Πλέουμε ολοταχώς προς το Νέο Ετος με δύο, αντί για έναν (όπως το 2023), ενεργότατους πολέμους. Μοιράζομαι μίγμα σκέψεων και προτάσεων για το τι διαβλέπω και τι εύχομαι…
Αν η βία είναι μαμή της ιστορίας, όπως έλεγε ο Μαρξ, οι σημερινοί πόλεμοι, ως συμπυκνωμένη βία, είναι πολύτεχνος μαιευτήρας κινδύνων. Κάθε πόλεμος, στην σημερινή εποχή της υψηλής αλληλεξάρτησης των κοινωνιών και της υψηλής τεχνολογίας, αφήνει αρνητικές επιπτώσεις σε όλους δημιουργώντας περιβάλλον διεθνούς διακινδύνευσης. Και κάθε φορά που επιτυγχάνεται ειρήνευση μεταξύ εμπόλεμων, οι προσδοκίες και τα νέα σχέδια δημιουργούν διεθνές κύκλωμα θετικών αντικτύπων, υλικών και πολιτισμικών. Κοντολογής οι «εξωτερικότητες» ακόμη και «τοπικών» πολέμων και ειρήνης είναι τεράστιες.
Η ειρήνη προκύπτει στην ιστορία με ποικίλους τρόπους: Από συμφωνημένη κατάθεση όπλων των αντιμαχόμενων, αν δεν αντέχουν άλλες καταστροφές. Ή, από οριστική εξουθένωση ενός από τους αντιμαχόμενους. Ή, τέλος, από επέμβαση μεσολαβητών που έχουν δύναμη επιρροής, συμφέρον και ηθικές δεσμεύσεις για την ειρήνη, και που μπορούν να παρέχουν εγγυήσεις για το καθεστώς που θα την διέπει.
Σχετικά με την αποκατάσταση της ειρήνης ωστόσο υπάρχει πάντα ένα διλημματικό ερώτημα που αφορά στο περιεχόμενο και τις δεσμεύσεις μιας ειρηνευτικής πρωτοβουλίας. Πέραν από την αποκατάσταση πρόσκαιρης ομαλότητας για ανασυγκρότηση, η μεταπολεμική πορεία των εμπλεκομένων θα ωθεί είτε προς ειρηνική συμβίωση είτε προς νέο κύκλο «στρατιωτικής δικαίωσης των ηττημένων»; Η πορεία της ηττημένης Γερμανίας μετά τον Α’ και τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο σκιαγράφησε τις δύο εκδοχές. Μετά την ήττα του Α’ Πολέμου η Γερμανία επιζήτησε εν τέλει τον επανεξοπλισμό και νέο γύρο πολέμου. Μετά όμως και τη δεύτερη ήττα (και τις πελώριες ανθρώπινες και υλικές καταστροφές που υπέστη), η μεταπολεμική Δυτική Γερμανία έγινε δύναμη ειρήνης και πυλώνας της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Στους δύο σημερινούς πολέμους – σε Ουκρανία και Παλαιστίνη – υπάρχει προϊστορία βίαιων διενέξεων αλλά και ατελέσφορων σχεδίων ειρήνευσης. Και οι δύο διενέξεις έχουν ιστορικές αναφορές στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την απερίγραπτη αγριότητα του Ναζισμού απέναντι στους Εβραίους. Το Ολοκαύτωμα στην Ευρώπη είχε μύρια θύματα. Ειδικά στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς Ουκρανία ήταν ακόμη τραγικότερο, επειδή στηρίχθηκε από οργανωμένες εντόπιες φιλοναζιστικές δυνάμεις. Στην Παλαιστίνη η δημιουργία του Ισραήλ μετά τον πόλεμο ήταν μεγάλη ηθική και υλική αντιπαροχή προς το Εβραϊκό έθνος. Η δημιουργία νέου κράτους ήταν εγγύηση για το ασφαλές μέλλον και την ευημερία των Εβραίων. Κατέληξε βέβαια στον οδυνηρό και επικίνδυνο εκτοπισμό Παλαιστινίων…
Σήμερα, στους δύο πολέμους, οι συνθήκες αναδίδουν αίσθηση αδιεξόδου. Στην Ουκρανία δεν διαφαίνονται προοπτικές ειρήνης παρά τις μεγάλες ανθρώπινες απώλειες, τις καταστροφές και την επιβολή καθεστώτος «πολεμικής οικονομίας» εκατέρωθεν, με τις στερήσεις του άμαχου πληθυσμού που συνεπάγονται. Η μεγάλη παροχή στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία από τη Δύση έχει δράσει ανασταλτικά στην ιδέα ειρηνικής διευθέτησης. Τώρα που εμφανίζονται πολιτικά εμπόδια στην Αμερική, ίσως αυτό αλλάξει. Αν τυχόν μεταβληθεί η αμερικανική πολιτική (με επικράτηση των Ρεπουμπλικάνων στις εκλογές), η Ευρωπαϊκή Ενωση, μη μπορώντας να υποκαταστήσει τις αμερικάνικες εισφορές, θα πρέπει να αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο για σταθερή ειρήνευση, χωρίς βέβαια να εγκαταλείπει την Ουκρανία, οικονομικά, πολιτικά και ηθικά. Είναι θετικό σήμα η απόφαση του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ουκρανία.
