Ο πληθωρισμός στα τρόφιμα είναι ένα διεθνές οικονομικό φαινόμενο που ερευνάται από τους ειδικούς, αναλύεται από τους διεθνείς οργανισμούς, προβληματίζει τις κυβερνήσεις, σαστίζει τις επιχειρήσεις, αξιοποιείται από τους επιτήδειους, και φοβίζει τους καταναλωτές. Οι ειδικοί πλέον αναφέρουν τη συνέχιση του και το 2024, ενώ η ένταση του διαφέρει μεταξύ χωρών αλλά και κατηγοριών προϊόντων. Η σωστή ανάλυση του, και πιθανή του αντιμετώπιση, απαιτεί τη ολοκληρωμένη διερεύνηση των πολλαπλών παραγόντων που το επηρεάζουν αλλά και τη καταγραφή των διαφοροποιήσεων της ελληνικής αγοράς. Το άρθρο αυτό παραθέτει 13 επισημάνσεις/αλήθειες για την εξήγηση αυτού του φαινομένου και την πιθανή του αντιμετώπιση.
Οι μεγάλες διακυμάνσεις στις διεθνείς τιμές βασικών αγροτικών εμπορευμάτων (π.χ. σιτηρά) βασίζονται σε πολλαπλούς παράγοντες όπως οι γεωπολιτικές εξελίξεις και πόλεμοι, ακραίες κλιματολογικές συνθήκες, μεγάλες αυξήσεις στα έξοδα λειτουργίας και bottlenecks στις διεθνείς αλυσίδες εφοδιασμού. Ο ταυτόχρονος συνδυασμός των παραγόντων αυτών δημιουργούν πολλαπλασιαστικά ακραία αποτελέσματα, όπως τα τελευταία 2-3 χρόνια, με δυσκολία να προβλεφθούν από τα υπάρχοντα γραμμικά μοντέλα.
Στις επεκταμένες (σε χρόνο, μέγεθος και πολυπλοκότητα) πλέον διεθνείς αλυσίδες εφοδιασμού στα τρόφιμα (πρώτες ύλες, εξοπλισμός, ημι-έτοιμα προϊόντα, μεταφορά και διανομή, τελικά προϊόντα), η χρονική υστέρηση μεταξύ του γεγονότος για την αιτία αύξηση της τιμής και της τοποθέτησης/αγοράς του προϊόντος στο ράφι, συνήθως είναι 1-2 χρόνια. Άρα δύσκολα εντοπίζεται η επεξήγηση μεταξύ αιτίας και αιτιατού όταν ανακοινώνονται τα στατιστικά στοιχεία από την Eurostat/ΕΛΣΤΑΤ.
Οι τελικές τιμές πολλές φορές είναι αποτέλεσμα διεθνών εξωγενών γεγονότων ή δυναμικών στις αλυσίδες εφοδιασμού που δεν μπορούν να ελεγχθούν ή επηρεασθούν από μια μικρή τοπική αγορά κατανάλωσης, όπως η Ελληνική, ιδιαίτερα μάλιστα όταν αξιοποιούνται στη διεθνή πολιτική σκακιέρα (π.χ. εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας).
Υπάρχει έλλειψη τεχνογνωσίας σε όλες σχεδόν τις χώρες στη διαχείριση και αντιμετώπιση του πληθωρισμού από πλευράς εταιριών και κυβερνητικών οργανισμών, αφού ως οικονομικό φαινόμενο επανα-εμφανίστηκε μετά από δεκαετίες στις αναπτυγμένες τουλάχιστον οικονομικά χώρες. Υπάρχει αρκετή ανάλυση στην επεξήγηση του φαινομένου αλλά περιορισμένη τεχνογνωσία στη πρόβλεψη και σωστή αντιμετώπιση του.
Η κατακερματισμένη μικρή τοπική παραγωγή αγροτικών προϊόντων είναι ευάλωτη στις αθρόες εισαγωγές (και αυξομειώσεις των τιμών) στις πρώτες ύλες και στον αναγκαίο εξοπλισμό, στα διεθνή κερδοσκοπικά παιχνίδια, και στις πολιτικές εφοδιασμού των χωρών με γνώμονα καθαρά τα εθνικά τους συμφέροντα (βλέπε για παράδειγμα τις διαφορετικές στρατηγικές ανταπόκρισης ευρωπαϊκών χωρών στα διεθνή κερδοσκοπικά παιχνίδια των παραγόμενων γεωργικών προϊόντων στην Ουκρανία).
