Πριν από λίγες ημέρες, η πρόεδρος του πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια, Λιζ Μαγκίλ παραιτήθηκε από την θέση της, μετά από κριτική για την κατάθεσή της στο Κογκρέσο, σχετικά με περιστατικά αντισημιτισμού. Μαζί με τους επικεφαλής του Χάρβαρντ και του ΜΙΤ, επικρίθηκε για υιοθέτηση ήπιας γραμμής όσον αφορά στην τιμωρία της ρητορικής μίσους, υπερασπιζόμενη την ελευθερία του λόγου. Το συγκεκριμένο θέμα συνταράσσει τις πανεπιστημιουπόλεις, καθώς καταγράφεται έκρηξη επεισοδίων αντισημιτισμού και ισλαμοφοβίας, στη σκιά του πολέμου στη Γάζα.
Η ακρόαση του Κογκρέσου
Στις 5 Δεκεμβρίου, οι τρεις πανεπιστημιακοί κλήθηκαν να δώσουν εξηγήσεις στην Επιτροπή Παιδείας της Βουλής, για το αν οι κώδικες συμπεριφοράς των πανεπιστημίων τους, επέτρεπαν να ακούγονται φωνές ακομη και για εξόντωση των Εβραίων ή για «επανάσταση της Ιντιφάντα». Η κυρία Μαγκίλ, είπε ότι «η απόφαση εξαρτάται από το πλαίσιο», απάντηση που πυροδότησε θύελλα αντιδράσεων, αναγκάζοντας την να ζητήσει συγνώμη και να παραιτηθεί. Παρόμοια στάση κράτησαν οι Πρόεδροι του Χάρβαρντ και του ΜΙΤ, η Αφροαμερικανίδα Κλόντιν Γκέι και η Εβραία Σάλι Κόρνμπλαθ, οι οποίες ωστόσο, έτυχαν της στήριξης των πανεπιστημίων τους.
Παράλληλα με την ακρόαση στο Κογκρέσο, το Αμερικανικό Υπουργείο Παιδείας, ξεκίνησε έρευνα για περιστατικά αντισημιτισμού σε τουλάχιστον έξι ακόμη πανεπιστήμια. Ιδρύματα, όπως το Χάρβαρντ, έχουν αρχίσει να λαμβάνουν συγκεκριμένα μέτρα για την υποστήριξη όσων έχουν πέσει θύματα εγκλημάτων μίσους. Και ενώ γίνεται ευρεία συζήτηση κατά του αντισημιτισμού, Παλαιστίνιοι ισχυρίζονται ότι για την ισλαμοφοβία, έχει δοθεί πολύ λιγότερη δημόσια προσοχή.
Νέος Μακαρθισμός στα πανεπιστήμια;
Μέσα σε αυτό το κλίμα ο Guardian διερωτάται αν στα αμερικανικά πανεπιστήμια αναπτύσσεται ένα νέο είδος Μακαρθισμού. Ο Σάντι Χαμίντ, αρθρογράφος στην Washington Post υποστηρίζει: « Η κατάσταση μόνο θα χειροτερέψει και είναι καιρός να ηχήσει ο συναγερμός. Μόλις η ιδέα της τιμωρίας της «προσβλητικής» ομιλίας γίνει αποδεκτή τόσο εντός όσο και εκτός πανεπιστημιούπολης, οποιοσδήποτε έχει πολιτική δύναμη μπορεί να μπει στο παιχνίδι.»
Ο Μπρετ Μακ Κάουφμαν, δικηγόρος στο Κέντρο Δημοκρατίας της Αμερικανικής Ένωσης Πολιτικών Ελευθεριών δηλώνει:
«Η εποχή Μακάρθι μας δίδαξε ότι όταν οι πανεπιστημιουπόλεις συμμετέχουν σε προσπάθειες με ιδεολογικά κίνητρα για την αστυνόμευση του λόγου φοιτητών και καθηγητών, αυτές οι προσπάθειες όχι μόνο αποτυγχάνουν αλλά βλάπτουν σοβαρά τα θεμέλια πάνω στα οποία οικοδομούνται οι ακαδημαϊκές κοινότητες», εδώ.
«Από την αριστεία στις πολιτικές ατζέντες»
Αυτό που είδαμε στην ακρόαση της Βουλής ήταν το αναπόφευκτο αποτέλεσμα δεκαετιών πολιτικοποίησης των πανεπιστημίων, υπογραμμίζει από την πλευρά του ο δημοσιογραφος του CNN, Φαρίντ Ζακάρια και εξηγεί: «Εδώ και καιρό η κουλτούρα διαφορετικότητας επιβάλλει στην πανεπιστημιακή κοινότητα κώδικες συμπεριφοράς. Πολλά ιδρύματα ζητούν από τους φοιτητές να μην μιλούν, να μην ενεργούν, ακόμη και να μην ντύνονται με τρόπους που μπορεί να προσβάλουν μειονοτικές ομάδες. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι κατανοητό να αναρωτιούνται οι εβραϊκές κοινότητες, γιατί οι συγκεκριμένοι κανόνες να μην ισχύουν και σε περιπτώσεις αντισημιτικής ρητορικής», εδώ.
Πολλοί αναλυτές, εκτιμούν ότι τα πανεπιστήμια προωθούν πολιτικές ατζέντες και όχι την αριστεία, μειώνοντας την εμπιστοσύνη των πολιτών στην ακαδημαϊκή κοινότητα. Σύμφωνα με στοιχεία, το ποσοστό των νεαρών ενηλίκων που κρίνουν ότι ένα πτυχίο είναι πολύ σημαντικό μειώθηκε από 74% το 2013, σε 41% το 2019. Το 2018, το 61% των Αμερικανών δήλωνε ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση οδεύει σε λάθος κατεύθυνση και μόνο το 38% θεωρούσε ότι ήταν στο σωστό δρόμο. Το 2016, το 70% των αποφοίτων Γυμνασίου κατευθύνθηκαν στο κολέγιο. Τώρα, ο αριθμός αυτός είναι 62%.