Το σχεδόν απειλητικό αυτό συλλογικό έργο, 700 σελίδες, με σκληρό εξώφυλλο, κάπου τέσσερα κιλά βάρος, λειτουργεί σε τουλάχιστον τέσσερα επίπεδα.
Πρώτα-πρώτα έρχεται να κωδικοποιήσει και να αναδείξει το – πελώριο – αρχείο Ωνάση, επιχειρηματικό και οικογενειακό. Αυτός ο ερευνητικός πυρήνας που αναδείχθηκε, διόλου συνηθισμένη δουλειά για τα Ελληνικά μας πράγματα, κρύβει μήνες και χρόνια προσπάθειας, που τα δείχνουν άλλωστε διεξοδικά. Παραρτήματα τα οποία εξηγούν πώς ταξινομήθηκε το Αρχείο Ωνάση, συν πώς παρουσιάζονταν οι εταιρείες και πώς τα πλοία του Αριστοτέλη Ωνάση. (Να θυμηθούμε εδώ ότι ήταν από τους πρώτους διεθνώς που καθιέρωσαν την νομική πρακτική «ένα καράβι – μια εταιρεία», με μια αντίστοιχα ανεξάρτητη χρηματοδοτική πρόσβαση).
Αρθρώνεται σ’ αυτό μια αναδρομή στην οικογενειακή ιστορία των Ωνάσηδων, όπως ξεκίνησε από την πόλη Μουταλάσκη στην Μικρασία για να εξελιχθεί στην Σμύρνη και εν τέλει στην Αθήνα – αλλά και στην μεγάλη διεθνή σκηνή. Παράλληλα, καταγράφεται η ίδια η πορεία του Αριστοτέλη Ωνάση από τα χρόνια του Μεσοπολέμου και σ’ όλη την μεταπολεμική περίοδο. Και τα δυο αυτά τμήματα του βιβλίου είναι από την Τζελίνα Χαρλαύτη, η οποία έχει κάνει μια βαθιά βουτιά στο αρχειακό υλικό και αναδεικνύει – παράλληλα με την μεγάλη ιστορία – και στιγμιότυπα από οικογενειακή και επιχειρηματική αλληλογραφία, ακόμη και ανέκδοτες τοποθετήσεις του ίδιου του Αρ. Ωνάση. Toποθετήσεις οι οποίες δεν στερούνται αντιθέσεων, τη μια προς το αφοπλιστικό κατεστημένο της εποχής, την άλλη προς τις κυβερνήσεις όπως η αμερικανική ή και η ελληνική. Η μεγάλη φάση κόντρας γύρω από τα Λίμπερτυ, ή πάλι γύρω από τις σημαίες ευκαιρίας, ξετυλίγουν περαιτέρω φάσεις της Ωνασιάδας.
Ένα τρίτο τμήμα του έργου αποτελούν οι τέσσερεις ξεχωριστές παρουσιάσεις του ξεκινήματος του Ωνάση (στα τελευταία προπολεμικά χρόνια) στην Αργεντινή, όπου και «συναντά» για πρώτη φορά τη ναυτιλία μετά τις εισαγωγές καπνού. των περιπετειών της φαλαινοθηρίας στις Νότιες Θάλασσες και την Ανταρκτική. της μεγάλης ιστορίας της Ολυμπιακής Αεροπορίας. τη συνάντηση με τις αστοχίες των διαπραγματεύσεων γύρω από τα επιχειρηματικά σχέδια της ΩΜΕΓΑ (με το διαβόητο τρίτο διυλιστήριο). Η κάλυψη των αντίστοιχων θεματικών από την Μαρία Δαμηλάτου, τον Lars Scholl, την Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου και τον Χρήστο Τσάκα κατορθώνει να «δέσει» με την κυρίως αφήγηση της Χαρλαύτη, συνθέτοντας έτσι ένα πολύπλοκο μωσαϊκό, μέσα από το οποίο μπορεί κανείς να «ξαναδιαβάσει» μισό αιώνα παγκόσμιας οικονομικής ιστορίας. Παράλληλα, βέβαια, και με μιαν νωπογραφία της πρωτεϊκής φιγούρας του Ωνάση. Βινιέτες προστίθενται με αντικείμενο την κοσμοπολιτική/διεθνή παρουσία του Αριστοτέλη Ωνάση, ή πάλι την θαλαμηγό «Χριστίνα» και το πώς εντασσόταν στην προσπάθεια οικοδόμησης μιας συνολικής ακτινοβολίας – από τον ίδιο τον Ωνάση να αυτοσκηνοθετείται.
Ένα τέταρτο επίπεδο: Ανέκδοτα από τις επιχειρηματικές πρακτικές του ή/και την πρακτική διαχείρισης των επιχειρήσεων και των στελεχών τους, πυκνώνουν την αφήγηση. Ενώ με την παράξενη επιλογή για εφαρμογή «θεωρίας των παιγνίων» παρουσιάζεται η σχέση συνεργασίας και αντιπαράθεσης Ωνάση με τις ΗΠΑ, η συμμετοχή του στις γεωπολιτικές ισορροπίες, η συνεισφορά του στο άνοιγμα της Σαουδικής Αραβίας στο διεθνές ενεργειακό σύστημα. Ο διεθνής επιχειρηματίας, ως «παίκτης» στο διεθνές σύστημα – πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, αυτό… Είναι ενδιαφέρον να δει κανείς πώς, χωρίς να επιδιώκεται ή και να καταλήγει σε ένα είδος ανάδειξης του Αριστοτέλη Ωνάση σε κάποιο είδος «επιχειρηματία-ήρωα», με τις κινήσεις επιχειρηματικής στρατηγικής του και με την αποδοχή της αντιπαράθεσης σε όλο και ψηλότερο/κεντρικότερο επίπεδο, αυτός ο βαρύς – πολλαπλά – τόμος κατορθώνει να παραμείνει συναρπαστικά ανοιχτός για τον ενδιαφερόμενο για επιχειρηματική ιστορία μέσο αναγνώστη.
Δεν είναι ένα βιβλίο που διαβάζεται εύκολα – σίγουρα όχι στο κρεβάτι ή στις διακοπές! – όμως σίγουρα είναι ένα έργο αναφοράς που φωτίζει μιαν ολόκληρη εποχή. Και, μέσα απ’ εκείνο που σε άλλα επιστημονικά πεδία θα αποκαλούνταν μελέτη χαρακτήρων, επιχειρεί να αποδώσει μια εποχή όπου το έντονο προσωπικό στοιχείο, η ανάληψη κινδύνου και η ανάλυση του περιβάλλοντος (οικονομικού, διεθνώς, πολιτικού) μπορούσε να οδηγήσει μακριά. Πολύ μακριά!
Δείχνει επίσης πώς η δυνατότητα κινητοποίησης πόρων – ανθρώπινων, οργανωτικών, οικονομικών – από ένα Ίδρυμα μπορεί να αφήσει ουσιαστικό αποτύπωμα… Και να βοηθήσει μελλοντικές έρευνες και αναγνώσεις.