Δύο εβδομάδες πριν από σήμερα, η συμφωνία μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας διαμόρφωσε ένα κλίμα αισιοδοξίας για την επιτυχή έκβαση της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή που ξεκινά αύριο στο Ντουμπάι. Οι δύο χώρες συμφώνησαν σε αυστηρότερες δεσμεύσεις σε ότι αφορά στη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου καθώς και στην προώθηση πολιτικών για τον τριπλασιασμό των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Συμφώνησαν επίσης ότι δεν απαιτείται σταδιακή κατάργηση αλλά μείωση της χρήσης των ορυκτών καυσίμων. Αντίστοιχες συμφωνίες μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας το 2014 και το 2021 οδήγησαν τις αντίστοιχες Διασκέψεις για την Κλιματική Αλλαγή σε σημαντικές αποφάσεις.
Η αισιοδοξία γρήγορα εκτονώθηκε, άλλωστε η έκθεση των Ηνωμένων Εθνών αναφορικά με την πρόοδο στην υλοποίηση των Εθνικών Σχεδίων Μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου δεν άφηνε περιθώρια για πανηγυρισμούς. Η έκθεση αναφέρει ότι τα Εθνικά Σχέδια Μείωσης των εκπομπών συμπεριλαμβανόμενων και των μακροχρόνιων δεσμεύσεων των χωρών που ανήκουν στο γκρούπ των 20 μεγαλύτερων και ταχύτερων οικονομιών (G20) για ισοδύναμα μηδενικές (net zero) εκπομπές, σημειώνουν υστέρηση ως προς τους στόχους τους (τόσο τους χρονικούς όσο και τους ποσοτικούς), γεγονός που προβλέπεται ότι θα οδηγήσει σε αύξηση της θερμοκρασίας κατά 3 βαθμούς Κελσίου εντός του τρέχοντος αιώνα.
Δυστυχώς δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά. Αλλωστε το 2023 κλείνει με πρωτοφανείς σε ύψος επιδοτήσεις στα ορυκτά καύσιμα από πλήθος Κυβερνήσεων, με αποτέλεσμα όχι μόνο να επιδεινώνονται οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου αλλά και να διαμορφώνονται συνθήκες μακροχόνιου κλειδώματος (lock-in) σε επενδύσεις που κανονικά θα έπρεπε να είχαν πάρει εδώ και καιρό το δρόμο της απόσυρσης.
Στοιχεία που έρχονται στο φώς της δημοσιότητας δημιουργούν ακόμα περισσότερες απορίες, λ.χ. ως προς την επέλαση των αυτοκινήτων SUV με αποτέλεσμα να μην επιτευχθεί ο παγκόσμιος στόχος της μείωσης των εκπομπών κατά 30% από τις μεταφορές ή ως προς την άρση των απαγορεύσεων για την εξόρυξη ορυκτών (βλ. Μεγάλη Βρετανία, Νέα Ζηλανδία, κ.α.) ή της έμφασης σε τεχνολογίες δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα των οποίων όμως η συμβολή στη μείωση των αερίων θερμοκηπίου έχει σημαντικά υπερεκτιμηθεί. Έχει μάλιστα ενδιαφέρον να επισημανθεί η κοινή θέση των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε ότι αφορά στη συνέχιση της χρήσης των ορυκτών καυσίμων σε παραγωγικές διαδικασίες στο βαθμό που οι εκπομπές απομακρύνονται με τη χρήση τεχνολογιών δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα. Και αν τέτοιες τεχνολογίες είναι πράγματι χρήσιμες για συγκεκριμένες βιομηχανικές δραστηριότητες που δυσκολεύονται τουλάχιστον στην παρούσα φάση, στη μείωση των εκπομπών ή στον εξηλεκτρισμό της λειτουργίας τους, στην ευρεία τους ανάγνωση λειτουργούν (οι τεχνολογίες) περισσότερο ως άλλοθι για τη συνέχιση της χρήσης ορυκτών καυσίμων παρά ως εργαλείο για τη σταδιακή κατάργηση τους.
Τίποτε δεν είναι εύκολο ή γραμμικό. Οι καθαρές λύσεις (π.χ. η απόφαση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων να μην χρηματοδοτεί επενδύσεις που βασίζονται στη χρήση ορυκτών καυσίμων ή αυτή της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την κατάργηση των επιδοτήσεων στα ορυκτά καύσιμα) σπανίζουν ενώ οι κλιματικές πολιτικές αλλάζουν ανάλογα με το κόμμα που επικρατεί στις εθνικές εκλογές (βλ. Μεγάλη Βρετανία, Ιταλία, Πολωνία, Νέα Ζηλανδία, κ.α.) λες και η κλιματική αλλαγή έχει κομματικό πρόσημο.
Στον αντίποδα ακούγονται εκτιμήσεις για τη θετική επίδραση που θα έχουν τα «homeland economics» δηλαδή η επαναφορά παραγωγικών επενδύσεων εντός των Κρατών (βλ. τα προγράμματα πράσινης μετάβασης των ΗΠΑ, της Μεγάλης Βρετανίας, της Γαλλίας, κ.α.). Ομως ο προστατευτισμός που δημιουργούν τα προγράμματα αυτά, περισσότερο βλάπτουν την προσπάθεια για τη μείωση των εκπομπών καθώς περιορίζουν συνέργειες και ενισχύουν τον ανταγωνισμό σε ότι αφορά στην εξεύρεση των πρώτων υλών.
Τα μηνύματα ως προς την έκβαση της Διάσκεψης είναι αντιφατικά, ενώ γίνονται όλο και πιο φανερές οι διαθέσεις των πετρελαϊκών χωρών να κυριαρχήσουν στη Διάσκεψη για να προστατεύσουν τα συμφέροντα τους. Θα γνωρίζουμε τι τελικά θα συμβεί σε 11 ημέρες. Μέχρι τότε τη συζήτηση στο Ντουμπάι θα μονοπωλήσει – ακόμη μια φορά και παρά το γεγονός ότι για την επιστήμη το θέμα είναι λυμένο - το κατά πόσο απαιτείται η σταδιακή μέχρι το 2050 κατάργηση των ορυκτών καυσίμων (phase out) ή αρκεί η σταδιακή τους μείωση (phase down). Για τον πρώτο στόχο σημαντική είναι η υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που μαζί με τη μείωση των εκπομπών βλέπει να επιτυγχάνεται και η ενεργειακή της αυτονομία σε ένα κόσμο που γίνεται όλο και πιό περίπλοκος και έχει την τάση να αναζητά γεωπολιτικά στρατηγικά συμφέροντα σε αγωγούς και κόμβους αντί – και προφανώς σταδιακά - στην ενεργειακή αυτονομία που θα βασίζεται στη φθηνή και καθαρή ενέργεια των ΑΠΕ.
Με βάση το παραπάνω πλαίσιο όπως φαίνεται να διαμορφώνεται, επιτυχία της Διάσκεψης θα θεωρηθεί η αποσαφήνιση του μηχανισμού αποζημιώσεων υπέρ των αναπτυσσόμενων χωρών για ζημιές (Loss and Damage) που προκλήθηκαν λόγω της κλιματικής αλλαγής καθώς και οι όποιες δεσμεύσεις καταγραφούν από Κράτη Μέλη για τη χρηματοδότηση του μηχανισμού αποζημιώσεων.
(*) Ο Κωνσταντίνος Καρτάλης, είναι Καθηγητής ΕΚΠΑ και μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την Κλιματική Αλλαγή