Ο τίτλος-σιδηρόδρομος αυτής της μελέτης δεν θα ‘πρεπε να αποθαρρύνει τον αναγνώστη από το να καταπιαστεί είτε με το θέμα που επιχειρείται να προσεγγισθεί (με τεχνοκρατική σεμνότητα στοχεύεται η «μεταρρυθμιστική τεχνική», ενώ το αντικείμενο είναι βαθύτερα πολιτικό/κοινωνιολογικό), είτε με τη δηλητηριασμένη από την πικρή πείρα των τελευταίων δεκαετιών χρήση της εννοίας «μεταρρύθμιση». Δηλητηριασμένη την τελευταία 12ετία λόγω των Μνημονίων, που ταύτισαν την ίδια την έννοια μεταρρύθμιση με Προκρούστιες/οθνείες-εισαγόμενες μορφές επιβολής. Δηλητηριασμένη και με το εξαιρετικά διαδεδομένο στερεότυπο/δόγμα, όπως επισημαίνει προλογικά ο καθηγητής Ν.-Κ. Χλέπας για την Ελλάδα ως «μη μεταρρυθμίσιμη χώρα» καθώς «είμαστε μια χώρα με φοβερές αδράνειες [οπότε] οι μεταρρυθμίσεις είναι σχεδόν αδύνατες ενώ οι λίγες που γίνονται τελικά ανατρέπονται ή νοθεύονται».
Και τούτο ενώ ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Καραμανλής (στη δεύτερη, βέβαια, χωλή 8ετία του…) δίδασκε ότι «σε αυτήν την χώρα διαφωνούμε δημοσίως ακόμη και για θέματα για τα οποία επί της ουσίας συμφωνούμε».
Μεταφερόμενος στην πρακτική των τελευταίων τριών δεκαετιών, αυτός ο χρησμός τι επικαλύπτει; Το – ενθαρρυντικό, όπως ιστορείται διεξοδικά στο συλλογικό έργο των Π. Μαΐστρου κ.α. – ότι και η μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (έμπνευσης Αλέκου Παπαδόπουλου) με τον «Καποδίστρια» τελικώς διατηρήθηκε με ελάχιστες εξαιρέσεις «αντιστασιακών» Κοινοτήτων. ενώ και ο μεταγενέστερος «Καλλικράτης»/ μετέπειτα «Κλεισθένης» (με την πατρότητα πιο διάχυτη) δεν αδρανοποιήθηκε, όσο κι αν δεν αξιοποιήθηκε πλήρως.
Το μεταρρυθμιστικό εργαστήρι – γιατί αυτό υπήρξε η Τοπική Αυτοδιοίκηση – αξιοποιείται με τη μελέτη αυτή, στην οποία ξανασυναντά κανείς τον σκαπανέα του χώρου Πάνο Μαΐστρο, κι αυτό για να αναδειχθεί μια πραγματικότητα της μεταρρυθμιστικής πρακτικής στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης. Ότι τότε – τότε μόνον – ριζώνει μια μεταρρύθμιση όταν (α) εκπηγάζει από σοβαρή πολιτική βούληση και (β) συνοδεύεται από δράσεις πρακτικής υποστήριξης κατά την εφαρμογή της.
Υποκύπτοντας και αυτή η μελέτη – που στηρίχθηκε παράλληλα από την άμεσα συγγενή προς το θέμα Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης και την ευρύτερη δράση του ΕΛΙΑΜΕΠ – στον πειρασμό τιτλοφόρησης με βάση ιστορικές φιγούρες, επιχειρεί να επιστρατεύσει την Ροϊδεια ρήση περί «ενός νόμου περί εφαρμογής όλων των υφιστάμενων νόμων» προτείνοντας μια συνολική μεταρρυθμιστική εργαλειοθήκη. Η οποία – το μαντέψατε! – βαφτίζεται «Εμμ. Ροΐδης».
Και συγκεντρώνει κάθε φορά πέραν του νόμου που (θα) ψηφίζεται, ένα Πρόγραμμα Εφαρμογής του Νόμου, αναλυτικό και δομημένο με όλες τις απαιτούμενες σχέσεις συνεργασίας αλλά και διαδικασία παρακολούθησης/αξιολόγησης/ανατροφοδότησης συν ένα Πρόγραμμα Συλλογικής υποστήριξης, με τους αναγκαίους ανθρώπινους, οικονομικούς και οργανωτικούς πόρους. Στη διάρκεια των πιο πρόσφατων δεκαετών της Μεταπολίτευσης υπήρξαν παρόμοιες πρωτοβουλίες συμπλήρωσης των νομικών κατασκευών με επιχειρησιακά εργαλεία. Όχι πολλές, αλλά αξιόλογες και διδακτικές (ο ήδη αρκετά παλαιός «Καποδίστριας» αποτελεί παράδειγμα).
Στη συνέχεια, οι μελετητές επιστρατεύουν μιαν ολόκληρη «μεταρρυθμιστική μεθοδολογία» 10 βημάτων, που είχε ήδη γράψει με λειτουργική πείρα δημόσιου τομέα ο Δημήτρης Παπούλιας και αναλύσει πιο θεσμικά (και συγκριτικά με βάση τις εμπειρίες άλλων χωρών του Ευρωπαϊκού Νότου) ο Δημήτρης Σωτηρόπουλος – αμφότεροι το 2007, δηλαδή ακόμη την εποχή της (σχετικής) αθωότητας. Δηλαδή προτού φροντίσει η εμπειρία των Μνημονίων να στρεβλώσει την ίδια την έννοια «μεταρρύθμιση». Βαφτίζεται και αυτή η προσέγγιση αρχαιοπρεπώς – «Ευπαλίνος» – ώστε να παραπέμπει στον ιδιαίτερο εκείνο Μεγαρίτη αρχιτέκτονα που έχτισε τον 6ο π.χ. αιώνα όρυγμα/αγωγό για να φέρει νερό στην Σάμο. πλην όμως εμπλουτίζεται με τις πιο σύγχρονες λογικές των μηχανισμών ανάδρασης/feedback και προπαντός αναστοχαστικότητας/reflexivity, που μπορούν να οδηγήσουν «αντί προσωποπαγούς λειτουργίας, οι δομές, οι φορείς και οι θεσμοί να αποκτήσουν […] θεσμική μνήμη και να βοηθιούνται να αυτοδιορθώνονται»
Ακούγεται κάπως βαρύ το μενού; Ίσως είναι! Πλην όμως η ανάγκη μεταρρυθμίσεων, για να μετακινήσει από την παραίτηση των στατικότητας, για να ξεπεράσει γνώριμες ασθένειες όπως της νομομανίας, του μεταρρυθμιστικού ιδεασμού, της αγχώδους διαταραχής, της αντίληψης περί περιορισμένου πολιτικού χρόνου, του πελατειασμού, της μελετομανίας, της επιτροπομανίας, της ιδεοληψίας των συμβολισμών κοκ χρειαζόταν μια βοήθεια. Μια βοήθεια που να έρχεται μεν από το παρελθόν, όμως να δείχνει ότι υπάρχουν μεθοδολογίες και καλές πρακτικές που ημπορούν να οδηγήσουν σε τι; Σε ουσιαστική στράτευση στις μεταρρυθμίσεις, αντί για πολιτικά/εκλογικά αξιοποιούμενη μεταρρυθμολογία.