Η παρουσία του Πατριάρχη Βαρθολομαίου, έπειτα από 10 χρόνια, στη γενέτειρά του την Ίμβρο για το Πάσχα το 2023 και η επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας, Νίκου Δένδια, έδειξαν να επισφραγίζουν με τον πλέον επίσημο τρόπο την ανάσταση του Ελληνισμού στο νησί μισό αιώνα μετά τους διωγμούς του ‘64. Στο τουρκικό νησί των 9.000 κατοίκων, η παρουσία 500 Ελλήνων μόνιμων κατοίκων πλέον έχει χαρακτηριστεί πολλές φορές ως «θαύμα». Ωστόσο, έπειτα από 8 χρόνια από τότε που οι πρώτες οικογένειες άρχισαν να επιστρέφουν στα πατρογονικά εδάφη, το «θαύμα» κινδυνεύει.
Πολίτες χωρίς υπηκοότητα
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν αυτή τη στιγμή οι Έλληνες Ίμβριοι, είναι το καθεστώς υπό το οποίο ζουν και εργάζονται στο νησί. Πολλά από τα μέλη των οικογενειών, που επέστρεψαν στο νησί, έχουν απωλέσει πια την τουρκική υπηκοότητα, με αποτέλεσμα να υποχρεούνται να ζουν στο νησί με άδεια παραμονής ή, αν θέλουν να επανακτήσουν την τουρκική υπηκοότητα, ειδικά οι άντρες, θα πρέπει να εκπληρώσουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις. Απαλλάσσονται μόνο οι άνω των 40 ετών άνδρες, που έχουν ήδη υπηρετήσει στο στρατό άλλων χωρών του ΝΑΤΟ.
Επομένως, οι Ίμβριοι χωρίς υπηκοότητα πρέπει να εξασφαλίσουν έκδοση άδειας παραμονής, την παροχή της οποίας δεν έχουν αρνηθεί μέχρι σήμερα οι Τούρκοι σε ιμβριακής καταγωγής πολίτες, αλλά η έλλειψη υπηκοότητας δυσχεραίνει το θέμα της εργασίας ή του ανοίγματος ιδιωτικής επιχείρησης. Οι λόγοι για τους οποίους αυτή η κατηγορία Ιμβρίων δεν επιχειρεί να επανακτήσει την τουρκική υπηκοότητα είναι, είτε γιατί αδυνατεί να καταβάλλει το χρηματικό ποσό που ζητείται για την εξαγορά της στρατιωτικής θητείας στην Τουρκία, είτε γιατί δεν είναι σε θέση να διεκπεραιώσει όλες αυτές τις γραφειοκρατικές διαδικασίες που απαιτούνται.
Απώλειες περιουσιών
Το επίσης μεγάλο πρόβλημα, που αντιμετωπίζουν οι επαναπατρισθέντες Έλληνες Ίμβριοι, αφορά στο δικαίωμα περιουσίας. Οι μη Τούρκοι υπήκοοι έχουν το δικαίωμα κληρονομιάς, αλλά μέσα σε ένα χρόνο ο τουρκικός νόμος ορίζει ότι θα πρέπει να πωλήσουν/μεταβιβάσουν την περιουσία τους σε Τούρκους υπηκόους, αλλιώς αυτή θα πρέπει να περιέλθει στο τουρκικό κράτος. Πολλές περιουσίες Ελλήνων χάνονται πλέον στο νησί με αυτό τον τρόπο, καθώς είτε ο χρόνος μεταβίβασης είναι βραχύς είτε πολλές περιουσίες αγοράζονται από συγγενείς ή Τούρκους υπηκόους κοψοχρονιά για να μην περιέλθουν στο κράτος. Το ζήτημα έχει τεθεί υπόψη του τουρκικού κράτους, χωρίς ακόμη να έχει επιληφθεί του θέματος.
Η ασθμαίνουσα ελληνική εκπαίδευση
Το μεγαλύτερο -ίσως- ζήτημα που αντιμετωπίζει ωστόσο ο ελληνισμός της Ίμβρου είναι στην εκπαίδευση. Από το 2013 λειτουργούν στο νησί όλες οι βαθμίδες εκπαίδευσης, από το νηπιαγωγείο μέχρι και το Λύκειο, χάρη σε μία γενναία πολιτική απόφαση που έλαβε η κυβέρνηση Ερντογάν, να ξανανοίξουν τα σχολεία στην Ίμβρο, αρκεί να υπάρχουν μαθητές.
Με πρωτοβουλία του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου και τη συνδρομή της ελληνικής πολιτείας εκατοντάδες οικογένειες από την Ελλάδα (Ιμβριακής καταγωγής) πείστηκαν να εγκατασταθούν μαζί με τα παιδιά τους στην Ίμβρο με την προϋπόθεση ότι θα μπορούν να φοιτούν στα νεοσύστατα ομογενειακά σχολεία στο νησί και να δίνουν με ευνοϊκότερους όρους πανελλαδικές εξετάσεις (μόνο 1 μάθημα – έκθεση) για εισαγωγή στα πανεπιστήμια της Ελλάδας.
Η Ελλάδα δεν αναγνωρίζει τα απολυτήρια
Ωστόσο, η μη αναγνώριση των απολυτηρίων των ομογενειακών λυκείων από την Ελλάδα είναι ένας αποτρεπτικός παράγοντας για τα ελληνικής υπηκοότητας παιδιά (μόνο), όχι μόνο στην Ίμβρο, αλλά και στην Κωνσταντινούπολη.
