Η προεκλογική περίοδος είναι ανιαρή. Δεν υπάρχει κάποιο σημαντικό διακύβευμα, μια μεγάλη αφήγηση, κάτι που να διεγείρει το συλλογικό φαντασιακό και να δημιουργεί ρεύμα, έμπνευση, δυναμική ανατροπής και ρήξης με το παρελθόν.
Δεν υπάρχουν ούτε τα λιγότερα από αυτά: Στοιχειωδώς ενδιαφέρουσες αντιπαραθέσεις, νέα πρόσωπα που να εξάπτουν την περιέργεια, πόσο μάλλον να προκαλούν θαυμασμό, σκέψεις και λόγια που να μην πεθαίνουν όταν κλείσει η τηλεόραση ή το ραδιόφωνο.
Η οξύτητα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με τους κομματικούς στρατούς των τρολς να υποστηρίζονται από φανατισμένους εθελοντές που βρίσκουν τρόπο να εκτονώσουν απωθημένα και άγρια ένστικτα, συναρθρώνεται με τις συγκρούσεις των πολιτικών αρχηγών που δείχνουν να μην συμφωνούν σε τίποτα ενώ ανά τρεις συμφωνούν σε πολλά.
Αναχρονιστικά στερεότυπα μπερδεύονται με ψηφιακούς εξυπνακισμούς σε έναν καθόλου ελκυστικό πολτό που μπορούν να τον χωνέψουν τα στομάχια μόνο των παλιών και συνηθισμένων σε τέτοιες λιπαρές γεύσεις.
Τι τους συμβαίνει;
Οπωσδήποτε είναι εθισμένοι στην ελάχιστη προσπάθεια, στην ευκολία και στη φτήνια.
Είναι απλό να υπόσχεσαι αυξήσεις μισθών οριζόντια, χωρίς κριτήρια, και απαιτητικό να συγκροτείς σχέδιο για την κατεδάφιση του πελατειακού κράτους.
Είναι βατός ο δρόμος των συνθημάτων και των παροχών και δύσβατος ο άλλος, των μεταρρυθμίσεων και των διαρθρωτικών αλλαγών με μακροπρόθεσμο ορίζοντα απόδοσης.
Είναι πιο σίγουρο να μιλάς για τον Ανδρέα παρά για τις προκλήσεις που δημιουργεί η κλιματική αλλαγή, η τεχνητή νοημοσύνη, το δημογραφικό, το μεταναστευτικό, οι γεωπολιτικές/γεωοικονομικές ανακατατάξεις -ειδικά αν τα βασικά σου διαβάσματα είναι από τις αποδελτιώσεις έντυπων και ηλεκτρονικών δημοσιευμάτων που αφορούν το κόμμα και τις δημοσκοπήσεις.
Ο ένας δείχνει τον άλλο ως χειρότερο και όλοι μαζί δουλεύουν για την αύξηση της αποχής και της αρνητικής ψήφου.
Έτσι κι αλλιώς, το εκλογικό αποτέλεσμα βγαίνει από αυτούς που ψηφίζουν, όσοι και αν είναι. Στις τελευταίες εκλογές ήταν περίπου οι μισοί. Ψήφισαν κάπου 5,7 εκ και έβγαλαν αυτοδύναμη κυβέρνηση ΝΔ (με σχεδόν 40%) κάπου 2,2 εκ ψηφοφόροι. Με άλλα λόγια, μόνο ένας στους πέντε ήθελε αυτή την κυβέρνηση, που όμως ήταν κοινοβουλευτικά πανίσχυρη. Στις ηλικίες 17-24 το ποσοστό της ήταν δέκα μονάδες πιο κάτω (30%) αλλά η «διόρθωση» έγινε χάρη στους συνταξιούχους που είναι και οι πιο συνεπείς στο ραντεβού με την κάλπη.
Τι σημασία έχουν αυτά;
Πρακτικά καμία. Δεν είναι, άλλωστε, ελληνική ιδιαιτερότητα. Η δυτική δημοκρατία βρίσκεται σε κρίση αντιπροσωπευτικότητας εδώ και χρόνια και η πορεία παρακμής φαίνεται μη αναστρέψιμη στο ορατό μέλλον.
Όσο υποχωρεί η εμπιστοσύνη στους θεσμούς, τόσο διογκώνεται ο αντισυστημισμός, η ριζοσπαστικοποίηση, η τυφλή διαμαρτυρία και τόσο πιο γόνιμο έδαφος βρίσκουν δεξιοί και αριστεροί λαϊκισμοί, που δεν διαφέρουν και πολύ μεταξύ τους.
Αλλά γιατί έχει πέσει τόσο χαμηλά το επίπεδο του δημόσιου διαλόγου και της πολιτικής ζωής;
Ένας λόγος σίγουρα είναι ότι το πολιτικό σύστημα δίνει μάχη για τη μακροβιότητα και την αναπαραγωγή του, όχι για την εξέλιξη και τη βελτίωση του. Έτσι, αποκλείει τους ξένους και διαφορετικούς, δηλαδή όσους δεν έχουν κοινό ηθικό/πολιτισμικό/διανοητικό κώδικα και επιβραβεύει τους βγαλμένος από τον κομματικό σωλήνα που ξέρουν τα κόλπα αλλά όχι απαραίτητα την αλφαβήτα της νέας εποχής.
Αντί να μιλούν για την αλλαγή των προγραμμάτων σπουδών, γιατί σε μερικά χρόνια, πχ, δεν θα έχουμε μηχανικούς για τα ηλεκτρικά μας αυτοκίνητα, οι μεν μιλούν για τη δεξιά φαντασίωση της πανεπιστημιακής αστυνομίας, οι δε για την δήθεν αριστερή κατάργηση της βάσης εισαγωγής στα ΑΕΙ από τον Ιούνιο προκειμένου να εκμαυλίσουν τους 17άρηδες.
Μπορεί η θερμοκρασία να ανεβαίνει διαρκώς και να βρισκόμαστε μπροστά σε κίνδυνο ξηρασίας και ραγδαίας επιβάρυνσης του δημόσιου συστήματος υγείας, αλλά στα νησιά που αντιμετωπίζουν πρόβλημα λειψυδρίας εξακολουθούν να φτιάχνονται πισίνες και η πράσινη διάσταση του προεκλογικού debate είναι απλά προσχηματική.
Μπορεί η πλήξη να φέρει την έκπληξη; Έχει συμβεί στο παρελθόν ένα κύμα βουβό να σκάει στην ακτή με δύναμη, αλλά στην περίπτωση μας το πιθανότερο είναι η πλήξη να φέρει ακόμη περισσότερη πλήξη.