ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Οι σεισμοί της Αντιόχειας: το διδακτικό παρελθόν, το καταστροφικό παρόν και το αβέβαιο μέλλον

    Κάποιες πόλεις κατέχουν πράγματι μια ιδιαίτερη θέση στην ιστορία της ανθρωπότητας. Μια από αυτές είναι, χωρίς αμφιβολία, η ιστορική πόλη της Αντιόχειας (Αντάκια στην σύγχρονη ονομασία της), στα νότια σύνορα της Τουρκίας με την Συρία. Σήμερα, παρακολουθούμε σοκαρισμένοι να έχει πληγεί συθέμελα από τον καταστροφικό σεισμό της Τουρκίας-Συρίας, οδηγώντας τους πολίτες της στον θρήνο για την απώλεια των ανθρώπων τους, των περιουσιών τους και των πολιτιστικών τους μνημείων, κάτι ιστορικά γνώριμο, τελικά, για τους κατοίκους των εκεί περιοχών ήδη από την αρχαιότητα.

     Η Αντιόχεια ιδρύθηκε στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. από τον Σέλευκο Α’, έναν από τους σημαντικότερους διαδόχους του Μ. Αλεξάνδρου, στο πλαίσιο της επέκτασης του ελληνικού κόσμου στα πρώην εδάφη της Περσικής Αυτοκρατορίας. Από πολύ νωρίς αναδείχθηκε σε πολιτικό, θρησκευτικό και οικονομικό κέντρο, διατηρώντας την σπουδαιότητά της τόσο στα Ελληνιστικά όσο και στα μετέπειτα Ρωμαϊκά και Βυζαντινά χρόνια. Ένας κοσμοπολίτικος τόπος, μια μητρόπολη τεχνών και γραμμάτων, αλλά και ένα σταυροδρόμι πολιτισμών, ανθρώπων κα ιδεών, τέτοιας ακτινοβολίας μάλιστα, που συγκρίνεται επάξια στην λάμψη, την ευμάρεια και τον έντονο κοινωνικό βίο με την περίφημη Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.

     Ωστόσο, πέρα από λίκνο πολιτισμού, η Αντιόχεια παραδοσιακά αποτέλεσε το σκηνικό για κάποιους από τους πλέον καταστροφικούς σεισμούς, με τους πρώτους καταγεγραμμένους στις πηγές, να χρονολογούνται κατά την περίοδο της Pax Romana (1ος – 2ος αιώνας μ.Χ.). Συγκεκριμένα, κατά το έτος 37 μ.Χ., λίγα χρόνια πριν την επίσκεψη του Αποστόλου Παύλου εκεί, ένας σεισμός άγνωστης εντάσεως τάραξε την πόλη οδηγώντας τον αυτοκράτορα Καλιγούλα στην αποστολή δύο συγκλητικών στην περιοχή, προκειμένου να προχωρήσουν σε καταγραφή των ζημιών και να υποβάλουν πίσω στην Ρώμη σχετική αναφορά.

     Αρκετά χρόνια μετά, στις 13 Δεκεμβρίου του 115 μ.Χ., σημειώθηκε ένας ιδιαίτερα καταστροφικός σεισμός, εκτιμώμενου  μεγέθους 7,5 βαθμών της κλίμακας ρίχτερ (διαβολικά πανομοιότυπος με τον σημερινό!), αναφορές του οποίου γίνονται στο έργο του γνωστού ιστορικού της εποχής, Κάσσιου Δίωνα. Εκείνη την περίοδο μάλιστα, στην Αντιόχεια βρίσκονταν ιδιαίτερα σημαντικές προσωπικότητες όπως ο Αυτοκράτορας Τραϊανός, ο διάδοχος Αδριανός, αλλά και ένα πλήθος συνοδών και στρατιωτών που ξεχειμώνιαζαν εκεί. Οι συνέπειες ήταν ολέθριες: σημαντικό μέρος της καταστράφηκε, ενώ, λόγω των ανθρώπινων απωλειών, μειώθηκε κατά πολύ ο πληθυσμός της. Το πρόγραμμα αποκατάστασης των πληγών της πόλης φαίνεται πως ολοκληρώθηκε στα χρόνια του Αυτοκράτορα Αδριανού.

