ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΑΡΘΡΑ
ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΤΣΙΜΑ

Το δίδαγμα του δράματος     

Ήταν ένα δράμα, αιματηρό δράμα, σε τέσσερις πράξεις.

Πράξη πρώτη. Μια οργάνωση περιθωριακών τραμπούκων σχηματίζεται στις αρχές της δεκαετίας του 80. Μαζεύει, γύρω από τα εικονίσματα του Φύρερ, νεοναζί, σκίνχεντς και νοσταλγούς του Παπαδόπουλου. Δεν περιορίζεται σε ένα κατηχητικό εθνικοσοσιαλιστικής νοσταλγίας. Οργανώνει βίαια χάπενινγκς, επιχειρεί καταδρομές, με στόχο συνήθως νέους, ενταγμένους σε αριστερές οργανώσεις, οι επιθέσεις γίνονται όλο και πιο βίαιες, κάποτε ανοιχτά δολοφονικές, όπως στην περίπτωση της επίθεσης στα δικαστήρια της Ευελπίδων, το 1998. Η μαύρη μπλούζα του φασισμού είναι εμφανής, ακόμη κι όταν αρχίζει να καλύπτεται από μια γαλανόλευκη μεταμφίεση. Αλλά η δράση της περνά κάτω από τα ραντάρ. Και οι απόπειρες εκλογικής καταγραφής της καταλήγουν σε φτωχά αποτελέσματα. Μόλις 4000 ψήφοι (ποσοστό 0,07%) στην πρώτη της εκλογική δοκιμασία, το 1996. Το ποσοστό βελτιώνεται ελάχιστα, σε 0,29%, το 2009.

Και ξαφνικά, η συμμορία μεταμφιέζεται σε κόμμα. Εισβάλει στην Βουλή, ως τρίτη κοινοβουλευτική δύναμη. Οι 19.000 ψήφοι των εκλογών του 2009, γίνονται 440.000 ψήφοι στις εκλογές του 2012. Οι τραμπούκοι μπορούν πια να εκμεταλλεύονται την «νομιμοποίησή» τους για να πολλαπλασιάσουν την βίαιη δράση τους και να την εκθέσουν στην φωτισμένη τηλεοπτική βιτρίνα.

Πράξη δεύτερη. Την επομένη των δημοτικών εκλογών του 2010, όπου η Χρυσή Αυγή εξέλεξε δημοτικό συμβούλο στην Αθήνα (με 10.000 ψήφους), τα περιστατικά ρατσιστικών επιθέσεων γύρω από τον Άγιο Παντελεήμονα και την πλατεία Αττικής πολλαπλασιάζονται. Από την επομένη των εκλογών του 2012, μάλιστα, με την είσοδό της στην Βουλή,  ξεκινά ένα οργανωμένο, καθημερινό πογκρόμ. Δεν περνά μέρα δίχως να χυθεί αίμα. Η εκλογική επιτυχία γιορτάστηκε με το λιντσάρισμα ενός μετανάστη στο μετρό, το ίδιο το βράδυ των εκλογών. Και ακολούθησε μια πραγματική καταιγίδα βίας, απέναντι στην οποία η δημόσια δύναμη έστεκε  αδρανής, ανεκτική, αν όχι και αρωγός. Τα θύματα που τολμούσαν να καταγγείλουν όσα υπέστησαν συχνά προπηλακίζονταν. Και οι θύτες λούζονταν στο φως της τηλεοπτικής «λάιφστάιλ» σαχλαμάρας. Η βία απλώθηκε μέχρι τις αυλές των σχολείων.

Πράξη τρίτη. Τον Σεπτέμβριο του 2013, η δολοφονία του Παύλου Φύσσα γίνεται η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι. Αυτό που ακολουθεί είναι ένα, για τα ελληνικά δεδομένα, θαύμα. Ξαφνικά οι διάσπαρτες δικογραφίες που αραχνιάζουν, οι μαρτυρίες που θάβονται, τα τεκμήρια που αγνοούνται έρχονται στο φως και συνενώνονται σε μια ενιαία δικογραφία. Μέσα σε ενάμισι μόλις χρόνο από την δολοφονία η δικαιοσύνη έχει ολοκληρώσει το δυσκολότερο μέρος του έργου της. Τον Απρίλιο του 2015 οι μαχαιροβγάλτες της Χρυσής Αυγής κάθονται στο εδώλιο, για να δικαστούν ως αυτό που πάντα ήταν- μια εγκληματική οργάνωση. Αλλά το θαύμα δεν διαρκεί. Αν χρειάστηκαν 18 μήνες για να ολοκληρωθεί η προδικασία, χρειάστηκαν 74 μήνες για να ολοκληρωθεί μια δίκη, που σερνόταν από διακοπή σε διακοπή και από αίθουσα σε αίθουσα. Οι επευφημίες του πλήθους που περίμενε την απόφαση, τον Οκτώβριο του 2020, δεν σκέπασαν την ντροπή για την απαράδεκτη καθυστέρησή της.

