Αφιερωμένο «στους πολίτες της Ουκρανίας» και με εξώφυλλο που, χρωματικά πάντως, παραπέμπει στην ουκρανική σημαία, το βιβλίο αυτό του Γ. Ανδρέου κάνει ευθύς εξαρχής φανερό το πώς/με ποια προτεραιότητα βλέπει την μελλοντική αντιμετώπιση των πολλαπλών κρίσεων (είτε τις δει κανείς ως polycrisis, είτε ως permacrisis κατά την πιο πρόσφατη ονοματολογία) από μια Ευρώπη/Ευρωπαϊκή Ένωση. Που, η ίδια, βρίσκεται σε αναζήτηση (ή, ενδεχομένως, σε αμηχανία) αξιόπιστης διακυβέρνησης.
Η περιδιάβαση στο corpus των θεωρητικών προσεγγίσεων, με όλο το εκκρεμές μεταξύ υπερεθνικής και διακυβερνητικής προσέγγισης στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, δεν κάνει τον συγγραφέα να χάσει από τα μάτια του το πώς οι διαδοχικές κρίσεις και η παραγωγή θεσμικών πλαισιώσεων συν-λειτουργούν. Δηλαδή το πώς η «νέα οικονομική διακυβέρνηση» στην οποία κατέληξε η ανάγκη αντιμετώπισης της μετά το 2010 κρίσης χρέους – με τις «συνεχείς καθυστερήσεις και δυστοκίες που παρατηρήθηκαν για την θέσπιση και ενεργοποίηση μηχανισμών της αντιμετώπισης της κρίσης [λόγω] της απροθυμίας της Γερμανίας και των άλλων πιστωτριών χωρών να αναλάβουν ηγετικό ρόλο για την έξοδο της Ευρωζώνης από την κρίση με ουσιαστική συνδρομή στις χώρες της περιφέρειας» – αναβάθμισε την εκτεταμένη χρήση «διακυβερνητικών εργαλείων, διαδικασιών και θεσμών, συχνά εκτός του πλαισίου των Ευρωπαϊκών Συνθηκών».
Αντιθέτως, τα βήματα για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωνοϊού, κι ακόμη περισσότερο για τη στήριξη των οικονομιών μετά την πανδημία με το εργαλείο της Next Generation EU/του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, επανέφεραν το εκκρεμές προς την υπερεθνική λογική (ιδίως με την από κοινού ανάληψη της χρηματοδοτικής ευθύνης). Ο Γιώργος Ανδρέου δίνει εν προκειμένω στις πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μεγαλύτερο μάλλον βάρος απ’ όσο είχαν – αλλά αυτή είναι η κυρίαρχη Βρυξελλιανή ανάγνωση της «εποχής φον ντερ Λάιεν».
Γενικά/συνολικά πάντως, η προσέγγιση που ακολουθεί δίνει την κύρια έμφαση στην θεσμική μετεξέλιξη/στις θεσμικές μεταπτώσεις και τις νέες αντίστοιχα θεσμικές πρωτοβουλίες στα πλαίσια της Ένωσης. Και τούτο σε μια φάση – ας πούμε μετά την εγκαθίδρυση και πρώτη ωρίμανση του ευρώ – όπου μάλλον το αντίθετο, δηλαδή η πυροσβεστική/πρακτικίστικη παρέμβαση και τα «δάνεια» από την διεθνή οικονομική διακυβέρνηση – βλέπε ρόλο του ΔΝΤ στα Μνημόνια… – ήταν εκείνο που δίδαξε η ιστορική διαδρομή της δεύτερης δεκαετίας του ανήσυχου Ευρωπαϊκού 21ου αιώνα.
Πάντως, όταν η «Ευρωπαϊκή Διακυβέρνηση» κατά Γ. Ανδρέου φθάνει στην πικρή υπόθεση της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, συναντά κανείς μια σχεδόν στρατευμένη προκατάληψη σύμφωνα με την οποία η Ένωση «έχει ενισχύσει την διεθνή της παρουσία και τον συστημικό της ρόλο». Διότι είναι αλήθεια ότι τα κείμενα περί «Συνολικής Στρατηγικής της Ένωσης», ή πάλι περί «Στρατηγικής Πυξίδας» περιλαμβάνουν εμπνευστικές διατυπώσεις, όπως περί ανθεκτικότητας ή/και περί «παγκόσμιων κοινών αγαθών» (κυβερνοχώρου, διάστημα, βιοτεχνολογία) ή ακόμη-ακόμη η διαπίστωση ότι εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια είναι αλληλένδετες.
Ωστόσο, η όντως υποδειγματική πρόσδεση των Βρυξελλών στην προπορευόμενη αμερικανική πρωτοβουλία στον πόλεμο στην Ουκρανία μετά τη ρωσική εισβολή, η πλειοδοσία στις κυρώσεις (που έφερε ουκ ολίγα μπρος-πίσω και δημιούργησε άβολες γκρίζες ζώνες) κάνει την όλη συζήτηση περί Στρατηγικής Αυτονομίας να ηχεί αρκετά κούφια αν μη ιησουητικά. Η ακροτελεύτια παρατήρηση Γ. Ανδρέου ότι «η σταδιακή μετακίνηση προς την ειδική πλειοψηφία […] θα ενίσχυε την διεθνή παρουσία της ΕΕ», ακόμη και συνοδευόμενη με την μνεία των δικλείδων ασφαλείας «για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων των πιο αδύναμων μελών [και κυρίως εφαρμογή] σε εκείνα τα ζητήματα όπου υφίστανται ήδη ισχυρές συναινέσεις» προσγειώνεται απότομα. Παράδειγμα τώρα-τώρα, με την ελάχιστα κολακευτική κατάσταση που δημιουργήθηκε με την ευρωπαϊκή στάση στην σύρραξη Χαμάς-Ισραήλ (όχι, δεν το είχε προλάβει το νέο αυτό επεισόδιο το βιβλίο του Γ. Ανδρέου), με το άγχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να δείξει ότι έχει ρόλο, με Επιτρόπους να κάνουν αλληλοαναφορούμενες δηλώσεις και με την Πρόεδρο φον ντερ Λάϊεν να «κλαδεύεται» ως προς τη διεθνή αντιπροσωπευτικότητα υπέρ του Ύπατου Εκπροσώπου Μπορέλ..