H τρέχουσα (πλησιάζει να τελειώσει, πάλι καλά έτσι που εκτυλίχθηκε) προεκλογική εκστρατεία για τις δίδυμες κάλπες Μαΐου/Ιουνίου 2023 στην Ελλάδα, φλέρταρε με τον πλήρη εκτροχιασμό εκείνου που ονομάζεται «δημόσια συζήτηση» λόγω των Oικονομικών. Ίσως σωστότερο να ήταν να πει κανείς «με αφορμή (ίσως και με πρόσχημα…) τα Οικονομικά». Από την παγκόσμιας αποκλειστικότητας πρόταση – στα σοβαρά! – να ανατίθεται η κοστολόγηση των προγραμμάτων των κομμάτων σε δημόσιες αρχές, και μάλιστα σε μια χώρα όπου… ουδείς είχε την αντίληψη ότι π.χ. το Γενικό Λογιστήριο θα μπορούσε σε μια ορισμένη στιγμή του πολιτικού χρόνου να έχει πολιτικές προτιμήσεις ή πάλι όπου χαλαρά αγνοείται ότι η Τράπεζα της Ελλάδας/ μέλος του Ευρωσυστήματος δεν έχει τέτοιες δυνατότητες, θεσμικά, και μέχρι το ζωηρό μαλλιοτράβηγμα γύρω από την φορολογία μερισμάτων ή/και το αφορολόγητο μεταβίβασης περιουσίας από γονείς και παπουδογιαγιάδες στην επόμενη γενιά, με την συμμετοχή σ’ όλα αυτά πολιτικών τενόρων που ελάχιστα αντιλαμβάνονταν τις έννοιες και τις ρυθμίσεις, μια επιδερμική ανάγνωση και προβολή των οικονομικών έπαιξε (;) κεντρικό πολιτικό ρόλο.
Ο οικονομικός /ερευνητικός δημοσιογράφος και τηλεσχολιαστής – του Reuters άρα λογικά ανεπίληπτης συμβατικότητας/mainstreamness – Tom Bergin, με διάφορα βραβεία στο ενεργητικό του αλλά και με προϋπηρεσία διαχειριστή κεφαλαίων και μεσίτη σε ενεργειακές συναλλαγές, έρχεται στο βιβλίο αυτό να ανατινάξει μια σειρά από δημοφιλείς μισές-αλήθειες ή/και αυταπάτες στην διεθνή συζήτηση. Οπότε… μας βοηθάει να βγάλουμε από πάνω μας την αίσθηση ότι η υπεραπλούστευση και η λανθασμένη πρόσληψη των Οικονομικών αποτελεί πτυχή της Ελληνικής μας ιδιαιτερότητας.
[Το γεγονός ότι στην paperback έκδοση το βιβλίο αυτό χαιρετίζει με ενθουσιασμό ο Arthur Laffer (δημιουργός της καμπύλης Λάφφερ, που την ακούσαμε να την επικαλούνται θριαμβικά παρ’ ημίν οι πολέμιοι της φορολόγησης, του οποιουδήποτε σχεδόν φόρου!) αλλά και ο Gabriel Zucman που ξιφούλκησε αποτελεσματικά υπέρ της φορολόγησης των πολυεθνικών (και, στην τελευταία στροφή των πραγμάτων, των υπερκερδών λόγω του ενεργειακού/πληθωριστικού σοκ) αξίζει να καταγραφεί. Γιατί δείχνει ότι, σε αντίθεση με τους δικούς μας πολιτικούς και τους (κατά Μητσοτάκεια έκφραση) illuminati, «εκεί έξω» τείνουν να διαβάζουν τα βιβλία. Προτού τοποθετηθούν].
Πάμε λοιπόν: Πόσο ο φόρος σκοτώνει την οικονομική δραστηριότητα; Πόσο οι φορολογικές απαλλαγές/τα φορολογικά κίνητρα δημιουργούν ανάπτυξη; - ο πυρήνας των trickle-down economics τίθεται από τον Bergin στο μικροσκόπιο, σε μια εποχή που η λέξη και μόνον «φόρος» τείνει να καταστεί απαγορευμένη. Είναι αλήθεια ότι η ύπαρξη ουσιαστικού ρυθμιστικού πλαισίου, που συναρτά την οικονομική λειτουργία με κοινωνικές προτεραιότητες, δημιουργεί ανάσχεση εκείνου που ορίζουμε/δεχόμαστε ως οικονομικό δυναμισμό; Πόσο η διατήρηση κατώτατου μισθού, ακόμη περισσότερο η ενίσχυσή του, καθώς και η δημιουργία γενικότερα ενός προστατευτικού πλέγματος στην απασχόληση, εμποδίζει την δημιουργία θέσεων εργασίας; Πόσο νομιμοποιημένη ή/και εύστοχη είναι η φορολόγηση της κατανάλωσης, π.χ. τροφών που περιέχουν ζάχαρη για λόγους υγιεινής ζωής; Πόσο η φορολογική επιβάρυνση των καυσίμων για περιορισμό της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης; Για κάθε επιλογή, κι ένα οικονομικό μοντέλο διαθέσιμο! Ο Bergin έχει συγκεντρώσει – και ακόμη περισσότερο έχει αναδείξει με εύληπτο τρόπο – πώς εμπειρικά στοιχεία και έρευνες διαψεύδουν, ή πάντως σχετικοποιούν, σχήματα και θεωρητικές προσεγγίσεις που έχουν καταλήξει να λειτουργούν ως θέσφατα. Και έφθασαν να οδηγούν την οικονομική πολιτική δεκαετιών: «Οι πολιτικοί παρασύρονται από τους οικονομικούς μύθους» κατά τον Bergin.
