του κ. Μητσοτάκη και του κ. Ερντογάν  στο Βίλνιους, που συνέβαλε σημαντικά τις σχέσεις των δυο χωρών. Αποκορύφωμα αυτής της βελτίωσης ήταν η πρόσφατη συνάντηση στα πλαίσια του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας στην Αθήνα, που για πρώτη φορά μετά το  1930, οι δυο ηγέτες υπέγραψαν μια Διακήρυξη Φιλίας και Καλής Γειτονίας, η οποία έχει χαρακτηριστικά διεθνούς συμφωνίας, παρά τα όσα γράφονται στην ακροτελεύτια παράγραφό της.

Με βάση αυτό το ευνοϊκό παρελθόν θα επιχειρήσουμε μια πρόγνωση για το άμεσο μέλλον.

Το 2024 φαντάζει θετικό για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.  Προϋπόθεση για τη διατήρηση του καλού κλίματος είναι, βέβαια, η συνέχιση της ειρηνικής συμπεριφοράς της Τουρκίας στο Αιγαίο και η αποφυγή ερευνών είτε σε αυτό, είτε στην Ανατολική Μεσόγειο, που θα δυναμίτιζε τις σχέσεις. Αντιλαμβάνεται κανείς ότι το βάρος διατήρησης του πνεύματος αυτού πέφτει πολύ περισσότερο στην πλάτη της Τουρκίας, παρά της Ελλάδας. Γιατί στο παρελθόν η Τουρκία ήταν εκείνη που δημιουργούσε κρίσεις και τορπίλιζε τις προσπάθειες προσέγγισης των δυο κρατών.

Αλλά πιστεύω ότι το 2024 θα μπορούσε να είναι και το έτος που θα ξεπεράσουμε τα θέματα χαμηλής πολίτικής, για τα οποία υπήρξε μια πλειάδα διεθνών συμφωνιών, και να διεισδύσουμε στα βαθύτερα νερά των σοβαρών διμερών προβλημάτων μας.

Για κάτι τέτοιο είναι μεγάλης σημασίας η πρόοδος που μπορεί να επιτελεστεί από τον Πολιτικό Διάλογο, που έχουν αναλάβει η υφυπουργός κ. Παπαδοπούλου με τον ομόλογο της, της απέναντι όχθης. Αν ο Πολιτικός Διάλογος κατορθώσει να επιλύσει  ορισμένα ζητήματα (λ.χ. το θέμα του εύρους της αιγιαλίτιδας ζώνης στο Αιγαίο), και παραμερίσει άλλα τα οποία πρόσφατα εμφανίστηκαν στο προσκήνιο των Ελληνοτουρκικών (λ.χ. η διασύνδεση της κυριαρχίας των Ανατολικών μας νησιών με το ζήτημα της αποστρατικοποίησης), τότε μπορούμε να ελπίσουμε ότι μέσα στο 2024, είναι δυνατόν να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ.

Βέβαια είναι τόσο διαμετρικά αντίθετες οι θέσεις των δυο μερών στο ζήτημα αυτό, που πολύ αμφιβάλλω ότι θα καταλήξουμε ποτέ σε αποτέλεσμα. Τότε τι απομένει; Η διεθνής δικαστική οδός, με τη μορφή σύνταξης συνυποσχετικού, που είναι διεθνής συμφωνία, και το οποίο θα επιτρέψει την προσφυγή μας στο Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης στη Χάγη, το οποίο είναι στη θέση να προχωρήσει στην οριοθέτηση με βάση το Διεθνές Δίκαιο. Αλλά αυτό το ενδεχόμενο δεν πρόκειται, φυσικά, να συμβεί το 2024. Θα ήμουν ευτυχής αν το 2024, οι διαπραγματευτές αντιλαμβάνονταν το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις, και προχωρούσαν  σε τροποποίηση τους σε διαπραγματεύσεις για τη σύνταξη του συνυποσχετικού. Αλλά φοβάμαι ότι βρισκόμαστε πολύ μακριά από το σημείο αυτό.

Τότε, τί περιμένουμε να μας φέρει το 2024;

Πρώτα από όλα τη βασική προϋπόθεση για τη συνέχιση του διαλόγου. Δηλαδή τη διατήρηση του καλού και εύκρατου κλίματος στις διμερείς μας σχέσεις, την τήρηση των συμφωνηθέντων στην Αθήνα προ ολίγων ημερών, και την εφαρμογή των συμφωνιών στις οποίες καταλήξαμε στην πρωτεύουσα. Επίσης μια πρόοδο του Πολιτικού Διαλόγου, που θα βοηθήσει αποτελεσματικά στην έναρξη των διαπραγματεύσεων. Τέλος στην εφαρμογή των Μέτρων Οικοδόμησης της Εμπιστοσύνης, που έχουν ως σκοπό να ενισχύσουν την εμπιστοσύνη ανάμεσα στα δυο κράτη, κάτι απαραίτητο για την επίλυση των μεγάλων προβλημάτων, ιδιαίτερα μετά από την ταραχώδη εποχή που περάσαμε.

Αυτή, όμως, είναι μια εξαιρετικά ευχάριστη εικόνα για το 2024, που μακάρι να επαληθευθεί. Στην ιστορία των Ελληνοτουρκικών υπήρξαν ανάλογες ιστορικές στιγμές προσέγγισης, που, όμως, ήταν βραχύβιες. Τι θα συμβεί , όμως, αν το 2024 ο κ. Ερντογάν αποφασίσει να αλλάξει ρότα, και να καταστρέψει το καλό κλίμα, που ο ίδιος δημιούργησε, με τη συνεπικουρία της Ελλάδας; Το ενδεχόμενο αυτό είναι εξαιρετικά απόμακρο, τουλάχιστον για το 2024, γιατί οι δεσμεύσεις που έχουν πάρει οι δυο χώρες είναι αρκετά σοβαρές, και ακολουθεί και μια συνάντηση των δυο ηγετών τον Απρίλιο, που έχει αποφασιστεί.

Εν κατακλείδι η νέα εποχή στα Ελληνοτουρκικά, που μόλις άρχισε, μπορεί μέσα στο 2024  να φέρει αλλαγές στην κατεύθυνση της προσέγγισης, οι οποίες μπορεί αργότερα (αλλά όχι πολύ) να οδηγήσουν και στην επίλυση των κεντρικών διαφορών μας. Και νομίζω ότι τα αιτήματα της Ελλάδας βρίσκονται μέσα στα πλαίσια της λογικής και του δικαίου, από τα οποία δεν πρέπει ουσιαστικά να αποκλίνουμε. Ίσως με αναγκαίους συμβιβασμούς σε σχέση με τις διαπραγματευτικές θέσεις, να μπορέσουμε να βρούμε λύσεις, που βοηθούν στην εγκατάσταση φιλικών σχέσεων ανάμεσα σε δυο χώρες που η γεωγραφία ανάγκασε να συνοικούν.

Εάν θέλετε κάθε πρωί το ενημερωτικό δελτίο του KReport στο email σας και πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενό μας, κάντε μια δοκιμαστική συνδρομή!