Η υπουργός Άμυνας της Γερμανίας, Κριστίν Λάμπρεχτ, παραιτήθηκε χθες, καθώς έχει στοχοποιηθεί ως υπεύθυνη τόσο για την καθυστέρηση στην ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων της χώρας, όσο και για την ολιγωρία στην αποστολή οπλικών συστημάτων και πολεμοφόδιων στην Ουκρανία.
Η παραίτηση σημειώθηκε χωρίς να έχει βρεθεί αντικαταστάτης και λίγες μέρες πριν τη συνάντηση των υπουργών Άμυνας του ΝΑΤΟ, υπό την προεδρία του επικεφαλής του Πενταγώνου Λόιντ Οστιν, στην αμερικανική βάση του Ραμστάιν.
Ωστόσο, σε καμία περίπτωση η συγκεκριμένη απόφαση δεν φανερώνει ανεπαρκή διαχείριση μεγάλων προκλήσεων, καθώς η Κριστίν Λαμπρεχτ πιέστηκε από δύο πλευρές:
-Πρώτον από τις ΗΠΑ, που θέλουν η Γερμανία, όχι μόνον να πληρώσει το ποσοστό των αμυντικών δαπανών που της αναλογεί για να μην κινείται ως λαθρεπιβάτης της ασφάλειας της Δύσης -όπως είχε πει, με την «κομψότητα» που τον διακρίνει, ο Τραμπ-, αλλά και, μέσω της εμπλοκής και παρουσίας της Bundeswehr (Ομοσπονδιακή Άμυνα) στα σύνορα της πρώην ΕΣΣΔ, να βρίσκεται προσδεμένη στις επιλογές της Ουάσιγκτον.
-Δεύτερον από την πολιτική ελίτ της χώρας, που με εξαίρεση το κόμμα των Πρασίνων και την ΥΠΕΞ Μπέρμποκ, θέλει η Γερμανία, μέσω των επιχειρησιακών αυτοματισμών του ΝΑΤΟ, να εγκλωβισθεί σε μια αορίστου χρόνου ευθυγράμμιση με τις ΗΠΑ.
Τούτων λεχθέντων, το Βερολίνο δεν βιάζεται, στο όνομα της χειραφέτησης ή της εξισορρόπησης της ενισχυμένης συνεισφοράς και συμμετοχής στην Ατλαντική Συμμαχία, να εγκλωβισθεί σε μια αμυντική συνεργασία σαν αυτή της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας που πρότεινε ο Μακρόν, πριν από λίγους μήνες στην Πράγα και στην οποία θα μετέχουν η Βρετανία και η Τουρκία.
Είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι το Βερολίνο φοβάται ότι αν, στη σκιά του πολέμου στην Ουκρανία, αναβαθμίσει με διαδικασίες fast track, τη Bundeswehr θα δώσει τη χαριστική βολή στην εθνική ατζέντα των σχέσεων με τη Ρωσία που θεμελίωσε ο Μπραντ, μετά το 1969 και έγινε γνωστή ως Οστπολιτίκ.
Είναι φανερό ότι έχουμε μπροστά μας ένα ακόμη γερμανικό παράδοξο: Μια μεγάλη δύναμη που φοβάται ότι αν ενισχύσει τη στρατιωτική της ισχύ, θα δει να συρρικνώνονται τα περιθώρια εθνικών στρατηγικών επιλογών!