Στην Ελλάδα έχομε εξάρτηση από τις εισαγωγές κορυφαίων επωνύμων προϊόντων από διεθνείς εταιρίες όπου οι τιμολογιακές τους πολιτικές είναι διαφορετικές ανά περιοχή και επηρεάζονται από πολλούς παράγοντες όπως το μέγεθος της τοπικής αγοράς, τη διαπραγματευτική δύναμη των τοπικών χονδρεμπόρων, τα κόστη διανομών λόγω της δύσκολης γεωγραφίας, το κόστος χρήματος, τη κατακερματισμένη αγορά διάθεσης των τελικών προϊόντων κλπ.
Το ελληνικό λιανεμπόριο έχει παραδοσιακά υψηλά στοκ ασφαλείας των προϊόντων, που προσφέρει την αναγκαία ομαλότητα στη τροφοδοσία κρίσιμων καταναλωτικών αγαθών (όπως στην αποφυγή ελλείψεων στα ράφια τη περίοδο της πανδημίας) αλλά και επηρεάζει τη χρονική υστέρηση στις αλλαγές τιμών σε περιόδους πληθωρισμού ή αποπληθωρισμού.
Η σοβαρή ένταση των προωθητικών ενεργειών (προμηθευτών και λιανεμπόρων) στην Ελλάδα στα προϊόντα σουπερμάρκετ έχουν ως αποτέλεσμα τις σημαντικές εξοικονομήσεις για τους τελικούς καταναλωτές της τάξης 10-15%, μεταξύ των μεγαλυτέρων στην Ευρώπη, ενώ είναι ένα εργαλείο δυναμικής εμπορικής πολιτικής που είναι προς όφελος των καταναλωτών ενώ αυξάνει την ένταση του ανταγωνισμού.
Η προτίμηση των Ελλήνων στα επώνυμα καταναλωτικά προϊόντα, αφού τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, που συνήθως είναι πιο φθηνά και επηρεάζονται από μικρότερο αριθμό εμπλεκομένων εταιριών στη παραγωγή και εμπορία τους, αντιπροσωπεύουν μόνο το 20-25% του όγκου αγορών όταν στις μεγάλες αγορές της Ευρώπης ξεπερνάει το 50% στις αντίστοιχες κατηγορίες.
Το πρόβλημα δεν είναι γενικό αλλά αφορά συγκεκριμένες κατηγορίες προϊόντων, αφού τη περίοδο του δεύτερου εξαμήνου 2022 είχαμε κατηγορία τροφίμων με αύξηση της τιμής κατά 40% μέχρι κατηγορία που είχαμε μείωση τιμής κατά 12%. Άρα οι έλεγχοι της πολιτείας δεν μπορεί να είναι γενικοί, αλλά θα πρέπει να έχουν τη τεχνογνωσία επικέντρωσης και γνώσης στους παράγοντες επηρεασμού της τελικής τιμής σε τουλάχιστον 30 μεγάλες κατηγορίες καταναλωτικών προϊόντων.
Η τιμολογιακή διαφάνεια μέσω του e-καταναλωτή είναι σίγουρα χρήσιμη για τους καταναλωτές, αλλά αφορά μόνο τις τελικές τιμές των προϊόντων. Για να είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για τους ελεγκτικούς μηχανισμούς θα πρέπει να επεκταθεί ως μηχανισμός και να καλύπτει τουλάχιστον τα τρία βασικά στάδια των αλυσίδων εφοδιασμού όπου επιτυγχάνεται η προστιθέμενη αξία, γίνονται οι βασικές εμπορικές συναλλαγές προμηθειών/πώλησης, αλλά και διαμορφώνεται σταδιακά η τιμή. Οι ψηφιακές τεχνολογίες μπορούν να αξιοποιηθούν επαρκώς για τον έλεγχο και τη πάταξη κερδοσκοπικών παιχνιδιών κατά μήκος των επιμέρους αλυσίδων εφοδιασμού.
Η αύξηση της κατανάλωσης λόγω αύξησης μισθών, καθολικών μέτρων ενίσχυσης λόγω της ενεργειακής κρίσης κλπ, δεν είναι ανασταλτικός παράγοντας των πληθωριστικών τάσεων ενώ δεν βοηθάει στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος έντονου κλαδικού ανταγωνισμού.
Για τις εμπλεκόμενες εταιρίες η διαχείριση της κρίσης του πληθωρισμού μπορεί να εξελιχθεί σε επιχειρηματική ευκαιρία. Οι εταιρίες που καταφέρνουν μέσα από τη πίεση των αυξήσεων στα κόστη τους και στα κόστη των προμηθειών να αποκτήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα επικεντρώνονται κυρίως στην ευελιξία και αποτελεσματικότητα στην αλυσίδα εφοδιασμού, στις εμπορικές και προϊοντικές καινοτομίες με πελατοκεντρική διάσταση, και έμφαση στη παραγωγικότητα και αποτελεσματικότητα.
Ο Γεώργιος Ι. Δουκίδης είναι καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών