Το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών της 21ης Μαΐου (11,45%) κράτησε το ΠΑΣΟΚ στην τρίτη μεν θέση, αλλά με αυξημένα ποσοστά κατά 3,35 μονάδες. Ενώ η άνοδός του δεν είναι αριθμητικά σημαντική, έχει αποκτήσει σημασία μεγαλύτερη από την αριθμητική της, λόγω της εκλογικής κατάρρευσης του ΣΥΡΙΖΑ, που κατέγραψε απώλειες 11,46 μονάδων. Με ένα σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων να έχει αποευθυγραμμιστεί από τις προηγούμενες κομματικές επιλογές του, το κομματικό σύστημα αυτή τη στιγμή είναι πολυκομματικό με ένα κυρίαρχο κόμμα, τη ΝΔ, και είναι σε φάση μετάβασης. Το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται περίπου στα ποσοστά του Ιουνίου του 2012 (12,28%) και το ερώτημα που τίθεται αναπόδραστα είναι εάν αυτό σημαίνει ότι ο εκλογικός σεισμός του 2023 θα μπορέσει να φέρει το ΠΑΣΟΚ σε επίπεδα μεγαλύτερα του διπλού εκλογικού σεισμού του 2012. Η απάντηση είναι πολυπαραγοντική και σύνθετη. Δεν δίνεται σε λίγες γραμμές. Μπορούμε όμως να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε τις μεγαλύτερες δυσκολίες και τη στρατηγική στόχευση ενόψει των επόμενων εκλογών.
Μια από τις μεγαλύτερες δυσκολίες φαίνεται αν παρατηρήσει κανείς την εκλογική γεωγραφία. Το ΠΑΣΟΚ έλαβε εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά στα αστικά κέντρα, με αποκορύφωμα την Α’ Πειραιώς (5,93%) και την Α’ Αθηνών (6,70%), όπου είναι τέταρτο κόμμα, πίσω από το ΚΚΕ, ενώ στους Έλληνες του εξωτερικού έλαβε επίσης 6,72%. Αντίθετα, στην επαρχία έλαβε τα υψηλότερα ποσοστά του στη Ροδόπη (22,64%), στο Ηράκλειο (21,81%), στο Λασίθι και στο Ρέθυμνο (21,47%). Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να δώσει άλλο βάρος στις περιοχές όπου δεν έχει απήχηση και άλλο στις περιοχές όπου υπερβαίνει το πανελλαδικό ποσοστό του. Το ζήτημα της κατανόησης αυτών των χαμηλών ποσοστών, της κατανομής των οργανωτικών πόρων και της ορατότητας ενόψει των επόμενων εκλογών, είναι εδώ κομβικό.
Σε στρατηγικό επίπεδο, το ΠΑΣΟΚ έχει σωστά θέσει ως στόχο τη δεύτερη θέση: Να γίνει αξιωματική αντιπολίτευση. Αυτό δε μπορεί να γίνει με όρους εμφυλιοπολεμικού καυγά, ούτε με αισθητική ρεβανσισμού προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Το ΠΑΣΟΚ πρέπει να κάνει προγραμματική καμπάνια, αλλά και να πλασαριστεί σαν προγραμματική αντιπολίτευση. Γεγονός που, πέρα από τα συνθήματα, είναι πρωτίστως μια μάχη ιδεών και πολιτικών. Δεδομένης της υπεροχής του κυβερνώντος κόμματος στα ζητήματα της διαχειριστικής ικανότητας ειδικά γύρω από την οικονομία, η προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στις προτάσεις για μεταρρυθμίσεις, για τις οικονομικές αλλά και τις κοινωνικές και πολιτισμικές ανισότητες. Για τη δημόσια υγεία και τη δημόσια παιδεία, για το στεγαστικό πρόβλημα, για την περιβαλλοντική κρίση, για τη δημοκρατία και τα δικαιώματα.
Εκεί πρέπει να αντιπαρατεθεί με τον ΣΥΡΙΖΑ. Να δείξει ότι αξίζει να είναι το αντιδεξιό κόμμα, όχι επειδή μάχεται τη δεξιά στη βάση κάποιας προσωπικής αντιπάθειας έναντι του Μητσοτάκη, ούτε επειδή είναι απλά ο φυσικός συνεχιστής του Ανδρέα Παπανδρέου. Αλλά επειδή προγραμματικά μπορεί να εκπροσωπήσει με σοβαρότητα και γνώση τις προοδευτικές πολιτικές που έχει ανάγκη ο τόπος. Να μιλήσει με όρους μέλλοντος για το νέο κοινωνικό συμβόλαιο στην εποχή της 4ης βιομηχανικής επανάστασης και με όραμα αλλά και με απτές πολιτικές.
Το ΠΑΣΟΚ έχει κερδίσει τη μάχη της επιβίωσης με όρους μετριοπάθειας, αντί-λαϊκισμού στο κοινοβούλιο και στην κοινή γνώμη σε χρόνια πολύ δύσκολα. Τώρα πρέπει να κερδίσει στην πολιτική πρόταση μέλλοντος, χωρίς παρελθοντολαγνεία. Να δείξει ότι είναι και αξίζει να είναι ο θεματοφύλακας της προοδευτικής πολιτικής στην χώρα.
Η Λαμπρινή Ρόρη είναι Επίκουρη Καθηγήτρια Πολιτικής Ανάλυσης, στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών