ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Το «ελληνικό θαύμα» και η πεζή εξήγησή του

Ο Προϋπολογισμός που κατατέθηκε αυτήν την εβδομάδα είναι ο πρώτος που η διακυβέρνηση Μητσοτάκη θα κληθεί να εκτελέσει εφαρμόζοντας τις δικές της πολιτικές και φιλοσοφία, στο πλαίσιο που επιβάλλει η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη. Τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια ήταν μια διαρκής διαχείριση αλλεπάλληλων κρίσεων. Κατά την τετραετία επετεύχθη και το «ελληνικό θαύμα», κυρίως με την δραστική μείωση του δείκτη χρέους.

Το παράδοξο είναι πως, οι κρίσεις διευκόλυναν την άσκηση οικονομικής πολιτικής. Η χώρα μας έλαβε, εκτός από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, σημαντική βοήθεια από τους μηχανισμούς της ΕΕ και του ΔΝΤ. Ήταν αποδέκτης ενισχύσεων από ειδικά εργαλεία της ΕΕ, επετράπη η ανακατεύθυνση κεφαλαίων ΕΣΠΑ στον προϋπολογισμό, βρέθηκε με τις τράπεζες υπερχρηματοδοτούμενες με όλες τις θετικές επιπτώσεις ακόμη και στη διαχείριση κόκκινων δανείων, πήρε πάμφθηνα δάνεια (κυρίως SURE), ήταν αποδέκτης των κερδών της ΤτΕ από τις αγορές υπερεθνικών ομολόγων (η ΤτΕ είναι μία από τις έξι κεντρικές τράπεζες που αγοράζουν ομόλογα ESM στο πλαίσιο των προγραμμάτων πιστωτικής χαλάρωσης – κατέχει πάνω από 100 δισ. ευρώ), δέχθηκε ένεση ρευστότητας από το νέο allocation του ΔΝΤ (μέρος του οποίου χρησιμοποιήθηκε για την εξαγορά του υπολοίπου των δανείων ΔΝΤ). Με την ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής από την ΕΕ, μπορούσε να δανεισθεί όσο έκρινε η κυβέρνηση.

Η επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη κατά την πρώτη τετραετία ήταν η αποφυγή εξωτερικού δανεισμού (με την επακόλουθη αύξηση του δημοσίου χρέους) και αντ’ αυτού η χρησιμοποίηση των διαθεσίμων των φορέων του δημοσίου για την υποκατάσταση του εξωτερικού δανεισμού. Το υπουργείο Οικονομικών δανείζεται με συμβόλαια επαναγοράς (repos) δεκαπέντε ημερών 48-53 δισ. ευρώ από τους φορείς του δημοσίου (ασφαλιστικά ταμεία, τοπική αυτοδιοίκηση, πανεπιστήμια, φορείς που διαχειρίζονται κοινοτικούς πόρους, κλπ), με τα 48 δισ. από αυτά να μην εμφανίζονται στα διαθέσιμα της κεντρικής κυβέρνησης – παρά το ότι πρόκειται για εξαιρετικά βραχυχρόνιο δανεισμό, καλύπτονται μόνιμες ανάγκες.

Για την αίσθηση των μεγεθών, οι κυβερνήσεις Σαμαρά και Τσίπρα παρέδωσαν υπόλοιπο repos 8.6 δισ. και 21.3 δισ. ευρώ αντιστοίχως, με ανάλωση για υποκατάσταση χρέους 2 δισ. και 16 δισ. ευρώ αντιστοίχως. Δηλαδή, η κυβέρνηση Μητσοτάκη χρηματοδότησε την οικονομική της πολιτική και το θηριώδες έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών (και) με 32 δισ. ευρώ εθνικούς πόρους (στοιχεία Ιουνίου 2023) – ένα ολόκληρο Ταμείο Ανάκαμψης.

Τα παραπάνω υποδεικνύουν πως η αντιμετώπιση των διαδοχικών κρίσεων έγινε με πόρους άνω των 50 δισ. ευρώ από υπερεθνικούς και εθνικούς «χρηματοδότες». Το σημαντικό είναι πως το σύνολο των πόρων αυτών – πλην των δανείων SURE – δεν προσμετρώνται στο δημόσιο (εξωτερικό) χρέος. Η οικονομική διαχείριση είχε την ευχέρεια να χρηματοδοτεί την οικονομία και να ασκεί επιδοματικές πολιτικές, και παράλληλα να συγκρατεί τα δημοσιονομικά. Το «ελληνικό θαύμα», όπως όλα τα θαύματα, έχει την πεζή εξήγησή του.

Εν όψει του 2024 και με την επαναφορά των περιοριστικών όρων του Συμφώνου Σταθερότητας (του ισχύοντος ή νέου) καμμιά από τις εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης δεν θα μπορεί να συνεισφέρει και ο πρόσθετος εσωτερικός δανεισμός (repos) προσεγγίζει το όριό του. Υπό την έννοια αυτή, η εκτέλεση του Προϋπολογισμού 2024 θα είναι το πρώτο πραγματικό τεστ όποιας οικονομικής πολιτικής και φιλοσοφίας της διακυβέρνησης Μητσοτάκη. Θα είναι μια δύσκολη άσκηση, ειδικά σε μια κοινωνία η οποία έχει εθιστεί επί τέσσερα χρόνια σε επιδοματικές πολιτικές.

(*) Ο Γιώργος Προκοπάκης είναι Σύμβουλος Επιχειρήσεων

Εάν θέλετε κάθε πρωί το ενημερωτικό δελτίο του KReport στο email σας και πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενό μας, κάντε μια δοκιμαστική συνδρομή!