Οι αφιερώσεις με τις οποίες ξεκινούν, παραδοσιακά, τα περισσότερα βιβλία είναι χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον αναγνώστη καθώς αφορούν σχεδόν πάντα «οφειλές» των συγγραφέων σε πρόσωπα του άμεσου περιβάλλοντος τους ή/και σε ανθρώπους με σημασία για την διαδρομή τους. Ο τρόπος όμως με τον οποίο διατυπώνει σ’ αυτό το βιβλίο την δική του αφιέρωση ο Μιλτιάδης Νεκτάριος, χωρίς να γνωρίζει κανείς την ταυτότητα των τεσσάρων που ονοματίζει (και που μάλλον δείχνουν να είναι νέοι), έτσι που συμπληρώνεται με την διατύπωση «και στις νέες γενιές που θα διαχειριστούν τις αβελτηρίες της περιόδου της Μεταπολίτευσης», δείχνει πόσο ο συγγραφέας – έμπειρος στην θεματική αυτή, αν μη τι άλλο λόγω Ασφαλιστικού – προτάσσει τη διάσταση της ευθύνης. Της ευθύνης των γενεών που προηγήθηκαν του σήμερα.
Η διαπιστωτική βάση του Μ. Νεκταρίου γι’ αυτό το σήμερα είναι δυσάρεστα σταθερή: «Οι γεννήσεις συνεχώς μειώνονται και υπολείπονται όλο και περισσότερο των αυξανόμενων θανάτων. Παράλληλα, αρνητικό είναι και το μεταναστευτικό ισοζύγιο, με τα ρεύματα εκροής Ελλήνων (κυρίως νέων με υψηλές δεξιότητες) και αλλοδαπών να υπερτερούν της εισόδου οικονομικών μεταναστών. Η αρνητική αυτή συγκυρία οδηγεί σε μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας. Η μείωση του πληθυσμού είναι αναπόφευκτη».
Ωστόσο η προσέγγισή του στο βιβλίο αυτό προσπερνά συνειδητά τις διαπιστώσεις και προσπαθεί να στρέψει προς την κατεύθυνση μιας στρατηγικής αντιμετώπισης της γήρανσης του πληθυσμού σε ορίζοντα 2050. Μια – όπως την καταγράφει – mission oriented strategy. Που απορρίπτει την επιστροφή στην έως τώρα κανονικότητα. που προσπαθεί να μετατρέψει τα νέα προβλήματα – γήρανση του πληθυσμού, κλιματική αλλαγή, νέα φάση της παγκοσμιοποίησης, γεωπολιτικές ανακατατάξεις – σε μακροχρόνια μεταμόρφωση της χώρας. «Με τις νέες γενιές στο επίκεντρο»: Αυτό θέτει ως βασικό στοίχημα.
Στα πλαίσια, λοιπόν, πρωτοβουλίας του Πανεπιστημίου Πειραιώς που είχε τη στήριξη της Γ.Γ. Έρευνας και Καινοτομίας για «Εκπόνηση Στρατηγικής για την Γήρανση του Πληθυσμού σε εθνικό περιφερειακό και τοπικό επίπεδο» - δηλαδή στρατηγικής για την αντιμετώπιση της γήρανσης – με ομάδα 35 καθηγητών και ερευνητών και συντονιστή τον Μιλτιάδη Νεκτάριο, έχει γίνει μια συνολική μελέτη του φαινομένου της γήρανσης του πληθυσμού. Που καταλήγει σε κωδικοποιημένες προτάσεις πολιτικής, οι οποίες μάλιστα προβάλλονται στον χρόνο – πράγμα πολύτιμο ευθύς εξ αρχής καθώς το βασικό σενάριο για αύξηση του ελληνικού ΑΕΠ δεν πιθανολογείται ότι θα προχωράει κατά περισσότερο του 1% ετησίως (σε μέσο όρο) με ορίζοντα το 2050.
