Με το πρόπλασμα νομοθετικής ρύθμισης για τα «μη κερδοσκοπικά, μη κρατικά ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης», δηλαδή για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, που παρουσίασαν χτες ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Παιδείας, η κυβέρνηση διαπράττει, κατά τη γνώμη μου, ένα τριπλό, και πολύ σοβαρό ως προς όλα τα σκέλη του, ατόπημα:
Σε σχέση με τη συνταγματική τάξη, πρώτα και κύρια: Παραβιάζει το Σύνταγμα η πρόθεση της κυβέρνησης, που πλέον αρχίζει επίσημα να παίρνει σάρκα και οστά, να «υποδεχθεί» τα ιδιωτικά πανεπιστήμια πριν από την αναθεώρηση του άρθρου 16. Και τούτο γιατί το συγκεκριμένο άρθρο απαγορεύει ρητά και διττά (παρ. 5 και 8) να ιδρυθούν πανεπιστήμια από «ιδιώτες» και με άλλη μορφή από εκείνη των «ιδρυμάτων δημοσίου δικαίου». Η παραβίαση δεν «καλύπτεται», ούτε «γιατρεύεται» μέσω ερμηνείας: Η ρητή, σαφής και απόλυτη συνταγματική απαγόρευση -άρα το αντίθετο του κατά την κυβέρνηση “απολιθώματος”-, δεν μπορεί να τύχει διορθωτικής ερμηνείας, με εργαλεία είτε του εσωτερικού ή του ενωσιακού δικαίου.
To τελευταίο μάλιστα, στον τομέα της εκπαίδευσης, προβλέπει ρητά (άρθρο 3 της Χάρτας Θεμελιωδών Δικαιωμάτων) ότι «η ελευθερία ίδρυσης εκπαιδευτικών ιδρυμάτων» ασκείται «σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες που διέπουν την άσκηση της», δηλαδή, στην ελληνική περίπτωση, σύμφωνα με τις ειδικές ρυθμίσεις του άρθρου 16 του Συντάγματος. Η ερμηνεία βοηθά στην ανακάλυψη ή το ξεκαθάρισμα του νοήματος, όπου χρειάζεται, όχι στην παράκαμψη ή τον παραμερισμό κατηγορικών εντολών, όπως εκείνη που επιτάσσει να μην ιδρύονται πανεπιστήμια από ιδιώτες.
Ο εκ των συντακτών πρόσφατης αναφερόμενης στο κυβερνητικό σχέδιο γνωμοδότησης, καθηγητής Ε. Βενιζέλος, λέει σε προγενέστερο βιβλίο του ακριβώς αυτό: Η «σύμφωνη με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και με το Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ερμηνεία, συμπληρώνει και επεκτείνει το κανονιστικό περιεχόμενο του (ελληνικού) Συντάγματος» («Δικαστικός Έλεγχος της Συνταγματικότητας των Νόμων και Ερμηνεία του Συντάγματος», 2022, σελ. 59) – άρα δεν μπορεί ούτε να παρακάμψει, ούτε να εξουδετερώσει, ούτε να αντιστρέψει διάταξη του Συντάγματος. Αυτό, όμως, κάνει, σε σχέση με τις παρ. 5 και 8 του άρθρου 16, η υπό συζήτηση κυβερνητική ρύθμιση –και είναι κάτι που δεν μπορεί να «καλυφθεί» ούτε από την αναγγελία προσεχούς (αλλά εκ των υστέρων) αναθεώρησης, ούτε από τον τίτλο "μη κερδοσκοπικά" που αποδίδεται στα νέα ιδρύματα, ούτε από την επίκληση οικονομικών ή άλλων αναγκών, ούτε από τις όποιες προβλέψεις για έλεγχο και ορθή λειτουργία ιδρυμάτων που απαγορεύεται να ιδρυθούν
Σε σχέση με τη νομοτεχνική κατασκευή: H οδός της σύναψης διακρατικών συμφωνιών ή της λειτουργίας των μη δημοσίων πανεπιστημίων ως παραρτημάτων αλλοδαπών πανεπιστημίων, δεν μπορεί να λειτουργήσει ως γέφυρα για το επιχειρούμενο άλμα. Και τούτο γιατί οι διεθνείς «συμβάσεις» υπερισχύουν, από την επικύρωση τους με νόμο και τη θέση τους σε εφαρμογή, «από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου» (άρθρο 28 παρ. 1 Συντάγματος), όχι όμως από διατάξεις του Συντάγματος –πόσο μάλλον όταν μια συνταγματική διάταξη είναι ρητή και ειδική, όπως στην περίπτωση της απαγόρευσης ίδρυσης «ιδιωτικών πανεπιστημίων».
Στο ελληνικό συνταγματικό σύστημα, όλες οι διατάξεις, και όλα τα εξ αυτών απορρέοντα δικαιώματα και υποχρεώσεις, έχουν ίση ισχύ, βρίσκονται στο ίδιο ιεραρχικό επίπεδο: Δεν υπάρχουν διατάξεις και δικαιώματα που υπερισχύουν ή καταργούν άλλες διατάξεις και άλλα δικαιώματα Άρα, σε περίπτωση σύγκρουσης, που πάντως δεν υφίσταται στην προκείμενη περίπτωση, θα εφαρμοζόταν ο κανόνας υπερίσχυσης της ειδικότερης έναντι της γενικότερης ρύθμισης και όχι της εκ διεθνούς σύμβασης ρύθμισης έναντι της απευθείας εκ του Συντάγματος. Τα όποια «παραρτήματα» ξένων πανεπιστημίων δεν μπορούν παρά να είναι μόνον αυτό, δηλαδή τμήματα αλλοδαπών πανεπιστημίων και όχι της ελληνικής ανώτατης εκπαίδευσης
Σε σχέση με την πολιτική μέθοδο: Η άμεση, μετά τις τελευταίες εκλογές, αναγγελία πρόθεσης να «περάσουν» πάση θυσία τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, η δημοσιοποίηση προσχεδίου ρύθμισης εν μέσω εορτών τέλους του έτους, η εξαγγελία ψήφισης «μέσα στον πρώτο μήνα του 2024», το «προσπέρασμα» του αναγκαίου και σε βάθος πολιτικού και επιστημονικού διαλόγου για ένα τέτοιας σημασίας ζήτημα, δείχνουν αδικαιολόγητη βιασύνη, αν όχι εμμονή. Τα όποια αίτια της, ακόμα και τα καλύτερα δυνατά, δεν δικαιολογούν τις πολλαπλές παραβάσεις. Πόσο μάλλον που για την ορθή και νόμιμη σειρά των πραγμάτων –δημόσια συζήτηση, διαμόρφωση πλειοψηφίας υπέρ της κυβερνητικής πρόθεσης, συνταγματική αναθεώρηση, ίδρυση πανεπιστημίων άλλης από τη μόνη σήμερα προβλεπόμενη μορφή- οι πόρτες κάθε άλλο παρά είναι κλειστές. Δεν μπορούν όμως να ανοίξουν αύριο -και εκεί μάλλον βρίσκεται το κλειδί.