Γι αυτόν,, τα Οικονομικά – ή πάντως μια στρατολόγηση οικονομικών θεωριών – έχουν λειτουργήσει αρνητικά, αν μη καταστροφικά στην άσκηση οικονομικής πολιτικής. Η δε εκδοχή Οικονομικών που τράβηξε την προσοχή και την αρνητική κρητική του Bergin είναι, βασικά, η φιλελεύθερη/νεοφιλελεύθερη. Επιστρατεύοντας την ρήση του Κέϋνς ότι «οι ιδέες των οικονομολόγων και των πολιτικών φιλοσόφων, είτε αυτοί έχουν δίκιο είτε έχουν άδικο, διαθέτουν μεγαλύτερη ισχύ απ’ όση συνήθως πιστεύεται. Οι άνθρωποι της πράξης, που θεωρούν ότι δεν επηρεάζονται από διανοητικές κατασκευές, συνήθως ακολουθούν δουλικά κάποιον νεκρό οικονομολόγο» ή πάλι την προσέγγιση του υπουργού Οικονομικών του Λουδοβίκου 14ου Colbert «η τέχνη της φορολόγησης έγκειται στο να ξεπουπουλιάζεις την χήνα με το λιγότερο δυνατό σκούξιμο», ο Bergin εκλαϊκεύει και προσφέρει διαψεύσεις κατεστημένων θεωριών. Νομπελίστας – και σταυροφόρος του φιλελευθερισμού – ο Μίλτον Φρίντμαν στον οποίο οφείλεται η ατάκα «There’s no such thing as a free lunch»/ θύμισε ότι ακόμη κι ένα δωρεάν γεύμα, κάπου/κάπως έχει πληρωθεί: Όμως η πολιτική λειτουργία των οικονομικών θεωριών – ακόμη περισσότερο: Της υπεραπλουστευμένης αξιοποίησης τους στην πολιτική διαπάλη – κατέληξε να αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της εποχής. Βέβαια…
…Βέβαια, η ίδια η πολυπλοκότητα των κοινωνικών φαινομένων ήρθε και «άδειασε» την αυτοπεποίθηση όσων θεώρησαν ότι η εργαλειοποίηση οικονομικών θεωριών και οικονομικά εύηχων σλόγκαν/επικλήσεων του αυτονόητου θα αποτελούσε πανάκεια. Η κοινωνική πραγματικότητα έφερε τα πράγματα σε ένα όριο. Το σημερινό! Όπου είδαμε, στην Ελλάδα της εποχής Μητσοτάκη για παράδειγμα, την πιο οριζόντια και αμέριμνη επιδοματική πολιτική να ξεδιπλώνεται (φυσικά λόγω της πανδημίας, φυσικά λόγω της ενεργειακής κρίσης, φυσικά λόγω συνολικής δημοσιονομικής χαλάρωσης στην ΕΕ) χωρίς πολλά-πολλά κριτήρια και χωρίς πολύν προβληματισμό για την εν τω μεταξύ επίταση των ανισοτήτων, την ίδια στιγμή που ο κυρίαρχα εκφερόμενος πολιτικός λόγος ήταν ανεπίληπτα φιλελεύθερος. (Όθεν και η πολιτικά αποτελεσματική δαιμονοποίηση της αναφοράς, έστω, της λέξης «φόρος»!). Υπ’ αυτήν την έννοια, η πολεμική του Tom Bergin έχει μεν το ενδιαφέρον της – όμως μάλλον πολεμά τον προηγούμενο πόλεμο: Η επιστράτευση οικονομικών σχημάτων από τον πολιτικό λόγο δεν – ΔΕΝ – αποτρέπει στα χρόνια μας την άσκηση ως πολιτική του αντιθέτου από το εκφωνούμενο. Με πολιτική επιτυχία, δε.