ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΘΕΜΑ

Μήπως η ΕΚΤ κάνει πάλι εσφαλμένη πρόβλεψη για τον πληθωρισμό;

Τέσσερα ερωτήματα που απασχολούν τους υπεύθυνους χάραξης νομισματικής πολιτικής για τη σύνοδο της ερχόμενης Πέμπτης

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μόλις τον Οκτώβριο διέκοψε την πιο επιθετική πορεία αύξησης επιτοκίων της ιστορίας της, όμως ήδη αυξάνεται η πίεση από τους επενδυτές να αρχίσει να μειώνει το κόστος δανεισμού. Την Πέμπτη, όταν το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ θα συνεδριάσει στη Φρανκφούρτη, αναμένεται να αφήσει αμετάβλητα τα επιτόκια, παρόλο που ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη υποχώρησε πολύ κοντά στον στόχο του 2%.

Αντί να εξετάσει το ενδεχόμενο χαλάρωσης της πολιτικής, η κεντρική τράπεζα προετοιμάζεται να διαψεύσει τα στοιχήματα της αγοράς για μειώσεις ήδη από τον Μάρτιο και να επισημάνει ότι εξακολουθεί να διακρίνει κίνδυνο ανόδου των τιμών, ιδιαίτερα από την αύξηση των μισθών.

Καθώς οι επίσημες προβλέψεις για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό στην Ευρωζώνη αναμένεται να αναθεωρηθούν πτωτικά και οι επενδυτές αναζητούν ενδείξεις για το πότε μπορεί να μειωθούν τα επιτόκια, αυτά είναι τα κύρια ερωτήματα για την ΕΚΤ:

Μήπως η καμπύλη της πτώσης του πληθωρισμού έχει ξεπεράσει την ΕΚΤ;

Ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη επιβραδύνθηκε καθ' όλο το 2023, καθώς οι τιμές της ενέργειας υποχώρησαν από τα υψηλά του περασμένου έτους, που προκάλεσε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ωστόσο, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ΕΚΤ εξακολουθούσαν να προειδοποιούν για τον κίνδυνο η αύξηση των τιμών να «κολλήσει» πάνω από τον στόχο του 2%.

Ωστόσο, αυτό το σενάριο, ότι τα «τελευταία χιλιόμετρα» στη μείωση του πληθωρισμού θα είναι το πιο δύσκολα, φαίνεται ελάχιστα ρεαλιστικό. Ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ υποχώρησε στο 2,4% τον Νοέμβριο, ποσοστό πολύ χαμηλότερο από το αναμενόμενο και προκλητικά κοντά στον στόχο. Κρίνοντας από την πρόβλεψη της ΕΚΤ, τον Σεπτέμβριο, ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει πάνω από το 3% έως το τέταρτο τρίμηνο του επόμενου έτους, οι υπεύθυνοι χάραξης νομισματικής πολιτικής φαίνεται να έχουν υποτιμήσει τον ρυθμό του αποπληθωρισμού. Οι οικονομολόγοι της Deutsche Bank προβλέπουν ότι η ΕΚΤ θα μειώσει την Πέμπτη την πρόβλεψή της για τον δομικό πληθωρισμό (εκτός ενέργειας και τροφίμων) του 2024 από 2,9% σε 2,1%.

Ο Λορέντζο Μπίνι Σμάγκι, πρώην στέλεχος της ΕΚΤ και νυν επικεφαλής της γαλλικής τράπεζας Société Générale, σχολίασε ότι, αφού υποτίμησαν τόσο έντονα την άνοδο του πληθωρισμού πέρυσι, οι κεντρικοί τραπεζίτες «ενδεχομένως θα καθυστερήσουν και πάλι να προσαρμόσουν τις πολιτικές τους» καθώς οι πιέσεις στις τιμές εξασθενούν.

Έχει δίκιο η αγορά ότι επίκεινται μειώσεις επιτοκίων;

Η Ίζαμπελ Σνάμπελ, το πιο «επιθετικό» μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ, άφησε την περασμένη εβδομάδα να νοηθεί ότι η «ενθαρρυντική» πτώση του πληθωρισμού άλλαξε το κλίμα μεταξύ των υπευθύνων χάραξης πολιτικής, επαναλαμβάνοντας μια φράση που αποδίδεται συχνά στον Κέυνς: «Όταν τα γεγονότα αλλάζουν, αλλάζω γνώμη. Εσείς τι κάνετε, κύριε;». Όμως η μόνη σαφής αλλαγή στη θέση της Σνάμπελ είναι ότι δεν πιστεύει πως υπάρχει πλέον ρεαλιστική πιθανότητα για αύξηση των επιτοκίων. Φρόντισε να μην αναφερθεί σε χρονοδιάγραμμα μειώσεων και τόνισε ότι η κεντρική τράπεζα οφείλει να είναι πιο προσεκτική από την αγορά. «Πρέπει να δούμε κάποια μεγαλύτερη πρόοδο στον δομικό πληθωρισμό», είπε. «Δεν πρέπει να βιαστούμε να πούμε ότι νικήσαμε τον πληθωρισμό».

Η Bundesbank αναμένει ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει ξανά κοντά στο 3% τον Δεκέμβριο, καθώς οι τιμές της ενέργειας στη Γερμανία θα αυξηθούν έντονα σε σχέση με ένα χρόνο πριν, όταν η κυβέρνηση κάλυψε τους περισσότερους λογαριασμούς φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού των νοικοκυριών.