Πράξη τέταρτη. Από την επομένη της έκδοσης της καταδικαστικής απόφασης, τίθεται το ερώτημα πώς θα εμποδιστεί μια αναβίωση της περιπέτειας. Πώς θα μπεί φραγμός σε μια επανεμφάνιση των ταγμάτων εφόδου της Χρυσής Αυγής (που στις εκλογές του 2019 είχε μείνει, αν και υπόδικη, εκτός Βουλής για περίπου 4000 ψήφους όλες κι όλες) με το ίδιο ή άλλο προσωπείο. Για λόγους ιστορικής δικαιοσύνης ας αναγνωρίσουμε στην Φώφη Γεννηματά πως ήταν εκείνη που πήρε την πρωτοβουλία να κινήσει το θέμα. Αλλά οι συνεννοήσεις μεταξύ των κομμάτων απέτυχαν, οι αποφάσεις αναβλήθηκαν και η κυβέρνηση βρέθηκε να τρέχει αγχωμένη, την τελευταία στιγμή, να μπαλώσει, όπως-όπως,  νομοθετικές τρύπες και το πολιτικό σύστημα βρέθηκε να ξεκατινιάζεται, στην τελευταία συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής περιόδου, για τα μάτια του Κασιδιάρη, και να εξευτελίζεται με αλληλοκατηγορίες για το ποιος τον αντιμάχεται και ποιος του κάνει πλάτες. Η ντροπή στο τετράγωνο.

Και τώρα; Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Οι εγκληματίες δεν θα ξαναπαίξουν ποτέ τον ίδιο ρόλο. Μα αυτό δεν σημαίνει ότι, αν επιτραπεί η συμμετοχή τους στις εκλογές και στην κάλπη βρουν εκείνες τις λίγες χιλιάδες ψήφους που τους έλειψαν το 2019, μια κοινοβουλευτική τους επιστροφή θα ήταν ασήμαντη ή ακίνδυνη. Οι προηγούμενες πράξεις του δράματος μας έχουν διδάξει πως  αυτό που επέτρεψε την πολιτική εκτίναξη των τραμπούκων και την έκρηξη της βίαιης δράσης τους, ήταν η «ορατότητα» και η «νομιμοποίηση» που τους έδωσαν πρώτα η εκλογή δημοτικού συμβούλου στην Αθήνα κι έπειτα η κοινοβουλευτική παρουσία. Ήταν προπάντων η ανοχή που άρχισε να τυλίγει την δράση τους, από την ώρα που αυτή μεταφέρεται σε συγκεκριμένες γειτονιές της Αθήνας και βάζει ως στόχο τους μετανάστες. Ήταν η ανοχή και κάποτε η αρωγή της αστυνομίας, η αδιαφορία μιας δικαιοσύνης που έκανε πως δεν βλέπει και δεν ακούει, τα κολακευτικά φώτα κάποιων τηλεοπτικών πλατό, η υποδοχή και αποδοχή της παρουσίας τους στην Βουλή από ένα μέρος του πολιτικού κόσμου. Χωρίς αυτήν την αναγνώρισή της από το «σύστημα», η «αντί-συστημική» βία της ακροδεξιάς θα είχε μείνει στο περιθώριο. Δεν θα είχε χυθεί τόσο αίμα. Και αυτό είναι ένα μάθημα που δεν θα έπρεπε να ξεχαστεί, ένα λάθος που δεν θα έπρεπε να επαναληφθεί.-

Εάν θέλετε κάθε πρωί το ενημερωτικό δελτίο του KReport στο email σας και πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενό μας, κάντε μια δοκιμαστική συνδρομή!