«Μπλόκο από Πολωνία και Ουγγαρία στα κοινά συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής», είναι ο τίτλος στα περισσότερα μέσα ενημέρωσης. Δηλαδή είδηση είναι η δεδομένη και προεξοφλημένη, πριν την Σύνοδο, στάση των δύο χωρών.
Παρότι ήταν αναμενόμενο ότι τα συγκεκριμένα κράτη-μέλη θα μπλοκάρουν κάθε συζήτηση για τη Μετανάστευση. Ήδη καταψήφισαν πριν 3 εβδομάδες την «ιστορική», όπως χαρακτηρίστηκε, συμφωνία σε επίπεδο Συμβουλίου Υπουργών. Επομένως η σκηνή είχε στηθεί και οι δύο χώρες την χρησιμοποίησαν όπως ακριβώς μας είχαν προϊδεάσει για να προωθήσουν την ατζέντα τους. Κι όμως. Η στάση τους αποτελεί την είδηση και όχι το γεγονός ότι και πάλι η ΕΕ σε ένα τόσο σημαντικό και κρίσιμο ζήτημα δεν μπορεί να κάνει ένα βήμα για να βελτιώσει ένα σύμφωνο που κρίνεται ανεπαρκές για τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος και που υπαγορεύτηκε, πολιτικά, από το φόβο της ακροδεξιάς. Κι έτσι, η ακροδεξιά ατζέντα βρίσκει χώρο για να επιβληθεί, περίπου χωρίς αντίλογο. Η δήλωση του Πρωθυπουργού του Λουξεμβούργου ότι προτιμά να μην υπάρχουν κοινά συμπεράσματα για τη μετανάστευση στο τελικό κείμενο της Συνόδου από το να υπάρχουν άσχημα συμπεράσματα δείχνει την τεράστια αμηχανία. Επί της ουσίας αποδεικνύει ότι η στρατηγική Πολωνίας και Ουγγαρίας είναι εξαιρετικά αποτελεσματική και φέρνει το επιθυμητό, ίσως και βολικό, αποτέλεσμα: Δεν συζητάμε για την τεράστια πρόκληση της μετανάστευσης. Γι αυτό, θέμα της συζήτησης δεν ήταν ούτε καν το ναυάγιο στην Πύλο ούτε το πώς δεν θα το ξαναζήσουμε ούτε η αναζήτηση διαφορετικών πολιτικών μακριά από τις αδιέξοδες και απόλυτες της «Ευρώπης- φρούριο».
Το νέο πολιτικό αδιέξοδο κοστίζει στην ΕΕ, η οποία βιώνει μια κατάσταση αυτοεκπληρούμενης προφητείας αφού δεν μπορεί να σπάσει τον
φαύλο κύκλο των επιλογών της. Περιμένει δηλαδή, την επόμενη κρίση ώστε να πάρει πρωτοβουλίες οι οποίες την οδηγούν στην μεθεπόμενη, αφού επί της ουσίας δεν αλλάζει τίποτα στο πεδίο όπου γεννιούνται σήμερα οι τραγωδίες.
*Διευθυντής του Ελληνικού Συμβούλιου για τους Πρόσφυγες