«Η ανάκαμψη του πληθωρισμού θα δώσει στην ΕΚΤ κάποιο χρονικό περιθώριο πριν αναγκαστεί να μειώσει», δήλωσε ο Φρεντερίκ Ντικροζέ, επικεφαλής μακροοικονομικής έρευνας στην Pictet Wealth Management, που εκτιμά ότι οι μειώσεις επιτοκίων θα μπορούσαν να ξεκινήσουν τον Απρίλιο. «Αφού πριν από δύο χρόνια απέτυχαν να προβλέψουν πόσο θα αυξανόταν ο πληθωρισμός, είναι φυσικό να τηρούν επιφυλακτική στάση».

Τι θα μπορούσε να αποτρέψει μείωση των επιτοκίων τον Μάρτιο;

Οι μισθοί είναι ο κυριότερος παράγοντας. Το πραγματικό κόστος εργασίας στην Ευρωζώνη αυξήθηκε κατά 6,8% το τρίτο τρίμηνο σε σύγκριση με πέρυσι, ο ταχύτερος ρυθμός από το 1995, όταν άρχισε να τηρεί αρχεία η Eurostat. Ο Ντανιέλ Βερνάτσα, οικονομολόγος στην ιταλική τράπεζα UniCredit, δήλωσε ότι αυτή η αύξηση αντανακλά «μείωση της παραγωγικότητας (υψηλή απασχόληση και μειωμένη παραγωγή) και έντονη αύξηση μισθών». Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι θέλει πρώτα να διακρίνει «βάσιμα στοιχεία» ότι οι πιέσεις στις αγορές εργασίας δεν προκαλούν νέα άνοδο του πληθωρισμού.

Οι μισθοί αποτελούν βασικό συστατικό στις τιμές των υπηρεσιών έντασης εργασίας, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 44% του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη και εξακολουθούν να αυξάνονται με ετήσιο ρυθμό 4%. Η ΕΚΤ θα θέλει να δει τα αποτελέσματα των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, στις αρχές του 2024 και μια περαιτέρω συμπίεση των περιθωρίων κέρδους, πριν κρίνει εάν οι τιμές των υπηρεσιών θα συνεχίσουν να επιβραδύνονται.

«Είναι πιθανό να υποστηρίξουν ότι χρειάζεται ακόμα δουλειά», δήλωσε ο Κονσταντίν Βέιτ, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην επενδυτική Pimco. «Ο δομικός πληθωρισμός στην Ευρωζώνη παραμένει στο 3,6%. Η ΕΚΤ χρειάζεται να δει ότι το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος και τα περιθώρια κέρδους μειώνονται σύμφωνα με τον στόχο της, κάτι που δεν διαφαίνεται ακόμα, επομένως θα περιμένουν πιο σαφείς ενδείξεις την επόμενη άνοιξη».

Θα σταματήσει πρόωρα η ΕΚΤ να αγοράζει ομόλογα;

Η ΕΚΤ ολοκλήρωσε πέρσι το μεγάλο μέρος της αγοράς ομολόγων. Ωστόσο, εξακολουθεί να επανεπενδύει τα έσοδα των τίτλων που λήγουν, από το χαρτοφυλάκιο του 1,7 τρισ. ευρώ που άρχισε να αγοράζει ως απάντηση στην πανδημία. Σχεδιάζει να συνεχίσει αυτές τις επανεπενδύσεις τουλάχιστον μέχρι το τέλος του επόμενου έτους, κάτι που συνεπάγεται την αγορά ομολόγων περίπου 180 δισ. ευρώ το 2024.

Αρκετά από τα πιο επιθετικά μέλη της ΕΚΤ έχουν ζητήσει να τελειώσουν νωρίς αυτές οι επανεπενδύσεις. Η Λαγκάρντ είπε τον περασμένο μήνα ότι το θέμα θα συζητηθεί «στο όχι πολύ μακρινό μέλλον» και πολλοί παρατηρητές αναμένουν ότι θα αρχίσει να μειώνει τις αγορές ήδη από τον Απρίλιο. Η Σνάμπελ υποστήριξε ότι δεν πρόκειται για «τόσο σημαντική υπόθεση» επειδή αυτές οι αγορές θα τελείωναν ούτως ή άλλως και τα ποσά είναι «σχετικά μικρά».

Ωστόσο, κάποιοι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής υποστηρίζουν ότι η ευελιξία να επικεντρωθούν οι επανεπενδύσεις της ΕΚΤ σε κάποια συγκεκριμένη χώρα είναι χρήσιμη για να αντιμετωπιστεί ενδεχόμενη αύξηση του κόστους δανεισμού για υπερχρεωμένες χώρες, όπως η Ιταλία.

«Δεν είναι ξεκάθαρο γιατί η ΕΚΤ έθιξε το θέμα του πρόωρου τερματισμού των επανεπενδύσεων, κινδυνεύει να φανεί ανακόλουθη ως προς την πορεία μείωσης των επιτοκίων», δήλωσε η Καταρίνε Νάις, πρώην στέλεχος της Τράπεζας της Αγγλίας και τώρα επικεφαλής ευρωπαίος οικονομολόγος στην αμερικανική επενδυτική εταιρεία σταθερού εισοδήματος PGIM.

 

 

Εάν θέλετε κάθε πρωί το ενημερωτικό δελτίο του KReport στο email σας και πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενό μας, κάντε μια δοκιμαστική συνδρομή!