Ο ΟΗΕ φέρει την προσωπική σφραγίδα του Ρούζβελτ που φιλοδοξούσε να οικοδομήσει έναν μηχανισμό παγκόσμιας διακυβέρνησης με τους νικητές του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου στον ρόλο παγκόσμιου Διευθυντηρίου.
Η έναρξη του Ψυχρού Πολέμου το 1947, βραχυκύκλωσε τον ΟΗΕ ανάμεσα στην δυτική πλειοψηφία και το δικαίωμα βέτο της ΕΣΣΔ ως μονίμου μέλους το Συμβουλίου Ασφαλείας.
Όταν στην δεκαετία του 50 κατέρρευσαν οι αποικιακές αυτοκρατορίες ανετράπησαν και οι συσχετισμοί στον ΟΗΕ σε βάρος της Δύσης.
Όταν με τις κοσμογονικές αλλαγές το 1989-91 τερματίσθηκε ο Ψυχρός Πόλεμος, για ένα διάστημα όλα έδειχναν να προεξοφλούν την ενίσχυση του ΟΗΕ ή ακόμη και την επιστροφή του στις αρχικές φιλοδοξίες.
Οι αυτονόητες αυτές προσδοκίας διαψεύστηκαν από τις ΗΠΑ την χώρα-νικητή του Ψυχρού Πολέμου που δεν ήθελε κανέναν περιορισμό στην παντοδυναμία τους.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι όταν ο Μπούτρος Γκάλι θέλησε να αναβαθμίσει τον ρόλο του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού, οι ΗΠΑ έβαλαν βέτο στην επανεκλογή του.
Η μεγάλη πρόκληση στην οποία δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί ο ΟΗΕ, είναι η διεύρυνση της Ομάδας των Μονίμων Μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του διεθνούς Οργανισμού.
Η Ομάδα των χωρών G-20 θα μπορούσε να είναι ένα μοντέλο για την σύνθεση ενός διευρυμένου Συμβουλίου Ασφαλείας, μιας αδύνατης μεταρρύθμισης καθώς τα σημερινά μόνιμα μέλη – ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία, Βρετανία και Γαλλία - προτιμούν το προνόμιο του βέτο να παραμείνει μια πολύ κλειστή λέσχη.