Επτά προτεραιότητες καταγράφονται στα πλαίσια της Στρατηγικής. Ξεκινούν από την προτεραιοποίηση της εντατικοποίησης των σπουδών στις τρεις βαθμίδες της εκπαίδευσης, με έμφαση στην αναβάθμιση της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και με προώθηση της εξωστρέφειας των Πανεπιστημίων. Προχωρούν στη (μελαγχολική -θα μας επιτραπεί) επισήμανση της παγίως μνημονευόμενης ανάγκης για ριζική μεταρρύθμιση στη Δημόσια Διοίκηση και τη Δικαιοσύνη. Δίνεται ιδιαίτερο βάρος στη διασφάλιση της συνέχισης της οικονομικής ανάπτυξης σε συνθήκες γήρανσης του πληθυσμού – τί θα πει αυτό; Από αξιοποίηση τεχνολογιών αιχμής της 4ης βιομηχανικής επανάστασης μέχρι ενίσχυση της θεσμικής αποταμίευσης, ώστε να χτιστεί ανθεκτικότητα της γηράσκουσας οικονομίας.
Επιδιώκεται επίσης να ανοίξει σοβαρά η συζήτηση για «υγιή, ενεργό και έξυπνη γήρανση», υπό την έννοια της παραμονής εκείνων των εργαζομένων που το θέλουν και το μπορούν σε ενεργό λειτουργία αλλά και την διαμόρφωση πειστικής μεταναστευτικής πολιτικής – παράλληλα όμως και με την διασφάλιση μακροχρόνιας φροντίδας για τους ηλικιωμένους.
Στο συγκροτημένο αυτό πλέγμα προτάσεων – ή, ακριβέστερα, επισημάνσεων των επιθυμητών κατευθύνσεων πολιτικής – προστίθενται σκέψεις σχετικά με τη διασύνδεση με την Ομογένεια και με τη διάσταση των αμυντικών προτεραιοτήτων, προσεγγίσεις που λειτουργούν περισσότερο ως πρόσθετες διαστάσεις χωρίς άμεσο λειτουργικό περιεχόμενο.
Η παρουσίαση αυτή της Στρατηγικής για τη γήρανση θέλει να λειτουργήσει ταυτόχρονα ως αφύπνιση της πολιτικής (ιδίως) κοινότητας αλλά και ως ενδεικτικός προσανατολισμός προς λύσεις. Ρεαλιστικά μιλώντας, οι πιθανότητες να συγκινήσει τους – διαχρονικά – στόχους του καλέσματος της είναι περιορισμένες. Μολαταύτα τα στοιχεία και τα διαγράμματα που θέτει στο τραπέζι, με μεγάλη διεξοδικότητα (πώς ήταν και πώς διαμορφώνεται πλέον στην Ελλάδα η πυραμίδα των ηλικιών; Πώς καταλήγει η βάση του ασφαλιστικού συστήματος; Πώς προκύπτουν τα νοσήματα του πληθυσμού άνω των 50 ετών – ξέρετε π.χ. ότι η Ελλάδα βρίσκεται στη χειρότερη θέση της ΕΕ σε λήψη χρεώσεων για οστεοπόρωση, στην 4η χειρότερη θέση για αρθρίτιδα; και ούτως καθεξής).
Η κατακλείδα: «Ο χρονικός ορίζοντας των παρεμβάσεων είναι μέχρι το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας. Αν δεν ξεκινήσουμε με «αλλαγή υποδείγματος» σύντομα, δεν θα αργήσουμε να ανακαλύψουμε ότι ξεκινήσαμε υπερβολικά αργά». Να παραδεχθούμε, εδώ, ότι κάποιες ειδικότερες παρεμβάσεις επιχειρούνται – παράδειγμα η ενθάρρυνση (ή πάντως η μη έντονη αποθάρρυνση…) της συνέχισης εργασίας από μέρους των συνταξιούχων, ή πάλιν η αντιμετώπιση της προσέλκυσης (οργανωμένα όμως διστακτικά λόγω πολιτικών αγκυλώσεων) οικονομικών μεταναστών για ορισμένες απασχολήσεις. Συνολικά όμως, η έκκληση Νεκτάριου είναι αυτό: Έκκληση.