Τη μυστική φόρμουλα που γεννά κέρδη για το μεγαλύτερο hedge fund, τη Bridgewater (υπό διαχείριση 168 δισ. δολ. το 2022), αναζητά ο δημοσιογράφος των New York Times, Rob Copeland, στο βιβλίο του «The Fund: Ray Dalio, Bridgewater Associates and the Unraveling of a Wall Street Legend», με εκατοντάδες συνεντεύξεις ανθρώπων μέσα και γύρω από την Bridgewater αλλά και χιλιάδες έγγραφα και σημειώσεις.
Ο ιδρυτής της Bridgewater, Ρέι Ντάλιο, υποστηρίζει ότι όλα οφείλονται στην ικανότητά του να βγάζει χρήματα από μεγάλες οικονομικές ή πολιτικές αλλαγές - χαρακτηριστικό παράδειγμα η κρίση του 2008, όταν οι τιμές στα χρηματιστήρια κατέρρεαν και το βασικό επενδυτικό όχημα της Bridgewater ενισχυόταν. Σύμφωνα με όσα ο ίδιος έχει δημόσια εξηγήσει, η Bridgewater στοιχηματίζει υπέρ (long) ή εις βάρος (short) για οτιδήποτε στον κόσμο, μέσω ενός κατά 99% αυτοματοποιημένου συστήματος συναλλαγών, που βασίζεται σε κανόνες που εκείνος έχει θέσει.
Κάποιοι πίστεψαν ότι πρόκειται για πυραμίδα. Το άρθρο περιγράφει τις προσπάθειες του γνωστού αναλυτή χρηματοοικονομικών Τζιμ Γκραντ και του οικονομικού ερευνητή Χάρη Μαρκόπουλου (που είχε προειδοποιήσει εγκαίρως για τον Μάντοφ) να το ερευνήσουν. Η υπόθεση κατέληξε στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC), που μετά από έρευνα συμπέρανε ότι το μεγαλύτερο hedge fund του κόσμου χρησιμοποίησε μια περίπλοκη σειρά οικονομικών μηχανισμών για να πραγματοποιεί κατά τα άλλα απλές επενδύσεις.
Από τους περίπου 2.000 υπαλλήλους της Bridgewater λιγότεροι από 20% ασχολούνταν με επενδύσεις και ελάχιστοι είχαν αρμοδιότητες που δεν θα μπορούσε να αναλάβει ένας μέσος φοιτητής. Ενώ δημόσια υποστηριζόταν ότι οποιοσδήποτε από το επενδυτικό προσωπικό ή ερευνητής μπορούσε να προτείνει μια επενδυτική ιδέα, στην πραγματικότητα ο κ. Ντάλιο αποφάσιζε. Δεν υπήρχε κανένα μεγάλο σύστημα, καμία τεχνητή νοημοσύνη, κανένα ιερό δισκοπότηρο. Αυτή την άποψη διαψεύδουν οι δικηγόροι του κ. Ντάλιο, υποστηρίζοντας ότι στο 98% των περιπτώσεων τις αποφάσεις έπαιρνε το σύστημα.
Ο κ. Ντάλιο επέβλεπε τo Pure Alpha, το κύριο fund που λειτουργούσε με μια σειρά κανόνες της μορφής «εάν συμβεί αυτό, θα ακολουθήσει το άλλο». Παράδειγμα, αν τα επιτόκια μειώνονταν, τότε το νόμισμα θα εξασθενούσε. Η μέθοδος αυτή απέδωσε εξαιρετικά στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στη δεκαετία του 1990, όταν οι περισσότεροι στη Wall Street αρκούνταν στη διαίσθησή τους. Καθώς περνούσαν τα χρόνια ωστόσο, το πλεονέκτημα της στρατηγικής του κ. Ντάλιο εξασθενούσε, μέχρι που έπαψε να υπάρχει τη δεκαετία του 2010, με τη διάδοση της χρήσης ισχυρών υπολογιστών. Ο κ. Ντάλιο επέμεινε ότι οι κανόνες του «είναι διαχρονικοί και καθολικοί».
Η Bridgewater παρέμεινε το μεγαλύτερο hedge fund του κόσμου, αν και τα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία περιορίστηκαν και οι αποδόσεις υστερούσαν της αγοράς – χωρίς πάντως αρνητικά αποτελέσματα. Πολλοί επιχείρησαν να εξελίξουν τους κανόνες αλλά έπρεπε να πείσουν τον κ. Ντάλιο κι αυτός απέφευγε ιδέες που δεν μπορούσε να καταλάβει. Τα κέρδη σταδιακά περιορίζονταν. Έμενε ένα όπλο: Το πλεονέκτημα πληροφόρησης, νόμιμο και τεράστιο. Πληροφορίες για ολόκληρα έθνη, που αποκτούσε αξιοποιώντας δεσμούς με καλά δικτυωμένους αξιωματούχους. Από αυτούς ενημερωνόταν για τα σχέδια των κυβερνήσεων και επένδυε αναλόγως.
Το άρθρο περιγράφει πώς καλλιεργήθηκε η σχέση με το κρατικό επενδυτικό ταμείο του Καζακστάν, από το οποίου αποκτούσε πληροφορίες για την πρόοδο εκμετάλλευσης του πετρελαϊκού κοιτάσματος στην Κασπία και τις αξιοποιούσε στην αγορά πετρελαίου. Ή πώς επηρέασε τις αποφάσεις της ΕΚΤ και της Τράπεζας της Ελβετίας, για να κερδίσει μια περιουσία στην αγορά συναλλάγματος. Υπογραμμίζει, δε, την προνομιακή σχέση με το κινεζικό καθεστώς, την οποία απέκτησε μέσω του πρώην αντιπροέδρου, Γουάνγκ Κισάν.
Η μεγάλη επενδυτική μηχανή του κ. Ντάλιο δεν ήταν τόσο αυτοματοποιημένη όσο διαφημιζόταν. Αν εκείνος ήθελε η Bridgewater να ποντάρει κατά του δολαρίου (όπως έκανε, ανεπιτυχώς, για περίπου μια δεκαετία μετά την κρίση του 2008), αυτό θα γινόταν. Όταν τελικά μια χούφτα κορυφαίων στελεχών αποφάσισε να αντιδράσει, συντάσσοντας μια έκθεση που αποδείκνυε ότι οι επενδυτικές αποφάσεις του κ. Ντάλιο είχαν μέτρια αποτελέσματα, εκείνος πήρε το χαρτί, το τσαλάκωσε σε μια μπάλα και το πέταξε.