     Πολύ αργότερα, κατά την Βυζαντινή Εποχή, σημειώθηκε ένας εξίσου καταστροφικός σεισμός, εκτιμώμενου μεγέθους  7,0 βαθμών της κλίμακας ρίχτερ. Ο σεισμός έλαβε χώρα στα τέλη Μαΐου του 526 μ.Χ. με τις συνέπειές του να περιγράφονται στο έργο του Βυζαντινού χρονικογράφου από την Αντιόχεια, Ιωάννη Μαλάλα. Μετά τον σεισμό φαίνεται πως εκδηλώθηκαν εστίες πυρκαγιών στην πόλη, οι οποίες οδήγησαν σε ανυπολόγιστες καταστροφές και απώλειες. Εντύπωση προκαλούν οι αφηγήσεις για επιζώντες στα ερείπια των κατοικιών ακόμα και 30 μέρες μετά τον σεισμό, ενώ καταγράφονται επίσης και περιπτώσεις γεννήσεων μωρών στα χαλάσματα. Η σημασία της Αντιόχειας για το νέο Χριστιανικό περιβάλλον επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι ο ίδιος ο Αυτοκράτορας Ιουστινιανός και η Θεοδώρα ασχολήθηκαν προσωπικά με το ζήτημα της αποκατάστασης των ζημιών.

     Κατά την διάρκεια του Μεσαίωνα ακολούθησαν και άλλοι καταγεγραμμένοι σεισμοί που έπληξαν την πόλη. Παράλληλα, φαίνεται πως ο πληθυσμός μειώθηκε δραματικά, ενώ η Αντιόχεια έχανε την παλιά της αίγλη, όχι τόσο λόγω των φυσικών καταστροφών, αλλά κυρίως λόγω του ανθρώπινου παράγοντα. Πρώτα η αραβική κατάκτηση, μετέπειτα άλλες καταστροφές από επιδρομές ξένων κατακτητών και Σταυροφόρων.

     Φτάνοντας στο σήμερα, η Αντιόχεια θεωρείται ξανά μια δραστήρια και πολυπολιτισμική πόλη, στην οποία συνυπάρχουν χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα οι ντόπιοι Μουσουλμάνοι μαζί με άλλες θρησκευτικές μειονότητες, όπως Χριστιανοί, Εβραίοι κ.ά.

     Ωστόσο, έρχεται και πάλι αντιμέτωπη με έναν μεγάλης κλίμακας σεισμό, ο οποίος ξυπνά τα φαντάσματα του παρελθόντος, ενώ οι συνέπειές του δεν μπορούν ακόμα να υπολογιστούν με ακρίβεια. Έχουμε δει μέχρι στιγμής την απώλεια πολλών ζωών, την κατάρρευση πολλών κτηρίων και την καταστροφή ιστορικών μνημείων, όπως η εκκλησία του Αγίου Πέτρου, ένα μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ.

     Μέσα σε αυτό το τραγικό πλαίσιο αναδύεται το δύσκολο ερώτημα: Τί τελικά επιφυλάσσει το μέλλον για  την Αντιόχεια; Έχουμε ήδη ακούσει φωνές για την γενική εγκατάλειψη της τοποθεσίας και την μετοίκηση των επιζώντων κατοίκων σε άλλες περιοχές, μια λύση η οποία, ενδεχομένως και ορθά, να θεωρείται ως η πιο ασφαλής Το παρελθόν, όμως, μας διδάσκει κάτι άλλο: η τύχη της Αντιόχειας μάλλον τελικά είναι, και ίσως οφείλει να είναι η αναγέννηση μετά την καταστροφή.

Ο Στέλιος Ανδριόπουλος Υποψήφιος Διδάκτορας Αρχαίας Ιστορίας στο Τμήμα Ιστορίας/Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Ε.Κ.Π.Α.

 

Εάν θέλετε κάθε πρωί το ενημερωτικό δελτίο του KReport στο email σας και πρόσβαση σε όλο το περιεχόμενό μας, κάντε μια δοκιμαστική συνδρομή!