Πρόκειται για ένα ζήτημα δεκαετιών, το οποίο, παρά τις υποσχέσεις των Ελλήνων υπουργών Παιδείας που επισκέπτονται κάθε χρόνο τα ομογενειακά σχολεία στην Τουρκία, δεν συγκεντρώνει ακόμη την απαραίτητη πολιτική βούληση να επιλυθεί. Επειδή σκοντάφτει στο θέμα της αμοιβαιότητας, την τροχοπέδη που εδώ και έναν αιώνα κρατά αιχμάλωτες τις μειονότητες σε Ελλάδα και Τουρκία.
Σύμφωνα με καλά γνωρίζοντες συνομιλητές μας, το ελληνικό υπουργείο Παιδείας εδώ και χρόνια προσπαθεί να εξασφαλίσει μία συμφωνία με το τουρκικό κράτος, ώστε να υπάρξει αντίστοιχη αναγνώριση και των απολυτηρίων των μειονοτικών σχολείων της δυτικής Θράκης από την Τουρκία.
Η χρηματοδότηση των σχολείων
Ο εξοπλισμός, η γραφική ύλη, οι μισθοί των Ελλήνων δασκάλων/καθηγητών, η λειτουργία και συντήρηση των σχολείων είναι η άλλη μεγάλη ανοιχτή πληγή που εμποδίζει την ελληνική μειονότητα στην Ίμβρο να εξελιχθεί.
Οι Έλληνες μαθητές της Ίμβρου έχουν φτάσει από 3 το 2013, όταν άνοιξε πρώτο το δημοτικό σχολείο, στους 55 το 2023 σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Ωστόσο, τα σχολεία παρουσιάζουν σοβαρές ελλείψεις πρωτίστως σε διδακτικό προσωπικό, καθώς πολλοί εκπαιδευτικοί δεν επιθυμούν να υπηρετήσουν σε ένα νησί τόσο μακριά και με δύσκολη ακτοπλοϊκή σύνδεση, ενώ παράλληλα καθίσταται πλέον ιδιαίτερα δύσκολη και η εξεύρεση οικονομικών πόρων για τη λειτουργία τους.
Το τουρκικό κράτος, εκτός από τους δασκάλους/καθηγητές που πληρώνει, δεν παρέχει καμία άλλη οικονομική στήριξη στα ελληνικά σχολεία, σε αντίθεση με την Ελλάδα, που χρηματοδοτεί πλήρως τα μειονοτικά σχολεία στη Θράκη.
Ουσιαστικά, τα σχολεία της Ίμβρου τα συντηρεί ο Εκπαιδευτικός και Πολιτιστικός Σύνδεσμος Ίμβρου. Αυτός είναι ο αρμόδιος φορέας, που πληρώνει τους καθηγητές και όλα τα έξοδα συντήρησης, όπως τα σχολικά λεωφορεία, τις βενζίνες, το κάρβουνο, τη γραφική ύλη κλπ. Τα τελευταία χρόνια όμως το διοικητικό συμβούλιο δυσκολεύεται σε απίστευτο βαθμό να εξασφαλίσει μόνιμη χρηματοδότηση, παρά τις εκκλήσεις προς κάθε ιδιωτικό και δημόσιο φορέα στην Ελλάδα.
Το τελευταίο διάστημα γίνονται συζητήσεις, ώστε οι ελληνικές κοινότητες στην Κωνσταντινούπολη να συγκεντρώνουν και να στέλνουν ένα σταθερό κονδύλι προς τα ομογενειακά σχολεία της Ίμβρου, ωστόσο προβάλλονται ισχυρές αντιρρήσεις από πολλούς μειονοτικούς της Πόλης.
Πολλά λόγια, λίγα έργα…
Για όλους τους παραπάνω λόγους, συν της δύσκολης ακτοπλοϊκής και αεροπορικής σύζευξης με την ηπειρωτική χώρα αλλά και με τα κοντινά νησιά της Ελλάδας, έχει πλέον μειωθεί το ενδιαφέρον για επανεγκατάσταση νέων οικογενειών από την Ελλάδα στην Ίμβρο.
Αν και η Ίμβρος διαθέτει αεροδρόμιο και κτίριο τελωνείου, το νησί δεν συνδέεται αεροπορικά με την ηπειρωτική Τουρκία, λόγω έλλειψης επιδότησης της γραμμής.
Πέρα όμως από την αεροπορική σύνδεση, οι κάτοικοι του νησιού, Έλληνες και Τούρκοι, ζητούν έστω ακτοπλοϊκή σύνδεση με τα νησιά της Ελλάδας, αίτημα που επίσης δεν τυγχάνει αποδοχής ένθεν κακείθεν.
Η πρόσφατη επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδας, Νίκου Δένδια, όπως και όλων των πολιτικών προσώπων και παλαιότερα του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, αφήνουν σχεδόν αδιάφορους τους κατοίκους της Ίμβρου. «Όλοι έρχονται -λένε κάτοικοι- αλλά οι ατζέντες τους είναι διαφορετικές. Άμα σου αραδιάσουμε πόσοι έχουν έρθει μέχρι τώρα και τι έχει γίνει μέχρι τώρα... Τίποτα!».
Οι Έλληνες της Ίμβρου μπορεί να προσβλέπουν στη στήριξη του ελληνικού κράτους, περισσότερο από ό,τι του τουρκικού, αλλά αυτό που αποζητούν κυρίως είναι η ακόμη μεγαλύτερη υποστήριξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Κοινή επωδός όλων των Ελλήνων κατοίκων της Ίμβρου αποτελεί ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος ήταν εκείνος που συντέλεσε ουσιαστικά στην αναγέννηση της ελληνικής κοινότητας της Ίμβρου. Ωστόσο, οι ίδιοι θεωρούν επιτακτική ανάγκη τη μεγαλύτερη οικονομική συμβολή ειδικά του κλήρου και της Εκκλησίας για τη συνέχιση του «θαύματος».