Στην Παλαιστίνη επίσης δεν διαφαίνεται προοπτική ειρήνευσης από τα συμφραζόμενα των αντιμαχομένων. Το Ισραήλ έχει επιδοθεί σε μία αιματηρή επιχείρηση όπου, μαζί με 1- 2 «ξερά» (στελέχη της Χαμάς), εξανδραποδίζει 200 «χλωρά»(αμάχων Παλαιστινίων). Αραγε, κατανοούν οι εκεί κρατούντες το πελώριο ηθικό βάρος για θανάτους αμάχων που επωμίζονται; Δεν συναισθάνονται την ειρωνεία, ένα κράτος που δημιουργήθηκε για να ξεπλύνει την τραγωδία του ολοκαυτώματος να επιζητεί ασφάλεια με την αιματηρή τραγωδία άλλου λαού; Πιστεύω ότι αυτά δεν αφήνουν ασυγκίνητο μεγάλο τμήμα των πολιτών του Ισραήλ, που δεν αγνοούν ούτε απορρίπτουν την κατακραυγή της διεθνούς κοινής γνώμης. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι όταν εμφανισθούν προοπτικές ειρήνευσης, αυτές θα πραγματωθούν υπό άλλη από την σημερινή Ισραηλινή ηγεσία. Το ίδιο ισχύει και για την Παλαιστινιακή πλευρά. Εκεί χρειάζεται επειγόντως μετριοπαθής συνομιλητής για ειρήνη.
Η πιθανότητα μακρού πολέμου, που δεν έχει εκλείψει ούτε στην Ουκρανία ούτε στην Παλαιστίνη, ενέχει μεγάλους κινδύνους για τον κόσμο. Ειδικά για την Ευρώπη, και ειδικότερα ακόμη σε εποχή κλιματικής κρίσης σε επικίνδυνη καμπή, η διακινδύνευση είναι πολλαπλάσια. Πρέπει να θυμόμαστε ότι ο χειρότερος εχθρός της κλιματικής πολιτικής είναι ο πόλεμος που υπερ-ρυπαίνει, καταστρέφει υποδομές, ακυρώνει καταστάσεις διεθνούς συνεργασίας και διαχέει ιδεολογίες κατακτήσεων.
Επομένως, ζητείται επειγόντως μηχανισμός ειρηνοποιίας, μία «μαμή της ειρήνης». Οπως τώρα φαίνεται, ο ΟΗΕ και το Συμβούλιο Ασφαλείας δεν μπορούν να παίξουν αυτό το ρόλο αποτελεσματικά λόγω μεγάλων διαιρέσεων στην διεθνή κοινότητα και λόγω συμμετοχής ενός εμπολέμου – της Ρωσίας – στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Μπορεί ο ΟΗΕ βεβαίως να επικουρήσει, να υποστηρίξει, να παράσχει «ηθικό πλεονέκτημα» και ανθρωπιστική βοήθεια. Φυσικά, ούτε η αμερικανική υπερδύναμη, εμπλεκόμενη στενά στα δύο μέτωπα, μπορεί μόνη να παίξει τέτοιο ρόλο. Πρέπει να εξισορροπηθεί.
Μία δυνατότητα είναι ένα consortium διεθνών μεσολαβητών, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, που θα περιλάβει εκπρόσωπους μεγάλων δυνάμεων οι οποίες:
(α) Συμφωνούν για τα οφέλη μιας ειρηνευτικής πρωτοβουλίας σε επείγουσα βάση που θα προϋποθέτει και την, προσωρινή έστω, παράκαμψη των μεταξύ τους ανταγωνισμών.
(β) Αντιλαμβάνονται ως πιεστική προτεραιότητα την ανθρωπιστική προστασία στις εμπόλεμες ζώνες και γύρω από αυτές.
(γ) Αντιλαμβάνονται τα πολλαπλά οφέλη που προκύπτουν από την άμεση ειρήνευση για την πλανητική κοινότητα σε μέτωπα όπως η κλιματική προστασία, η ενεργειακή και επισιτιστική ασφάλεια, ή ενεργοποίηση της ανάπτυξης.
(δ) διαθέτουν ισχυρή εξουσία, επιρροή και δύναμη στην παγκόσμια οικονομία ώστε να παρέχουν αξιόπιστες εγγυήσεις.
(ε) συνιστούν ισορροπημένο consortium με δεσμούς και απήχηση σε όλες τις ομαδοποιήσεις χωρών που συμμετέχουν στον ΟΗΕ.
Οι τρείς μεγάλες οικονομικές δυνάμεις του πλανήτη έχουν καθήκον να αναλάβουν από κοινού αυτό το ρόλο. Μία συνεννόηση ΗΠΑ, Κίνας, ΕΕ φαίνεται εντελώς απαραίτητη σε ένα ειρηνοποιητικό σχήμα. Χώρες όπως η Ινδία, η Βραζιλία, η Σαουδαραβία θα μπορούσαν να συμπληρώνουν ένα διαμεσολαβητικό διευθυντήριο.
Ο σπουδαίος οικονομολόγος και ιστορικός Charles Kindleberger είχε γράψει πριν από τέσσερεις δεκαετίες ότι σε όλη την σύγχρονη ιστορία, και ελλείψει παγκόσμιας κυβέρνησης, οι εκάστοτε μεγάλες δυνάμεις έχουν συμφέρον ΚΑΙ ευθύνη για την δημιουργία διεθνών δημόσιων αγαθών (international public goods) που υποστηρίζουν την παγκόσμια τάξη σε ομαλές περιόδους, αλλά ιδίως σε στιγμές μεγάλων κρίσεων. Το σπουδαιότερο διεθνές δημόσιο αγαθό, έγραφε, είναι η διεθνής ειρήνη.
(*) Ο Σταύρος Β. Θωμαδάκης είναι Ομότιμος Καθηγητής Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών