Οι απειλές του Ερντογάν για εισβολή μεγάλης κλίμακας στη Συρία έχουν αραιώσει, ενώ την ίδια στιγμή πυκνώνουν οι αναφορές σε δηλώσεις και δημοσιεύματα σχετικά με προσέγγιση Άγκυρας και Δαμασκού. Στόχος του Τούρκου προέδρου είναι να πάρει από τον Άσαντ τις εγγυήσεις που δεν του δίνουν οι ΗΠΑ, όπως ότι οι Κούρδοι της βορειοανατολικής Συρίας δεν θα αποτελέσουν απειλή για την ασφάλεια της χώρας του.
Ο Ερντογάν, με δηλώσεις του το περασμένο Σάββατο, κατέστησε σαφές ότι επενδύει στον μεσολαβητικό ρόλο του Πούτιν, αλλά και στην εποικοδομητική στάση της Τεχεράνης, προκειμένου Συρία, Τουρκία και Ιράν, οι τρείς χώρες που έχουν κουρδικό πρόβλημα στην επικράτεια τους, να συντονίσουν τις πολιτικές και τη δράση τους.
Άλλωστε, από το 1945 και μετά, οι χώρες που αντιμετώπιζαν κίνδυνο κουρδικής ανταρσίας, ανεξάρτητα από όποιες καθεστωτικές αλλαγές, συντόνιζαν την πολιτική τους, μοιράζονταν πληροφορίες και παρά τους όποιους άλλους ανταγωνισμούς τους φρόντιζαν να αποφεύγουν να εργαλειοποιούν αυτό το θέμα η μία σε βάρος της άλλης.
Εάν Τεχεράνη, Βαγδάτη, Δαμασκός και Άγκυρα, με τη μεσολάβηση της Μόσχας, συντονίσουν την πολιτική τους στο Κουρδικό, θα έλθουν σε μετωπική σύγκρουση με τις ΗΠΑ, όχι μόνον για το μέλλον της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στη βορειοανατολική Συρία, αλλά συνολικά στη Μέση Ανατολή.
Με δεδομένο ότι από το 2014 και μετά οι ΗΠΑ επενδύουν τόσο στο κουρδικό κίνημα της Συρίας όσο και συνολικά στη δυναμική μιας περιφερειακής χειραφέτησης, η Τουρκία δεν σχεδιάζει απλώς να προσεγγίσει τον Άσαντ αλλά και να διαμορφώσει μέτωπό των χωρών που αντιμετωπίζουν κουρδική πρόκληση. Κατ’ ουσία, η Τουρκία φαίνεται ότι θέτει θέμα αποδυνάμωσης της παρουσίας των ΗΠΑ στην περιοχή και ακύρωσης της αμερικανικής στρατηγικής στο Κουρδικό, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια.